Απόλυτα αποφασισμένες να «πατάξουν» τον πληθωρισμό είναι οι κεντρικές τράπεζες της υφηλίου, αλλά αυτή η στάση τους μπορεί, αρκετά εύκολα, να οδηγήσει ακόμη και σε ύφεση την παγκόσμια οικονομία, η οποία καλείται να αποχαιρετίσει τις εποχές του φθηνού χρήματος.
Οι επικριτές των κεντρικών τραπεζών και κυρίως της Fed, τονίζουν ότι οι διοικήσεις τους άργησαν να αντιδράσουν στον πληθωρισμό και τώρα τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις, εφαρμόζοντας πολύ επιθετική νομισματική πολιτική.
Συνεχείς υποβαθμίσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2023
Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg περίπου 90 κεντρικές τράπεζες έχουν αυξήσει τα επιτόκια φέτος, με το 50% να προχωρά σε αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης σε μία συνεδρίαση. Όλα δείχνουν ότι «οι κεντρικές τράπεζες ανταγωνίζονται για το ποια θα αυξήσει πιο γρήγορα τα επιτόκια», όπως τονίζει ο Ήθαν Χάρις, αναλυτής της Bank of America, ενώ η JPMorgan εκτιμά ότι εντός του γ’ τριμήνου θα υπάρξουν οι πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων που έχουν καταγραφεί από το 1980 έως και σήμερα.
Οι αγορές έχουν προεξοφλήσει ότι στη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας η Fed θα προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης, ενώ ορισμένοι πιο απαισιόδοξοι αναλυτές δεν αποκλείουν ακόμη και μία αύξηση κατά 100 μονάδες βάσης, κάτι το οποίο θα είναι πρωτόγνωρο. Επιπρόσθετα εκτιμάται η Τράπεζα της Αγγλίας θα προχωρήσει σε νέα αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης, ενώ ανάλογες κινήσεις αναμένονται σε Ινδονησία, Νορβηγία, Φιλιππίνες, Σουηδία και Ελβετία.
«Επίθετικές» αυξήσεις επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες
Απαισιόδοξες εκτιμήσεις
Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η προσπάθεια της Fed να υπάρξει συγκράτηση των τιμών του «θα επιφέρει κάποιο πόνο στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις». Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ιζαμπέλ Σνάμπελ κάνει λόγο για την «αναλογία θυσιών», προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί η αύξηση των επιτοκίων θα πλήξει την παραγωγή. Η Τράπεζα της Αγγλίας προειδοποιεί ότι η ύφεση τη χώρα μπορεί να διαρκέσει έως και το 2024.
Όλα δείχνουν ότι η σύσφιξη – ή ομαλοποίηση όπως θέλουν οι ίδιες οι τράπεζες να την ονομάζουν – της νομισματικής πολιτικής θα βλάψει την οικονομία. Το βασικό ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό; Σύμφωνα με τους αναλυτές της BlackRock η επαναφορά του πληθωρισμού στον στόχο του 2% της Fed θα σήμαινε βαθιά ύφεση και επιπλέον τρία εκατ. ανέργους στις ΗΠΑ, ενώ η επίτευξη του στόχου της ΕΚΤ θα απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση της οικονομίας.
Στην αβεβαιότητα προστίθεται η καθυστέρηση που μεσολαβεί μέχρι οι αυξήσεις των επιτοκίων να επηρεάσουν την οικονομία, εκτός από τη σύνθεση του σημερινού πληθωρισμού, μεγάλο μέρος του οποίου προέρχεται από την ενέργεια και άλλα σοκ της προσφοράς που οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν μπορούν να ελέγξουν.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες θα προτιμούσαν να κρατήσουν τις οικονομίες τους σε τροχιά ανάπτυξης. Μπορεί κάποια στιγμή να περιορίσουν την επιθετική τους πολιτική για να προσπαθήσουν να το εξασφαλίσουν αυτό. Όμως, το κύριο μέλημά τους τώρα είναι να αποφύγουν να επαναλάβουν το λάθος της δεκαετίας του 1970, όταν οι προκάτοχοί τους χαλάρωσαν πρόωρα τις πιστώσεις ως απάντηση στην επιβράδυνση των οικονομιών χωρίς πρώτα να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό.
Αυτή η ανησυχία συνηγορεί υπέρ της δυναμικής προώθησης των αυξήσεων των επιτοκίων, διότι το να αφήσουν τον πληθωρισμό να φουντώσει θα είχε μεγαλύτερες μεσοπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις. Η Anna Wong, επικεφαλής οικονομολόγος στις ΗΠΑ στο Bloomberg Economics, εκτιμά ότι η Fed θα πρέπει τελικά να ανεβάσει το επιτόκιο αναφοράς της στο 5%, δηλαδή στο διπλάσιο του σημερινού επιπέδου. Αυτή η κίνηση θα μπορούσε να κοστίσει στην οικονομία 3,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και να επιφέρει περαιτέρω πλήγματα στις αγορές που ήδη δοκιμάζονται.
«Επίμονη» η πορεία του πληθωρισμού
Τα λάθη πολιτικής
Ο Πάουελ πέρασε μεγάλο μέρος του 2021 περιγράφοντας το πληθωριστικό σοκ ως «παροδικό», ενώ στις αρχές του 2022 εκτιμούσε ότι αρκεί μία αύξηση επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης.
Τον Νοέμβριο του 2021, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι δεν υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες αύξησης των επιτοκίων το 2022 και σήμερα τα έχει αυξήσει κατά 75 μονάδες βάσης σε δύο συνεδριάσεις και αναμένεται να συνεχίσει να το πράττει. Φυσικά σημαντικός λόγος που ο πληθωρισμός όχι μόνο δεν υποχώρησε αλλά συνεχίζει το ράλι του είναι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία εκτόξευσε τις τιμές ενέργειας, αλλά παρά ταύτα η κριτική ενάντια στις κεντρικές τράπεζες συνεχίζεται αμείωτη.
Το κόστος δανεισμού σε πολλές οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, μετατρέπεται από τονωτικό σε περιοριστικό για την οικονομία. Η άνοδος του δολαρίου πλήττει τις υπερχρεωμένες αναδυόμενες αγορές. Μια απότομη περικοπή των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου αυξάνει τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού στην Ευρώπη, καθώς οι τιμές ανεβαίνουν στα ύψη ενώ διαφαίνεται ύφεση.