Την ανάγκη η ΕΚΤ να παραμείνει προσεκτική αναφορικά με την πορεία του πληθωρισμού, τον οποίο τροφοδοτούν και οι αυξήσεις μισθών, τόνισε η επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στο Nikkei.
Η κα Λαγκάρντ τόνισε ότι συνεχίζει να ανησυχεί για τις αυξήσεις των τιμών στην ευρωζώνη και σημείωσε ότι «υπάρχουν παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν σημαντικούς ανοδικούς κινδύνους στις προοπτικές του πληθωρισμού». Παρά τις ανησυχίες για τον τραπεζικό τομέα, ανέφερε ότι η ΕΚΤ «δεν εκτιμά ότι θα υπάρξει ύφεση σύμφωνα με τη βασική μας πρόβλεψη για το 2023» και άφησε να εννοηθεί ότι θα υπάρξουν νέες αυξήσεις επιτοκίων.
Υπενθυμίζεται ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη βρίσκεται στο 7% έναντι 5% στις ΗΠΑ και 3% στην Ιαπωνία. Οι τιμές αυξάνονται με ιδιαίτερα γρήγορους ρυθμούς στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, με τον πληθωρισμό να ξεπερνά το 10% στις χώρες της Βαλτικής. Οι υψηλότερες τιμές επιβαρύνουν τους καταναλωτές και τροφοδοτούν απεργίες στην Ευρώπη, με τους εργαζόμενους να απαιτούν υψηλότερους μισθούς.
Η ΕΚΤ πρέπει «να είναι εξαιρετικά προσεκτική σε αυτούς τους πιθανούς κινδύνους ... ιδίως σε σχέση με τις αυξήσεις των μισθών σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες», σημείωσε η κα Λαγκάρντ και προσέθεσε ότι «έχουμε μια εντολή, η οποία μας αναθέτει έναν στόχο, όχι δύο όπως στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Ο στόχος μας είναι η σταθερότητα των τιμών».
Οι επικριτές της ΕΚΤ την κατηγορούν ότι ξεκίνησε τη σύσφιξή της αργότερα από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που εξηγεί, όπως λένε ορισμένοι, γιατί έχει παραμείνει σε υψηλά επίπεδα στην Ευρώπη. Η κα Λαγκάρντ απέρριψε αυτές τις «κατηγορίες» και σημείωσε ότι «κινηθήκαμε με πολύ συνειδητό και αποφασιστικό τρόπο προκειμένου να καταπολεμήσουμε τον πληθωρισμό». Αναγνώρισε, ωστόσο, ότι «έχουμε ακόμη περισσότερο έδαφος να καλύψουμε», αφήνοντας να εννοηθεί ότι η τράπεζα θα σφίξει περαιτέρω τη νομισματική πολιτική.
Η Ευρώπη έχει ιστορικό ότι η άνοδος των τιμών οδηγεί σε κοινωνικές αναταραχές. Η Γερμανία και άλλες χώρες είναι εδώ και καιρό ευαίσθητες στον πληθωρισμό και αν οι τιμές συνεχίσουν να ανεβαίνουν ανεξέλεγκτα, η αξιοπιστία της ΕΚΤ θα μπορούσε να υποφέρει. Ωστόσο, η κα Λαγκάρντ δεν έδωσε καμία ένδειξη για αύξηση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο, η οποία έχει γίνει θέμα συζήτησης. Αρνήθηκε επίσης να πει αν η τράπεζα θα συρρικνώσει ταχύτερα τον ισολογισμό της για να ενισχύσει το αποτέλεσμα σύσφιξης.
«Μόλις ανακοινώσαμε ότι αναμένουμε να διακόψουμε τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του APP [του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων] από τον Ιούλιο του 2023. Δεν έχει συζητηθεί τίποτα περαιτέρω από το Διοικητικό Συμβούλιο, ούτε πρόταση για πώληση περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο του APP, ούτε αλλαγή στις μελλοντικές κατευθύνσεις που έχουμε δώσει σε σχέση με το PEPP [το πρόγραμμα αγοράς έκτακτης ανάγκης για πανδημία», υπογράμμισε.
Όσον αφορά τις ανησυχίες για την ευρωπαϊκή οικονομία, η κα Λαγκάρντ τόνισε ότι τα χειρότερα έχουν περάσει, λέγοντας: «Δεν έχουμε ύφεση στη βασική μας πρόβλεψη για το 2023 και είμαστε σε καλύτερη θέση από ό,τι φοβόμασταν πριν από έξι μήνες». Αυτό φαίνεται να οφείλεται εν μέρει στην αυξανόμενη εμπιστοσύνη ότι η απώλεια των ρωσικών ενεργειακών προμηθειών δεν θα έχει μεγάλο αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή οικονομία, ενώ υποστήριξε ότι «Ακόμη και χωρίς ρωσικές προμήθειες [ενέργειας], η ευρωπαϊκή θέση είναι σταθερή».