Στο σημείο εκκίνησης μπαίνει η πρωτόγνωρη διαδικασία αξιοποίησης του τεράστιου «πακέτου» φθηνών δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης, ύψους 12,7 δισ. ευρώ, καθώς διαμορφώθηκε, με τροπολογία του υπουργείου Οικονομικών που ψηφίσθηκε από τη Βουλή, ο κορμός του θεσμικού πλαισίου, με βάση το οποίο θα γίνει η κατανομή στις επιχειρήσεις των πιστώσεων από τις ελληνικές τράπεζες και τους θεσμικούς χρηματοδοτικούς φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως συνήθως συμβαίνει στην ελληνική πραγματικότητα, πάντως, ο νέος νόμος θα πρέπει να συμπληρωθεί από πολλές ακόμη υπουργικές αποφάσεις του Θόδωρου Σκυλακάκη, αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών αρμόδιου για το Ταμείο Ανάκαμψης, ώστε να τεθεί σε εφαρμογή. Για τις σχέσεις της χώρας με την Ε.Ε., το σημαντικό είναι ότι η τροπολογία που ψηφίσθηκε ανοίγει το δρόμο για να υπογραφεί η σύμβαση δανεισμού για τα 12,7 δισ. ευρώ. Χθες, εξάλλου, υπεγράφη στις Βρυξέλλες η σύμβαση που καλύπτει το σκέλος των επιδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και, ειδικότερα, τα πρώτα 13,5 δισ. ευρώ από το συνολικό ποσό επιδοτήσεων ύψους 17,8 δισ. ευρώ.
Κατά το στάδιο της έγκρισης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είχαν ζητήσει μεγαλύτερη σαφήνεια για την αξιοποίηση των δανείων από την ελληνική, που είναι και η μόνη κυβέρνηση στην Ευρώπη, η οποία αξιοποιεί το σκέλος των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης (οι άλλες επιφυλάσσονται να αποφασίσουν αργότερα, λαμβάνοντας υπόψη και ότι τα δάνεια προστίθενται στο δημόσιο χρέος, σε αντίθεση με τις επιδοτήσεις). Αυτό το νομικό κενό καλύπτεται με την τροπολογία που εγκρίθηκε από τη Βουλή και η οποία καθορίζει τους «κανόνες παιχνιδιού» για τη διάθεση των δανείων και τους βασικούς κανόνες που θα διέπουν τη σχέση του Δημοσίου με τις ελληνικές τράπεζες, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη νομοθετική ρύθμιση,
- Σχετικά με την επιλεξιμότητα επενδύσεων προς χρηματοδότηση, θα εκδώσει απόφαση ο Θ. Σκυλακάκης, προκειμένου να καθορίσει τα σχετικά κριτήρια. Δηλαδή, τα κριτήρια με τα οποία θα λαμβάνουν οι τράπεζες τις αποφάσεις σχετικά με το αν ένα σχέδιο εμπίπτει στους βασικούς τομείς που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης: ψηφιακός μετασχηματισμός, πράσινη μετάβαση, εξωστρέφεια, ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων, καθώς και καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη.
- Το βάρος της αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων δεν θα πέσει μόνο στις τράπεζες, αλλά και σε ειδικούς αξιολογητές. Όπως ορίζει ο νέος νόμος, ο Θ. Σκυλακάκης δύναται να εκδίδει δημόσια πρόσκληση για τη δημιουργία καταλόγου αξιολογητών, οι οποίοι θα συνεργάζονται με τα πιστωτικά ιδρύματα και τους φορείς των επενδυτικών σχεδίων, δηλαδή τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Με αυτή την απόφαση θα καθορίζεται και οι όροι που θα πρέπει να πληρούν οι αξιολογητές και κάθε άλλη άλλη σχετική λεπτομέρεια για κατάρτιση του καταλόγου και την εκτέλεση της αξιολόγησης επενδυτικών σχεδίων.
- Ο κ. Σκυλακάκης θα έχει και την αρμοδιότητα να συνάπτει συμβάσεις συνεργασίας του Δημοσίου με τις δύο θεσμικές ευρωπαϊκές τράπεζες και τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα. Οι συμβάσεις αυτές θα καθορίζουν τη διαδικασία διάθεσης των αναγκαίων κεφαλαίων στα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και τους όρους και προϋποθέσεις της διαδικασίας χορήγησης των δανείων. Επιπλέον, θα εξειδικεύουν περαιτέρω τα κριτήρια ελέγχου επιλεξιμότητας των επενδύσεων, όπως και τη διαδικασία ανάθεσης έργων σε αξιολογητές. Σημειώνεται ότι για τις δύο ευρωπαϊκές τράπεζες δεν προβλέπεται υποχρέωση να συνεργάζονται με αξιολογητές.
- Ένα σημαντικό στοιχείο που διευκρινίζεται με το νόμο είναι ότι οι επιχειρήσεις που θα παίρνουν δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης θα μπορούν να λαμβάνουν και άλλες κρατικές ενισχύσεις ή ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (de minimis). Τα δάνεια που θα λαμβάνουν θα υπολογίζονται στο σύνολο δανείων και κρατικών ενισχύσεων, επί των οποίων εφαρμόζονται ανώτατα ευρωπαϊκά όρια.
- Ο νόμος ξεκαθαρίζει και τον τρόπο πληρωμής των αξιολογητών. Για τα μικρά σχέδια, δηλαδή όσα δεν ξεπερνούν τα 500.000 ευρώ, δεν θα επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις, καθώς τις αμοιβές των αξιολογητών θα καλύπτουν οι τράπεζες. Για μεγαλύτερα ποσά επενδύσεων, όμως, η δαπάνη για την αμοιβή των αξιολογητών θα βαρύνει τις επιχειρήσεις.
Πέραν αυτού του γενικού πλαισίου, πάντως, ο αρμόδιος, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και η ειδική υπηρεσία για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν μπροστά τους το πολύ δύσκολο έργο της κατάρτισης των υπουργικών αποφάσεων, οι οποίες θα ρυθμίσουν πολύ ειδικά και τεχνικά δύσκολα θέματα, όπως είναι τα κριτήρια επιλεξιμότητας των επενδύσεων. Αυτές οι αποφάσεις, όπως λένε τραπεζικά στελέχη, θα πρέπει να είναι αρκετά σαφείς και εύκολες στην εφαρμογή τους, για να μπορέσουν γρήγορα να προσαρμοσθούν οι υπηρεσίες των τραπεζών και να μην δημιουργηθούν εμπόδια στην έγκριση των επενδυτικών σχεδίων, που θα πρέπει να γίνει με πρωτοφανείς ταχύτητες όχι μόνο για τα δεδομένα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αλλά για οποιοδήποτε τραπεζικό σύστημα θα καλείτο να χορηγήσει δάνεια για επενδύσεις τόσο μεγάλου ύψους και σε τόσο σύντομο χρόνο.
Το δύσκολο στοίχημα της υλοποίησης του σχεδίου
Η υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης θα είναι μια από τις δυσκολότερες δοκιμασίες που έχει περάσει ελληνική κυβέρνηση και η διοίκηση τις τελευταίες δεκαετίες, με βαθμό δυσκολίας που ίσως να ξεπερνά και αυτόν της εφαρμογής των μνημονίων. Όχι μόνο θα πρέπει να απορροφηθούν με παραγωγικό τρόπο και σε συγκεκριμένους τομείς που έχει ορίσει η Ε.Ε. συνολικά 30,5 δισ. ευρώ, αλλά θα πρέπει η αξιοποίηση να προχωρήσει σε πολύ «σφικτό» χρονοδιάγραμμα, χωρίς περιθώρια αποκλίσεων (σε αυτή την περίπτωση θα χάνονται τα κονδύλια). Επίσης, η κυβέρνηση καλείται να είναι συνεπής στα συνολικά 331 ορόσημα των μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί και σε περίπτωση καθυστέρησης θα «παγώνουν» οι εκταμιεύσεις.
Οι διαδικασίες άρχισαν από χθες, μετά την υπογραφή της πρώτης από τις δύο συμφωνίες χρηματοδότησης της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόκειται για την συμφωνία που αφορά στο σκέλος των επιδοτήσεων ύψους 17,8 δισ. ευρώ. Τα 13,5 δισ. ευρώ είναι άμεσα διαθέσιμα ενώ το υπόλοιπο κομμάτι των ενισχύσεων, ύψους 4,3 δισ. ευρώ θα εκταμιευθεί μετά την επισκόπηση της πορείας εκτέλεσης. που προβλέπεται να γίνει το 2023 με βάση τον σχετικό κανονισμό.
Σημειώνεται ότι η δόση των επιδοτήσεων, ύψους 1,7 δισ. ευρώ, θα καταβάλλεται δύο φορές το χρόνο και η δόση των δανείων, ύψους 1,8 δισ. ευρώ, μία φορά προς το τέλος κάθε έτους. Η τελευταία εκταμίευση έχει υπολογιστεί ότι θα γίνει το δεύτερο τρίμηνο του 2026. Για το 2021, η Αθήνα θα λάβει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, περίπου 7,5 δισ. ευρώ. Εκτός από την προκαταβολή των 3,96 δισ. ευρώ (2,3 δισ. ευρώ από επιδοτήσεις και 1,3 δισ. ευρώ από το σκέλος των δανείων), η κυβέρνηση επιδιώκει να εκταμιευθεί και η πρώτη δόση ύψους περίπου 3,5 δισ. ευρώ, αλλά αυτό θα γίνει μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα εκπληρωθούν τα ορόσημα που συμφωνήθηκαν με την Κομισιόν.
Οι πρώτες επενδύσεις που παίρνουν σειρά για χρηματοδότηση είναι 12, συνολικού προϋπολογισμού 1,42 δισ. ευρώ. Πρόκειται για έργα, τα οποία, μεταξύ άλλων, αφορούν σε υποδομές εκσυγχρονισμού του Δημοσίου και ψηφιοποίηση αρχείων, στην ενίσχυση συστημάτων για την ψηφιακή εξυπηρέτηση των πολιτών, τη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω του χωροταξικού σχεδιασμού, το πρόγραμμα Ψηφιακή Μέριμνα, το βόρειο τμήμα του αυτοκινητόδρομου Ε65 και την αποκατάσταση και ανάδειξη των μνημείων της Ακρόπολης Αθηνών.