Ανοίγει τα χαρτιά του ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, για την επόμενη ημέρα της χώρας, την ιστορική ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και τη σημερινή κατάσταση και τις προοπτικές του τραπεζικού συστήματος, στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο Business Daily.
Ο Διοικητής της κεντρικής τράπεζας εμφανίζεται ιδιαίτερα αισιόδοξος για τις προοπτικές της χώρας, τονίζει τη σπουδαιότητας του Ταμείου Ανάκαμψης, υπογραμμίζει την σημασία των μεταρρυθμίσεων για την ομαλή εκταμίευση των πόρων του Ταμείου ενώ δεν ανησυχεί για τη συγκυριακή, λόγω των έκτακτων μέτρων, επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης. Αρκεί να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος, όπως σημειώνει.
Για την παγκόσμια οικονομία αναφέρει ότι η ιστορία έχει δείξει ότι μετά από μεγάλες κρίσεις ακολουθούν περίοδοι ισχυρής ανάπτυξης και δεν ανησυχεί για τις επιπτώσεις από τα εκτεταμένα μέτρα στήριξης.
Ο κ. Στουρνάρας χαιρετίζει τις πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών, προσθέτοντας ότι θα ήθελε να δει αυξήσεις και από τις άλλες τράπεζες, βάζει τέλος στη φιλολογία περί συγχωνεύσεων και προαναγγέλει την άμεση ιδιωτικοποίηση της Attica Bank. Σημειώνει την ανάγκη ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην τραπεζική αγορά, ενώ ασκεί κριτική στις τράπεζες για περιορισμένες χρηματοδοτήσεις, ειδικά προς μικρές επιχειρήσεις.
Για τα «κόκκινα δάνεια», σημειώνει ότι απαιτείται ακόμη δουλειά, ενώ για την πρόταση της ΤτΕ για την ίδρυση asset management company και την συνεργασία με την κυβέρνηση αναφέρει ότι «δεν έχουμε ποτέ καθίσει όλοι μαζί σε ένα τραπέζι» για να εξεταστεί η πρόταση. Αποκρούει την κριτική για το κόστος της πρότασης και υπογραμμίζει οτι «η Τράπεζα της Ελλάδος είναι εδώ για να βοηθήσει, η λύση αυτή υπάρχει. Εάν χρειαστεί, εδώ είμαστε να βοηθήσουμε να εφαρμοστεί».
Τέλος σχολιάζοντας την περιπέτεια του 2010 - 2015 σημειώνει ότι δυο φορές φτάσαμε πολύ κοντά σε ένα μοιραίο ατύχημα.
«Δικαιολογείται να είμαστε πιο αισιόδοξοι σήμερα»
- Γ. Παπαδογιάννης: Το 2010 όταν η χώρα βρέθηκε σε αδιέξοδο, το χρέος ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος ήταν στο 150%, ενώ το έλλειμμα ήταν πάνω από 10%. Απαιτήθηκαν σκληρά μέτρα προσαρμογής. Σήμερα το χρέος ξεπερνά το 200%. Το έλλειμμα επίσης είναι διψήφιο. Ωστόσο επικρατεί μια πολύ μεγάλη αισιοδοξία για την επόμενη μέρα. Δεν είναι αντιφατική η εικόνα αυτή;
Γ. Στουρνάρας: Όχι. Αν δείτε την πραγματικότητα και τα νούμερα, όπως είπατε, το χρέος είναι 200 % του ΑΕΠ, του εθνικού προϊόντος. Το εθνικό προϊόν μειώθηκε και αυξήθηκε το χρέος. Αυξήθηκε βέβαια και το έλλειμμα, κυρίως όμως η αιτία της αύξησης του ποσοστού ήταν η μείωση του εθνικού προϊόντος λόγω της πανδημίας. Σαφώς είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση απ' ό,τι το 2010. Δεν έχουμε πια μακροοικονομικές ανισορροπίες, δεν έχουμε μεγάλη υπερτίμηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας, έχουν περιοριστεί τα περισσότερα προβλήματα στον τραπεζικό τομέα. Επομένως, νομίζω ότι δικαιολογείται να είμαστε πιο αισιόδοξοι σήμερα, παρά την αύξηση του ποσοστού του δημοσίου χρέους.
- Το 2020 η ελληνική οικονομία δοκιμάστηκε από τις επιπτώσεις της πανδημίας και τη μεγάλη ύφεση. Όμως τα εκτεταμένα προγράμματα κρατικής στήριξης βοήθησαν να περιοριστούν οι επιπτώσεις. Θα υπάρξουν επιπτώσεις σε δεύτερο χρόνο;
ΓΣ: Θα υπάρξει μία -ας το πω έτσι- επίπτωση, αυτό που λέμε scarring, δηλαδή η πληγή της πανδημίας που θα μείνει για αρκετό διάστημα. Είναι 3% του ΑΕΠ, τόσο την έχουμε υπολογίσει, όμως τα μεγαλύτερα προβλήματα αντιμετωπίστηκαν. Θα σας θυμίσω ότι στην αρχή της πανδημίας πολλοί μιλούσαν για μείωση του ΑΕΠ της τάξης του 15% στην Ελλάδα το 2020. Όλα αυτά τα σενάρια δεν υλοποιήθηκαν, η πτώση του ΑΕΠ ήταν 8,2%, πολύ μικρότερη από αυτά που αρκετοί θεωρούσαν ως ένα εύλογο σενάριο. Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ελληνική οικονομία, επειδή είναι κυρίως χώρα υπηρεσιών και τουρισμού, ήταν περισσότερο ευάλωτη στην πανδημία από άλλες χώρες της ευρωζώνης.
«Η μπάλα είναι στη δική μας περιοχή τώρα»
- Διαβάζουμε και ακούμε πάρα πολλά για το Ταμείο Ανάκαμψης έχουν σχηματιστεί πολύ μεγάλες προσδοκίες. Είναι δικαιολογημένες; Υπάρχουν στοιχεία υπερβολής;
ΓΣ: Θα σας μιλήσω με ποδοσφαιρικούς όρους: Η μπάλα είναι στη δική μας περιοχή τώρα. Η κυβέρνηση, μετά από μία σωστή διαπραγμάτευση, μπόρεσε να εξασφαλίσει περίπου 31 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή ένα 18% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από επιχορηγήσεις, δηλαδή δωρεές, που έχουν τη μορφή μεταφοράς κεφαλαίου για επενδυτικούς σκοπούς, και περίπου 12,5 δισεκατομμύρια από δάνεια. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό κονδύλι, στο οποίο αν προσθέσουμε και τα χρήματα που θα εισρεύσουν από το κοινοτικό πλαίσιο στήριξης, από το ΕΣΠΑ όπως ονομάζεται, τότε μιλάμε για μια εισροή πόρων ακαθάριστων της τάξης των 75 δισεκατομμυρίων τα επόμενα 6-7 χρόνια. Επαφίεται λοιπόν σε εμάς να απορροφήσουμε αυτά τα ποσά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, να πραγματοποιήσουμε τις εναπομένουσες μεταρρυθμίσεις για να γίνει πιο ανταγωνιστική η ελληνική οικονομία και να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Άρα, δηλαδή, είμαστε τυχεροί μέσα στην ατυχία μας.
- Δεν είναι η πρώτη φορά πάντως που η Ελλάδα γίνεται αποδέκτης μεγάλων αναπτυξιακών πακέτων. Από το Σχέδιο Μάρσαλ μέχρι τα μεσογειακά προγράμματα, τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα ΕΣΠΑ. Αρκούν τα επενδυτικά προγράμματα για να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο;
ΓΣ: Βεβαίως και δεν αρκούν. Πρέπει να φτιάξουμε τις προϋποθέσεις για να απορροφηθούν τα χρήματα αυτά και να πάνε σε σωστούς προορισμούς. Αυτή τη στιγμή ξέρουμε που θα πάνε. Το 35% θα πάει για την κλιματική αλλαγή και την πράσινη ενέργεια. Ένα 25% θα πάει για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ένα μεγάλο κομμάτι θα πάει για την καινοτομία, για την απασχόληση, για την εξωστρέφεια, για την κοινωνική συνοχή. Άρα τα χρήματα θα πάνε εκεί όπου πρέπει να πάνε. Το ερώτημα είναι να απορροφηθούν εγκαίρως, να δημιουργηθούν οι πολλαπλασιαστές, ούτως ώστε να ωφεληθεί όλη η οικονομία. Να μη γίνει δηλαδή μία οικονομία δύο ταχυτήτων, όπου ορισμένοι τομείς θα τρέχουν και ορισμένοι τομείς θα μείνουν πίσω. Άρα έχουμε ένα σημαντικό δρόμο μπροστά μας, τον οποίο πρέπει να διανύσουμε συντονιζόμενοι μεταξύ μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κινητοποιώντας όλες τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, και τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, για να μπορέσουμε πράγματι να κερδίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο από αυτή τη μεγάλη ευκαιρία που μας έχει τύχει.
- Σας ανησυχεί το γεγονός ότι υπάρχει μια δυσκολία στη χώρα για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, υπάρχουν δυσκολίες της κοινωνίας στο να προχωρήσουν κάποιες αλλαγές και η εκταμίευση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης σε μεγάλο βαθμό συνδέεται με τις μεταρρυθμίσεις αυτές, δηλαδή είναι προϋπόθεση...
ΓΣ: Βεβαίως, είναι προϋπόθεση.
- Υπάρχει κίνδυνος να μη γίνει σωστή απορρόφηση των κονδυλίων;
ΓΣ: Κοιτάξτε, πάντα υπάρχει κίνδυνος, αλλά νομίζω ότι η πιθανότητα είναι πολύ μικρή τώρα. Μπορώ να χρησιμοποιήσω την αγγλοσαξονική έκφραση “this time is different”. Νομίζω ότι αυτή η χρονική περίοδος είναι διαφορετική. Έχουμε βγει από μία μεγάλη κρίση, αντιμετωπίσαμε την πανδημία, πήραμε τα μαθήματά μας, οι εταίροι μας πήραν κι αυτοί τα μαθήματά τους. Εάν δεν τα καταφέρουμε και τώρα, τότε είμαστε καταδικασμένοι. Δεν μας αξίζει όμως μια τέτοια τύχη. Νομίζω ότι θα τα καταφέρουμε.
Έμφαση στο τρίγωνο της γνώσης: παιδεία, έρευνα, καινοτομία
- Ποια διαρθρωτικά προβλήματα θεωρείτε ότι είναι τα πιο επείγοντα που πρέπει να αντιμετωπισθούν προκειμένου να επιταχυνθεί η οικονομική ανάπτυξη της χώρας;
ΓΣ: Κοιτάξτε, αυτή είναι μεγάλη κουβέντα. Υπάρχουν πολλές αλλαγές που πρέπει να γίνουν. Ξεκινάμε από τη νοοτροπία μας. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι τα δικαιώματα πηγαίνουν χέρι με χέρι με τις υποχρεώσεις. Δεν πρέπει να κάνουμε τα λάθη του παρελθόντος, κυρίως στον δημοσιονομικό τομέα και στον τομέα της αλόγιστης επέκτασης του κράτους και της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα. Πρέπει να στηρίξουμε την ιδιωτική οικονομία, να στηρίξουμε την παιδεία. Μέσα στην καρδιά μου βρίσκεται αυτό που αποκαλούμε τρίγωνο της γνώσης: παιδεία, έρευνα, καινοτομία. Εκεί πρέπει να δώσουμε μία πολύ μεγάλη έμφαση τα επόμενα χρόνια και κυρίως να κάνουμε αυτά που λένε τα προγράμματα για τα οποία πήραμε τα χρήματα. Κλιματική αλλαγή, πράσινη ενέργεια, ψηφιακός μετασχηματισμός, καινοτομία.
Δεν είναι μόνο αυτά όμως. Για παράδειγμα, θέλουμε να δημιουργήσουμε μια πιο ευέλικτη οικονομία, που παράλληλα να παρέχει και ασφάλεια στον κόσμο. Να παρέχει και ασφάλεια στους εργαζόμενους που θα φύγουν από κλάδους ή επιχειρήσεις που δύουν και θα πρέπει να πάνε σε κλάδους και επιχειρήσεις που ανατέλλουν. Εδώ λοιπόν πρέπει να φτιάξουμε ένα δίχτυ ασφαλείας, ούτως ώστε να μην πέφτει κανείς κάτω. Και αυτό μπορεί να γίνει με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Μετά την πανδημία, όταν θα τελειώσουν οι έκτακτες επιχορηγήσεις, πρέπει πια να πάμε σε πιο μόνιμα μέτρα, όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το οποίο θα εξασφαλίζει μία ομαλή μετάβαση από τους κλάδους που δύουν στους κλάδους που ανατέλλουν.
- Αυτό που περιγράφετε τώρα προϋποθέτει μια ευελιξία. Τόσο σε πολιτικό, όσο και σε κοινωνικό και επιχειρηματικό επίπεδο. Υπάρχει αυτή η ευελιξία στη χώρα;
ΓΣ: Θα πρέπει να υπάρξει. Δεν έχουμε τη δυνατότητα να πούμε ότι αποτύχαμε. Δεν πρέπει να υπάρξει απλώς ευελιξία, αλλά θα πρέπει να κινηθεί και ο ιδιωτικός τομέας, να βάλει δηλαδή τα λεφτά του. ’Όπως το έχει σχεδιάσει η κυβέρνηση, θα πρέπει να υπάρχει και μετοχική συμμετοχή στο κομμάτι που θα συνοδεύσει τα δάνεια. Θα πρέπει και οι ιδιώτες επιχειρηματίες να βάλουν και αυτοί το μετοχικό κεφάλαιο για να ωφεληθεί όλη η κοινωνία και η οικονομία από τα προγράμματα αυτά και από τη μεγάλη εισροή πόρων που θα έρθει στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
«Ναι» στις αυξήσεις κεφαλαίου, «όχι» σε συγχωνεύσεις
- Για πολλά χρόνια οι τράπεζες αποτελούσαν πηγή αβεβαιότητας και έντονης ανησυχίας. Που βρισκόμαστε σήμερα και ποιες είναι οι προοπτικές από εδώ και πέρα για το τραπεζικό σύστημα;
ΓΣ: Σήμερα είμαστε πολύ καλύτερα. Μία από τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της κρίσης είναι η στήριξη του τραπεζικού τομέα με περισσότερα από 50 δισεκατομμύρια σε κεφάλαια. Περάσαμε πολύ δύσκολα στις τράπεζες, περάσαμε περιόδους με κεφαλαιακούς περιορισμούς, με capital controls. Σήμερα όμως έχουμε βγει όρθιοι από τη διαδικασία αυτή και οι τράπεζες είναι πολύ ισχυρότερες. Ορισμένες εξ αυτών πολύ ορθώς προχωρούν σε αυξήσεις κεφαλαίου. Ξέρετε, για κάθε 100 ευρώ που θα δανείζουν οι τράπεζες πρέπει γύρω στα 14 με 15 ευρώ να είναι κεφάλαια. Άρα λοιπόν πολύ ορθά ορισμένες εξ αυτών το είδαν εγκαίρως και προχωρούν σε ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Θα επιθυμούσα και οι υπόλοιπες να το δουν αυτό και επίσης οι μικρότερες τράπεζες, αυτές που ονομάζουμε «μη συστημικές τράπεζες». Η Τράπεζα Αττικής ξεκίνησε και αυτή, προχώρησε, πήρε πολύ μεγάλες προβλέψεις προκειμένου να ιδιωτικοποιηθεί μέσω αύξησης κεφαλαίου. Και αυτό ίσως γίνει μέσα στον επόμενο μήνα. Αλλά και οι άλλες τράπεζες, ακόμα και οι συνεταιριστικές, οι μη συστημικές τράπεζες, πρέπει κι αυτές να δούνε πια το μέλλον τους σε μία οικονομία που πρέπει να έχει ισχυρότερες τράπεζες, είτε συστημικές είτε μη συστημικές.
- Τα προηγούμενα χρόνια συντελέστηκε στο τραπεζικό σύστημα μια βίαιη αναδιάρθρωση με δεκάδες απορροφήσεις τραπεζών. Τώρα έχουμε επιπλέον την πίεση που δημιουργεί η ψηφιακή επανάσταση. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως να δούμε νέες συγχωνεύσεις μεγάλων τραπεζών, άλλοι λένε ότι πλέον θα πρέπει να δημιουργηθούν και νέες τράπεζες. Πώς βλέπετε εσείς την κατάσταση;
ΓΣ: Μάλλον προς τη δεύτερη κατεύθυνση, διότι δεν μπορούν να γίνουν συγχωνεύσεις μεταξύ των μεγάλων τραπεζών. Τέσσερις τράπεζες είναι πολύ λίγες. Ελέγχουν πάνω από το 96-97% του τραπεζικού συστήματος. Νομίζω ότι δεν είναι λογικό να υπάρξουν συγχωνεύσεις μεταξύ των μεγάλων τραπεζών. Πρέπει να ενισχύσουμε τις μικρότερες τράπεζες, να φτιάξουμε τράπεζες οι οποίες θα προκαλέσουν τις μεγαλύτερες ανταγωνιστικά. Στις νέες τεχνολογίες, για παράδειγμα, με νέα προϊόντα. Εκεί νομίζω υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό.
- Την τελευταία δεκαετία έχουμε ξοδέψει πολύ χρόνο και ενέργεια με τα «κόκκινα» δάνεια. Την τελευταία διετία βέβαια έχουμε δει μεγάλη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και φαίνεται ότι το 2020, παρά την πανδημία, δεν υπάρχει μια πολύ μεγάλη επίπτωση τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο. Ποια είναι η αίσθησή σας; Έχουμε λύσει το πρόβλημα των κόκκινων δανείων;
ΓΣ: Έχουμε κάνει πολύ σημαντικά βήματα, αλλά δεν το έχουμε λύσει ακόμα. Στο τέλος του προηγούμενου τριμήνου, τα «κόκκινα» δάνεια ανέρχονταν στο 30% του συνόλου ή 47 δισεκατομμύρια. Είναι πάρα πολύ υψηλά ακόμα, 12 φορές υψηλότερα από ότι είναι στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Η πανδημία επίσης θα αφήσει «κόκκινα» δάνεια. Δεν γνωρίζουμε ακόμα πόσα, υπάρχει αβεβαιότητα, όμως σαφώς θα είναι ένα ποσό όχι αμελητέο. Εμείς έχουμε πει ότι θα είναι 8 με 10 δισεκατομμύρια. Μακάρι να είναι λιγότερο. Και κυρίως θα πρέπει να δούμε πόσα κόκκινα δάνεια θα υπάρξουν μετά την πανδημία. Να μη βλέπουμε μόνο το σήμερα, όταν το Δημόσιο στηρίζει ακόμα. Για παράδειγμα, σήμερα το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα, είναι 7% του ΑΕΠ. Του χρόνου θα πάει στο μηδέν, κατόπιν θα πάει σε πλεόνασμα. Πρέπει να δούμε πόσα θα είναι τα «κόκκινα» δάνεια όταν θα αρθεί η κρατική βοήθεια. Γι΄ αυτό πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί και να μην αφήσουμε κανένα εργαλείο αχρησιμοποίητο. Σαφώς υπάρχει πρόοδος, αλλά ακόμα είμαστε η εξαίρεση στην ευρωζώνη.
«Δεν είμαι ικανοποιημένος από τις επιδόσεις των τραπεζών στις δανειοδοτήσεις»
- Αναφερθήκατε στις μεγάλες επενδύσεις που θα γίνουν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Ένα μεγάλο κομμάτι των ιδιωτικών επενδύσεων θα πρέπει να καλυφθεί με δανεισμό. Ωστόσο υπάρχει κριτική προς το τραπεζικό σύστημα για περιορισμένες χρηματοδοτήσεις ειδικά προς μικρές επιχειρήσεις. Μπορεί το τραπεζικό σύστημα να ανταποκριθεί στη μεγάλη αυτή πρόκληση;
ΓΣ: Η μέριμνά μας σήμερα είναι να εκμεταλλευθούμε την πολύ μεγάλη ρευστότητα στην οικονομία. Θα έρθει και άλλη τα επόμενα χρόνια, ούτως ώστε οι τράπεζες να μετατρέψουν αυτή τη ρευστότητα σε δάνεια προς υγιείς και βιώσιμες ελληνικές επιχειρήσεις, μεγάλες και μικρές. Έτσι όπως είναι δομημένη η οικονομία της Ελλάδας, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της απασχόλησης είναι σε αυτό που λέμε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πρέπει να μείνουν ζωντανές, δεν έχουμε τη δυνατότητα να κλείσουν βιώσιμες επιχειρήσεις. Άρα λοιπόν οι τράπεζες πρέπει να φτιάξουν κατάλληλα προγράμματα. Το Δημόσιο έχει βοηθήσει με τις εγγυήσεις που έχει δώσει. Ένα μεγάλο κομμάτι της πιστωτικής επέκτασης, θα έλεγα το 100%, προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στηρίζεται σήμερα στις εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου. Εμείς θέλουμε οι τράπεζες να είναι ισχυρές, να είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες με κεφάλαια υψηλής ποιότητας για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στο ρόλο τους και να δανείζουν όχι μόνο τις μεγάλες, αλλά και τις μικρομεσαίες υγιείς επιχειρήσεις, ούτως ώστε αυτά τα χρήματα που θα έρθουν στην Ελλάδα να πέσουν σε όλη την οικονομία και όχι μόνο σε ένα μικρό μέρος αυτής. Δηλαδή να μη δημιουργούνται θύλακες υψηλής ανάπτυξης και θύλακες χαμηλής ανάπτυξης. Να μην δημιουργηθεί δηλαδή μία οικονομία δύο ταχυτήτων.
- Οι ελληνικές τράπεζες έχουν αντλήσει από το έκτακτο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια ευρώ...
ΓΣ: 47 δισ.
- Σε ποιο βαθμό η ρευστότητα αυτή έχει φτάσει στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις; Θεωρείτε ότι θα μπορούσε να γίνει καλύτερη διαχείριση ώστε να υπάρχουν περισσότερες χορηγήσεις δανείων;
ΓΣ: Πράγματι, σήμερα το Ευρωσύστημα, η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες έχουν επιδοτούμενα προγράμματα ενίσχυσης προς τις τράπεζες για να μπορούν να δανείσουν την ιδιωτική οικονομία. Από αυτά τα προγράμματα οι ελληνικές τράπεζες έχουν απορροφήσει σήμερα 47 δισεκατομμύρια ευρώ με αρνητικά επιτόκια από -1% έως - 0,5%, δηλαδή επιδοτούνται οι τράπεζες για να δανειοδοτηθούν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά. Πέραν αυτού έχουμε και μια πολύ μεγάλη αύξηση των αποταμιεύσεων, που εν μέρει προέρχεται από αναβληθείσα κατανάλωση λόγω της κρίσης και από την άλλη πλευρά οφείλεται σε λόγους πρόνοιας για το μέλλον. Όταν έρχεται μία πανδημία, ο άλλος γίνεται πιο προσεκτικός. Επομένως έχουμε μια πάρα πολύ μεγάλη αύξηση της ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι ικανοποιημένος, όταν οι τράπεζες έχουν διοχετεύσει στον καθαρά ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, στον μη χρηματοπιστωτικό, γύρω στα 5 δισεκατομμύρια φέτος, ενώ έχουν πάρει 47 δισ. συν την αύξηση των καταθέσεων. Τα υπόλοιπα είναι σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου και κατατεθειμένα ξανά στην κεντρική τράπεζα. Θα ήθελα το κομμάτι, το οποίο πηγαίνει στις επιχειρήσεις και δη στις μικρομεσαίες, να αυξηθεί. Τώρα, θα μου πείτε, αυτό εύκολα λέγεται, δυσκολότερα γίνεται. Οι τράπεζες απαντούν ότι δεν είναι τραπεζικά επιλέξιμες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Πρέπει να δούμε το λόγο και να βοηθήσουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, διότι είναι περισσότερες από 700.000. Και η συνολική απασχόληση σε αυτές είναι 2 εκατομμύρια. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το κομμάτι αυτό.
- Εννοείτε ότι πρέπει να γίνουν και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μεγαλύτερα σχήματα; Πρέπει να είναι ανταγωνιστικά, πρέπει να υπάρξει μια αναδιάρθρωση;
ΓΣ: Και οι μέτοχοι οι ίδιοι να βάλουν χρήματα και να γίνουν συγχωνεύσεις μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις να δημιουργήσουν δομές για να μπορούν να τραβήξουν και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους προμηθευτές τους κυρίως, προς τα πάνω, ούτως ώστε τα κονδύλια που θα εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία, όπως είπα και επιμένω, να διαχυθούν, όσο το δυνατό συμμετρικότερα στην οικονομία. Βεβαίως δεν έχουμε αυταπάτες. Κυρίως θα είναι το Δημόσιο, οι μεγάλες, οι μεσαίες επιχειρήσεις, οι τεχνολογικά προηγμένες αυτές που θα ωφεληθούν, αλλά δεν πρέπει να αφήσουμε πίσω τις βιώσιμες επιχειρήσεις. Δεν μιλάω για τις μη βιώσιμες, μιλάω για τις βιώσιμες επιχειρήσεις, οι οποίες απλώς έχουν προβλήματα ρευστότητας λόγω της κρίσης.
Να αξιοποιηθεί η δεύτερη ευκαιρία
- Τα χρόνια της κρίσης, ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, περίπου ο μισός πληθυσμός και οι μισές επιχειρήσεις βρέθηκαν κάποια στιγμή για διάφορους λόγους να χρωστάνε, είτε στις τράπεζες είτε στο Δημόσιο. Τι θα γίνει με όλους αυτούς, θα παραμείνουν στιγματισμένοι κι αποκλεισμένοι από το τραπεζικό σύστημα εσαεί;
ΓΣ: Όπως γνωρίζετε, η κυβέρνηση ψήφισε και πέρασε τον καινούργιο πτωχευτικό κώδικα, τον πτωχευτικό νόμο ή τον νόμο της δεύτερης ευκαιρίας, όπως λέγεται, ο οποίος πραγματικά παρέχει δυνατότητες. Ας μελετηθεί από όλους τους ενδιαφερόμενους και επιτέλους ας γίνει αυτό μία ευκαιρία για να ξαναμπούν στην παραγωγική διαδικασία όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Υπάρχει δεύτερη ευκαιρία τώρα, ενώ παλιά δεν υπήρχε. Αν ένας επιχειρηματίας χρεοκοπούσε, πολύ δύσκολα ξανάμπαινε στην παραγωγική διαδικασία. Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει.
- Οι τράπεζες θα το δουν αυτό;
ΓΣ: Θα το δουν.
- Η φιλοσοφία είναι ότι όταν κάποιος απέτυχε μια φορά δύσκολα δίνεται δεύτερη ευκαιρία στην Ελλάδα.
ΓΣ: Αυτή τη στιγμή έχουμε συμφέρον να κοιτάζουμε όλη τη μεγάλη εικόνα. Να μην κοιτάζουμε μόνο το στενό προσωπικό μας συμφέρον, αλλά πρέπει να βλέπουμε λίγο περισσότερο από το δικό μας ισολογισμό και αν μπορέσουμε να έχουμε όλοι μας τη μεγάλη εικόνα στο μυαλό μας.
«Δεν έχουμε ποτέ καθίσει όλοι μαζί σε ένα τραπέζι»
- Αναφερθήκατε στα εργαλεία αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων. Η Τράπεζα της Ελλάδος είχε καταθέσει μια πρόταση για τη δημιουργία bad bank. Η πρόταση αυτή δεν έγινε δεκτή από την κυβέρνηση. Είχε προηγηθεί και μια άλλη πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για τον αναβαλλόμενο φόρο που επίσης δεν υλοποιήθηκε. Υπάρχει ζήτημα συνεργασίας με την κυβέρνηση;
ΓΣ: Να σας διορθώσω λίγο. Δεν τη λέμε πλέον bad bank. Λέγεται πλέον asset management company, δηλαδή εταιρεία διαχείρισης ενεργητικού. Διότι πολλοί μπερδεύουν τη bad bank με εκκαθαριστές, δεν εκκαθαρίζει η bad bank. Η asset management company προσπαθεί να εξυγιάνει το τραπεζικό σύστημα χωρίς να το εκκαθαρίζει. Η εκκαθάριση είναι άλλη. Ορισμένοι μπερδεύουν την PQH, η οποία είναι εκκαθαριστής, εκκαθαρίζει τις τράπεζες, με την asset management company, με την εταιρεία διαχείρισης ενεργητικού, την οποία πράγματι η Τράπεζα της Ελλάδος εδώ και δύο χρόνια έχει προτείνει.
Να ξεκαθαρίσω ένα πράγμα: η Τράπεζα της Ελλάδος δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο συμφέρον να προωθήσει μία λύση σε σχέση με μια άλλη. Η Τράπεζα της Ελλάδος δεν είναι μέτοχος των τραπεζών, είναι επόπτης. Έχει όμως την υποχρέωση να βλέπει μπροστά και έχει την υποχρέωση, εφόσον πιστεύει ότι μία λύση είναι καλύτερη από μία άλλη, να την προτείνει στην κυβέρνηση. Αυτό κάναμε και εμείς και προτείναμε μία λύση, που όλοι ανεξαιρέτως οι διεθνείς οργανισμοί θεωρούν ότι είναι το πιο αποτελεσματικό μέτρο για να εκκαθαρίσει τα κόκκινα δάνεια. Και κυρίως να λύσει και το άλλο πρόβλημα, που είναι ένα δίδυμο πρόβλημα στην Ελλάδα, το οποίο δεν έχουν οι άλλες χώρες στον ίδιο βαθμό με εμάς. Είναι αυτό που είπατε πριν, η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση.
Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει στελέχη που είναι εδώ από την αρχή της κρίσης. Ίσως τα πιο έμπειρα στον κόσμο σε θέματα αυτά. Τα στελέχη αυτά, μαζί με τρεις κορυφαίους διεθνείς συμβούλους, κατέληξαν σε μια πρόταση, σε μία εταιρεία διαχείρισης ενεργητικού, η οποία λαμβάνει υπόψη όλη την ευρωπαϊκή νομοθεσία και δεν λύνει μόνο το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, αλλά λύνει και το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογίας. Ο θεσμικός ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδος όμως σταματά εδώ. Κάναμε την πρόταση αυτή διότι θεωρούσαμε ότι είναι η καλύτερη δυνατή. Η κυβέρνηση έχει τη νομοθετική πρωτοβουλία, η κυβέρνηση έχει την πρωτοβουλία την πολιτική να διαπραγματευτεί αυτήν τη λύση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Είπατε πριν ότι δεν την έχει υιοθετήσει. Δεν είναι αλήθεια αυτό, δεν την έχει υιοθετήσει ακόμα, θα έλεγα, τη λύση. Ας είμαστε όμως προσεκτικοί. Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι εδώ για να βοηθήσει, η λύση αυτή υπάρχει. Εάν χρειαστεί, εδώ είμαστε να βοηθήσουμε να εφαρμοστεί.
Υπάρχει μια παρεξήγηση. Η λύση αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί από την Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή η Κεντρική Τράπεζα δεν μπορεί να φτιάξει μέσα στην Κεντρική Τράπεζα μία asset management company, διότι θα κατηγορηθεί για νομισματική χρηματοδότηση. Απλώς μία πρόταση κάνουμε. Εάν γίνει αυτή η εταιρεία διαχείρισης ενεργητικού, θα είναι μια ιδιωτική εταιρεία, με τη συμμετοχή του Δημοσίου βεβαίως. Η μέχρι τώρα εμπειρία μας είναι καταλυτική. Όσες χώρες προχώρησαν σε ριζική αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων χρησιμοποίησαν κυρίως εταιρείες διαχείρισης ενεργητικού. Από τις σκανδιναβικές χώρες, που αντιμετώπισαν το πρόβλημα στο τραπεζικό τους σύστημα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, μέχρι τις χώρες της κρίσης του 2010 (Ισπανία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ιταλία). Δεν πρέπει να το ξεχάσουμε αυτό. Γι΄ αυτό λοιπόν δεν λέω ότι δεν έχει υιοθετηθεί, λέω ότι ακόμα δεν έχει υιοθετηθεί. Είναι στο ράφι και, αν χρειαστεί, εδώ είμαστε για να βοηθήσουμε για να εφαρμοστεί η πρόταση αυτή.
- Έχετε εικόνα για το τι είναι αυτό που κάνει, ας πούμε, διστακτική την κυβέρνηση να αξιοποιήσει την πρόταση;
ΓΣ: Όχι, δεν έχουμε ποτέ καθίσει όλοι μαζί σε ένα τραπέζι. Η κυβέρνηση βεβαίως πήρε συμβούλους και αξιολόγησε την πρότασή μας. Απλώς είδα τη δήλωση κάποιου στελέχους της κυβέρνησης ότι θεωρείται ακριβή λύση. Δεν συμφωνούμε σ' αυτό, οι δικές μας οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι για τον Έλληνα φορολογούμενο αυτή είναι η αποτελεσματικότερη λύση.
Έρχεται άλμα στην παγκόσμια οικονομία
- Πολλοί οικονομικοί παράγοντες υποστηρίζουν ότι με τη με τη σταδιακή υπέρβαση της οικονομικής κρίσης θα ακολουθήσει μια μακρά περίοδος ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
ΓΣ: Η οικονομική ιστορία το υποστηρίζει αυτό, διότι μετά από μεγάλες κρίσεις έχουμε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης. Βέβαια τίποτα δεν γίνεται αυτόματα. Εάν έχει γίνει μια μεγάλη αλλαγή στη νοοτροπία των εταίρων μας στην Ευρώπη, αυτή είναι ότι έχουν πλέον καταλάβει ότι πρέπει να πάμε όλοι μαζί με κοινές δράσεις. Αυτό το πρόγραμμα που περιγράφουμε τώρα, τα 750 δισεκατομμύρια του NGΕU, αυτά τα κονδύλια είναι μία κοινή δράση, σημαντική κοινή δράση. Για πρώτη φορά γίνεται στην Ευρώπη και ένας κοινός δανεισμός. Βγήκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να δανειστεί 750 δισεκατομμύρια. Αυτό είναι ένα πρώτο βήμα προς μία πιο ομοσπονδιακή Ευρώπη, αυτό που πολλοί από εμάς οραματιζόμαστε χρόνια τώρα, ένα μικρό αλλά σημαντικό και σταθερό βήμα για μία πιο θωρακισμένη Ευρώπη.
- Θεωρείτε ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι μας έχουν επανεξετάσει κάπως τη στάση τους σε σχέση με την Ελλάδα, διότι τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε μια αρκετά μεγάλη ένταση και από τις δύο πλευρές...
ΓΣ: Νομίζω ότι κι εμείς έχουμε επανεξετάσει τη στάση μας για αυτά που κάναμε στο παρελθόν, τα λάθη μας κυρίως, αλλά σαφώς η Ευρώπη κάνει την κριτική της για το πως φέρθηκε στην Ελλάδα, ειδικά για όσους είχαν μια τιμωρητική διάθεση αντί να βοηθήσουν στα χρόνια της κρίσης. Το καλό είναι ότι σήμερα βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε όρθιοι, ξεπεράσαμε τα μεγάλα προβλήματα παραμείναμε στο ευρώ, διαψεύσαμε την Κασσάνδρα που έλεγε ότι θα βγούμε από την ευρωζώνη και είμαστε πιο ισχυροί στην οικονομία μας. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
- Θα επιστρέψω σε λίγο στην περιπέτεια του 2010 - 2015, να σταθούμε λίγο στην παγκόσμια οικονομία. Όλη αυτή η ρευστότητα που έχει διοχετευθεί στην παγκόσμια οικονομία, τα αρνητικά επιτόκια, η μεγάλη αύξηση του δημοσίου χρέους, όλα αυτά θα δημιουργήσουν κάποιες παρενέργειες...
ΓΣ: Υπάρχουν δύο σχολές σκέψης σήμερα στην οικονομία. Η μία σχολή σκέψης, στην οποία και εγώ προσυπογράφω, είναι ότι αυτές οι παρεμβάσεις ήταν αναγκαίες, ότι, αν δεν γινόντουσαν σήμερα, η παγκόσμια οικονομία θα ήταν σε μια πολύ μεγάλη ύφεση, ο πληθωρισμός θα ήταν αρνητικός, τα εισοδήματα θα είχαν πέσει, θα είχαν μειωθεί πολύ. Επομένως αυτές οι παρεμβάσεις ήταν αναγκαίες να γίνουν. Σαφώς πρέπει να προσέξουμε πώς θα εκμεταλλευθούμε αυτή τη ρευστότητα από τώρα και στο εξής, θα πρέπει να δούμε τη δημοσιονομική πολιτική την επομένη της πανδημίας. Ειδικά οι χώρες που έχουν πολύ μεγάλο χρέος και επιβαρύνθηκαν από την πανδημία με ακόμα μεγαλύτερο χρέος. Άρα λοιπόν ό,τι έγινε μέχρι τώρα ορθώς έγινε, αλλά θα πρέπει την επόμενη μέρα να είμαστε πιο προσεκτικοί, να δώσουμε πολύ μεγάλη βάση σε μεταρρυθμίσεις, στην παγκόσμια συνεργασία και στον επιστημονικό τομέα, στα εμβόλια, στην αντιμετώπιση της πανδημίας, στο διεθνές εμπόριο. Η παγκόσμια οικονομία και η ευημερία των κατοίκων αυτού του πλανήτη θα μεγιστοποιηθεί όταν υπάρχει συνεργασία, όχι μόνο όταν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Η άλλη σχολή σκέψης, λοιπόν, που δεν συμφωνεί με αυτό, λέει ότι θα δημιουργηθεί ένας πολύ μεγάλος πληθωρισμός, επειδή η νομισματική μάζα έχει αυξηθεί πολύ. Δεν θεωρώ ότι αυτή η σχολή σκέψης έχει μεγάλη πιθανότητα επαλήθευσης.
- Περιγράψατε προηγουμένως τις χώρες οι οποίες έχουν αρκετά δημοσιονομικά προβλήματα που θα πρέπει να είναι σε μια κατάσταση εγρήγορσης. Προφανώς αναφέρεστε και στην Ελλάδα. Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα κατανοούν αυτή την πραγματικότητα σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά δεδομένα ή λόγω της ευρύτερης αισιοδοξίας που υπάρχει έχει σχηματιστεί μια πιο αισιόδοξη, ας πούμε, προσέγγιση των πραγμάτων;
ΓΣ: Το αισιόδοξη δεν το θεωρώ κακό. Νομίζω ότι η αισιοδοξία βοηθά. Αυτό όμως που πρέπει σίγουρα να προσέξουμε είναι να μην ξανακάνουμε τα λάθη του παρελθόντος. Την επομένη της πανδημίας πρέπει να επιστρέψουμε σε πρωτογενή πλεονάσματα, που μακροχρόνια έχουμε σχεδιάσει, δηλαδή γύρω στο 2,2% του ΑΕΠ πρωτογενές πλεόνασμα, για να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους. Όμως η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, η οποία είναι εξασφαλισμένη για τα επόμενα 10 χρόνια, θα πρέπει κυρίως να στηριχθεί σε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Όπως ανέφερα και πριν, η μπάλα βρίσκεται στη δική μας περιοχή, τα χρήματα για επενδύσεις έχουν έρθει. Εμείς πρέπει να τα απορροφήσουμε με σωστό τρόπο, να κάνουμε τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ούτως ώστε να αυξηθεί η συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας. Να αυξηθεί για παράδειγμα η συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τη δημογραφική μείωση του πληθυσμού με μεγαλύτερη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και επομένως ο παράγων εργασία να αυξάνεται και αυτός.
«Φτάσαμε πολύ κοντά σε ένα μοιραίο ατύχημα δύο φορές»
- Αναφερθήκατε στην περιπέτεια του 2010-2015. Ήθελα να σας ρωτήσω σήμερα που έχει περάσει πολύς καιρός, πώς νιώθετε για την περιπέτεια του 2010-2015. Πόσο κοντά φτάσαμε τότε σε ένα μοιραίο ατύχημα;
ΓΣ: Φτάσαμε πολύ κοντά σε ένα μοιραίο ατύχημα δύο φορές. Μία φορά το 2012, λίγο πριν από την τρικομματική κυβέρνηση που σχηματίστηκε τον Ιούνιο του 2012. Τότε, ορισμένοι εκ των εταίρων μας προώθησαν τη θεωρία της Ιφιγένειας, που έπρεπε να θυσιαστεί για να αποπλεύσει ο στόλος. Μπορέσαμε και μείναμε όρθιοι με τη σωστή πολιτική από την κυβέρνηση των τριών κομμάτων τότε (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ), που έμειναν δύο κόμματα μετά στο τέλος. Νομίζω ότι την διετία εκείνη σώθηκε η Ελλάδα.
Επίσης το 2015 πάλι κινδυνεύσαμε, τότε δυστυχώς περισσότερο από δική μας πρωτοβουλία παρά από πρωτοβουλία των ξένων. Ευτυχώς και εκεί επικράτησαν οι νηφαλιότερες απόψεις και σήμερα είμαστε ευτυχείς που η περίοδος αυτή, η πολύ δύσκολη περίοδος, είναι ένα μακρινό παρελθόν, το οποίο όμως δεν πρέπει να ξεχάσουμε. Πρέπει να το θυμόμαστε, διότι δημιουργήθηκε κυρίως από δικά μας λάθη και δευτερευόντως δημιουργήθηκε από λάθη οικονομικής πολιτικής των εταίρων μας. Κυρίως όμως από δικά μας λάθη. Δεν πρέπει να το ξεχάσουμε αυτό ποτέ.
- Από την εμπειρία της κρίσης, την οποία ζήσατε από την πρώτη γραμμή του μετώπου, ποια συμβουλή θα δίνατε στους νεότερους;
ΓΣ: Στις νεότερες γενιές θα έλεγα σκληρή δουλειά, μόρφωση, τα αγαθά κόποις κτώνται. Τίποτα δεν μας χαρίζεται στη ζωή αυτή και πρέπει να μοχθήσουμε για να το αποκτήσουμε. Τα μαθήματα του παρελθόντος είναι επίσης χρήσιμα, νομίζω. Αυτά.
Πρόκληση πώς η καινοτομία θα μετατραπεί σε παραγωγικότητα
- Ζούμε σε μια ενδιαφέρουσα εποχή με την ψηφιακή επανάσταση να αλλάζει ριζικά τις κοινωνίες, την οικονομία, το επιχειρείν. Τι μπορούμε να περιμένουμε τα επόμενα χρόνια;
ΓΣ: Τα επόμενα χρόνια θα είναι πάρα πολύ ενδιαφέροντα, διότι αυτήν τη στιγμή υπάρχει ένα παράδοξο στην οικονομία και στην επιστήμη. Ενώ η επιστημονική κοινότητα, ενώ η καινοτομία προχωράει πολύ γρήγορα, βλέπετε τρομακτικές εξελίξεις, αυτό δεν καταγράφεται ακόμα στο ρυθμό μεταβολής της παραγωγικότητας. Είναι αυτό που λέμε το παράδοξο του Solow, του μεγάλου οικονομολόγου και νομπελίστα, ο οποίος πρώτος μίλησε για αυτό.
Tο ερώτημα είναι πώς η καινοτομία θα μετατραπεί σε παραγωγικότητα. Εδώ νομίζω παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η επιχειρηματικότητα. Πώς θα φέρουμε μαζί πανεπιστήμια, έρευνα και επιχειρήσεις. Να μπορέσουμε να γίνεται έρευνα που θα είναι χρήσιμη για την ελληνική οικονομία, είτε είναι έρευνα για τον πρωτογενή τομέα, είτε είναι έρευνα για τον δευτερογενή τομέα, είτε είναι για τον τριτογενή τομέα. Δόξα τω Θεώ, η Ελλάδα είναι γεμάτη από συγκριτικά πλεονεκτήματα. Επιστήμονες έχουμε παρά την κρίση και παρά τα μυαλά που μας έφυγαν. Τα citations, οι ετεροαναφορές, σε Έλληνες επιστήμονες, είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Άρα τα μυαλά είναι εδώ. Το ερώτημα είναι πώς εκμεταλλευόμαστε τις ιδέες αυτές, τις επιστημονικές, και τις κάνουμε καινοτομία. Εδώ πολύ μεγάλο ρόλο παίζει η επιχειρηματικότητα. Άρα λοιπόν εδώ θα πρέπει και οι επιχειρήσεις να δούνε ποιος είναι ο ρόλος τους στην επιστημονική έρευνα, ποιος είναι ο ρόλος τους στην καινοτομία, στα νέα προϊόντα ή σε μεθόδους που μειώνουν το κόστος για να βελτιώσουμε σε τελική ανάλυση την ανταγωνιστικότητα.
- Κύριε Διοικητά σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για την κουβέντα και όλα τα σημεία που μας επισημάνατε και ελπίζω να είμαστε καλά και να βιώσουμε αυτή τη φορά το θετικό σενάριο για την οικονομία και τη χώρα. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη.
ΓΣ: Εγώ σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δώσατε να σας πω ποιες είναι οι απόψεις της Τραπέζης της Ελλάδος για όλα αυτά τα σημαντικά θέματα που με ρωτήσατε σήμερα και εύχομαι καλή επιτυχία στη νέα σας προσπάθεια.
- Σας ευχαριστούμε πολύ.
Δείτε το βίντεο της συνέντευξης.