Η σχετική χαλάρωση των ανησυχιών λόγω της πανδημία, καθώς αυξάνεται και ο ρυθμός των εμβολιασμών σε διεθνές επίπεδο, στρέφει τους αναλυτές στην εξέταση θεμάτων που είναι αμιγώς οικονομικής και χρηματοοικονομικής φύσης, όπως σημειώνει ο κ. Ηλίας Λεκκός, επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας Πειραιώς.
Σε ανάλυσή του, υπογραμμίζει ότι δύο είναι τα βασικά θέματα που απασχολούν πλέον τους αναλυτές με το πρώτο να σχετίζεται με τη σημαντική διάσταση απόψεων που κυριαρχεί αυτή τη στιγμή μεταξύ των προθέσεων και της επιχειρηματολογίας των μεγάλων Κεντρικών Τραπεζών (κατά βάση της αμερικανικής FED και δευτερευόντως της ΕΚΤ) αναφορικά με την ανάγκη διεξαγωγής επεκτατικής νομισματικής πολιτικής, προκειμένου οι οικονομίες όχι μόνο να επανέλθουν σε θετικούς ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ αλλά και να συναντήσουν την πρότερη αναπτυξιακή δυναμική τους και των αγορών, οι οποίες στην πράξη αμφισβητούν τις προθέσεις αυτές των Κεντρικών Τραπεζών προεξοφλώντας (μέσω της τιμολόγησης των κρατικών ομολόγων) την άσκηση μιας πολύ περιοριστικής νομισματικής πολιτικής σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Πίσω από αυτή τη διελκυστίνδα μεταξύ νομισματικών αρχών και αγορών βρίσκεται το δεύτερο ζήτημα της επικαιρότητας που δεν είναι άλλο από μια σημαντική διάσταση απόψεων αναφορικά με τη διαδραστική σχέση μεταξύ ανάπτυξης και πληθωρισμού.
Το κλασσικό πλαίσιο γύρω από το οποίο έχει δομηθεί η κατανόηση της σχέσης μεταξύ ανάπτυξης και πληθωρισμού εδράζεται στο σκεπτικό ότι περίοδοι έντονης ανάπτυξης καταλήγουν σε ένα σημείο όπου η ζήτηση προσεγγίζει ή και ξεπερνά την προσφορά με αποτέλεσμα την υπερθέρμανση της οικονομίας και την εκδήλωση πληθωριστικών πιέσεων. Παρά το γεγονός ότι στην προ-covid περίοδο η σχέση αυτή έμοιαζε να έχει διαταραχθεί – με αποτέλεσμα η πορεία των τιμών να παραμένει υποτονική ή και στάσιμη ανεξάρτητα από τα επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας – το σκεπτικό των αγορών είναι ότι ο σχεδιασμός της επερχόμενης επιστροφής στην κανονικότητα, της χαλαρής νομισματικής πολιτικής και της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής θα οδηγήσουν σε οικονομική υπερθέρμανση και συνεπώς πληθωρισμό.
Το καταληκτικό συμπέρασμα του συλλογισμού αυτού είναι ότι οι Κεντρικές Τράπεζες όταν βρεθούν αντιμέτωπες με αυτές τις μη-αναμενόμενες πληθωριστικές πιέσεις θα θελήσουν να διαφυλάξουν την αξιοπιστία τους προχωρώντας – ενάντια στις επιθυμίες και προθέσεις τους - σε αυξήσεις επιτοκίων. Η επίλυση της ανωτέρω διάστασης απόψεων αναμένεται να παραμείνει εκκρεμής και ίσως να περιπλακεί ακόμη περισσότερο εξαιτίας του γεγονότος ότι η περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται από πρωτοφανή μεταβλητότητα και αβεβαιότητα στα μακροοικονομικά στοιχεία γεγονός που επιτρέπει σε καθένα να υποστηρίζει ότι οι εξελίξεις τη δικαιώνουν.