Έτοιμη να σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων αλλά να τα διατηρήσει στα τρέχοντα επίπεδα - ρεκόρ για όσο διάστημα αυτό θα κριθεί απαραίτητο είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως άφησε να εννοηθεί η επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ, μετά την απόφαση να υπάρξει η 10η διαδοχική αύξηση κατά 0,25%.
Σε ερώτηση εάν αυτή θα είναι η τελευταία αύξηση, η κα Λαγκάρντ απάντησε χρησιμοποιώντας ένα απόσπασμα από την ανακοίνωση της ΕΚΤ. Σε αυτό υπογραμμίζεται ότι «με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ έχουν διαμορφωθεί σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή στην έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον στόχο».
Φρόντισε, όμως, να προσθέσει ότι η ΕΚΤ παραμένει προσηλωμένη στο να αποφασίζει τις κινήσεις της βάσει των δεδομένων που θα έχει στην κατοχή της όταν συνεδριάζει το διοικητικό της συμβούλιο, ενώ ήταν ξεκάθαρη ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν στα τρέχοντα υψηλά και περιοριστικά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στο 2%. Μάλιστα η κα Λαγκάρντ επανέλαβε ότι τόσο το επίπεδο των επιτοκίων όσο και ο χρόνος που θα παραμείνουν σε αυτό είναι δύο από τα βασικά όπλα της ΕΚΤ προκειμένου να «πατάξει» τον πληθωρισμό.
Παραδέχθηκε ακόμη ότι -αν και τόνισε ότι δεν υπήρξαν «ανταγωνιστικές κόντρες» - ότι η απόφαση δεν ήταν ομόφωνη, αλλά τη στήριξε η πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου και ως εκ τούτου υπήρξε μία ακόμη αύξηση.
Οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό
Αναφερόμενη στην πορεία της οικονομίας η επικεφαλής της ΕΚΤ, τόνισε ότι η ανάπτυξη παραμένει αδύναμη και είναι πιθανόν να παραμείνει υποτονική τους επόμενους μήνες. Σε γενικές γραμμές παρέμεινε στάσιμη κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους και οι πρόσφατοι δείκτες υποδηλώνουν ότι ήταν αδύναμη και κατά το τρίτο τρίμηνο. Η χαμηλότερη ζήτηση για τις εξαγωγές της ζώνης του ευρώ και ο αντίκτυπος των σφιχτών συνθηκών χρηματοδότησης επιβραδύνουν την ανάπτυξη, μεταξύ άλλων μέσω της μείωσης των επενδύσεων σε κατοικίες και επιχειρήσεις. Ο τομέας των υπηρεσιών, ο οποίος μέχρι τώρα ήταν ανθεκτικός, τώρα επίσης αποδυναμώνεται. Με την πάροδο του χρόνου, η οικονομική δυναμική αναμένεται να ανακάμψει, καθώς τα πραγματικά εισοδήματα αναμένεται να αυξηθούν, υποστηριζόμενα από την πτώση του πληθωρισμού, την αύξηση των μισθών και την ισχυρή αγορά εργασίας, και αυτό θα στηρίξει τις καταναλωτικές δαπάνες.
Σημείωσε ακόμη ότι η αγορά εργασίας έχει παραμείνει μέχρι στιγμής ανθεκτική παρά την επιβράδυνση της οικονομίας. Το ποσοστό ανεργίας παρέμεινε στο ιστορικά χαμηλό του 6,4% τον Ιούλιο. Ενώ η απασχόληση αυξήθηκε κατά 0,2% το δεύτερο τρίμηνο, η δυναμική επιβραδύνεται. Ο τομέας των υπηρεσιών, ο οποίος αποτελούσε σημαντικό μοχλό αύξησης της απασχόλησης από τα μέσα του 2022, δημιουργεί τώρα επίσης λιγότερες θέσεις εργασίας. «Καθώς η ενεργειακή κρίση εξασθενεί, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να περιορίζουν τα σχετικά μέτρα στήριξης. Αυτό είναι ουσιώδες για να αποφευχθεί η αύξηση των μεσοπρόθεσμων πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες διαφορετικά θα απαιτούσαν ακόμη ισχυρότερη αντίδραση της νομισματικής πολιτικής», προσέθεσε η επικεφαλής της ΕΚΤ.
Οι εκτιμήσεις για την οικονομία
Για τις προοπτικές του πληθωρισμού σημείωσε ότι «οι ανοδικοί κίνδυνοι για τον πληθωρισμό περιλαμβάνουν πιθανές νέες ανοδικές πιέσεις στο κόστος της ενέργειας και των τροφίμων. Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες και η εξελισσόμενη κλιματική κρίση ευρύτερα θα μπορούσαν να ωθήσουν τις τιμές των τροφίμων σε υψηλότερα επίπεδα από τα αναμενόμενα. Μια διαρκής άνοδος των προσδοκιών για τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο μας ή υψηλότερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις στους μισθούς ή στα περιθώρια κέρδους θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν τον πληθωρισμό σε υψηλότερα επίπεδα, μεταξύ άλλων και μεσοπρόθεσμα. Αντίθετα, η ασθενέστερη ζήτηση - για παράδειγμα λόγω ισχυρότερης μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής ή επιδείνωσης του οικονομικού περιβάλλοντος εκτός της ζώνης του ευρώ - θα οδηγούσε σε χαμηλότερες πιέσεις στις τιμές, ιδίως μεσοπρόθεσμα».