Ως «χαμένη χρονιά» χαρακτηρίζουν οι περισσότεροι παράγοντες του τουρισμού του 2020, παρά τη σταδιακή άρση των περιορισμών σε παγκόσμιο επίπεδο και τα πρώτα δειλά βήματα προς μία επιστροφή σε πιο κανονικές συνθήκες για το σύνολο των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.
Επιβεβαιώνοντας με τον πιο εύγλωττο τρόπο την παραπάνω δυσοίωνη εκτίμηση ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (UNWTO) σε πρόσφατη έκθεσή του, προέβλεψε ότι ο τουρισμός διεθνώς θα υποχωρήσει για το 2020 μεταξύ 60% και 80%, ενώ ήδη η τουριστική κίνηση έχει αποδυναμωθεί κατά 22% στο α’ τρίμηνο του έτους.
Πρόκειται για μία πρόβλεψη, όπως αναφέρει και σε μελέτη του στα τέλη Απριλίου ο ΣΕΤΕ, που εάν επιβεβαιωθεί θα αποτελέσει τη χειρότερη μείωση της τουριστικής κίνησης σε περίοδο ειρήνης.
Για παράδειγμα εν τω μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2009 οι διεθνείς αφίξεις τουριστών υποχώρησαν κατά 4%, ενώ στην περίπτωση της επιδημίας του SARS ο αντίκτυπος ήταν σχεδόν μηδαμινός καθώς η πτώση έφθασε στο 0,4%.
Απαισιοδοξία στην Ελλάδα
Επί ελληνικού εδάφους όσοι δραστηριοποιούνται στον κλάδο και κυρίως οι ξενοδόχοι εμφανίζονται απόλυτα απαισιόδοξοι. Σύμφωνα με τον Γρηγόρη Τάσιο, πρόεδρο τα Πανελλήνιας Ένωσης Ξενοδόχων, υπάρχει ένα Plan B, βάσει του οποίου ο κλάδος θα προσπαθήσει «να σώσει ό,τι μπορεί», ενώ τόνισε ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα σοβαρό αλλά και ρεαλιστικό υγειονομικό πρωτόκολλο λειτουργίας των ξενοδοχειακών μονάδων, σαφώς με πρώτο γνώμονα την υγεία επισκεπτών και εργαζομένων αλλά χωρίς να μετατραπούν τα ξενοδοχεία σε… νοσοκομεία.
«Έχουμε στο μυαλό μας το Plan B. Μικρότερη τουριστική σεζόν φέτος, ανοίγουμε έστω και χωρίς έσοδα και προσπαθούμε να σώσουμε ό,τι μπορέσουμε. Διασφαλίζουμε μισθό και ταμείο ανεργίας για όλους τους εργαζόμενους και χρησιμοποιούμε ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία ώστε να αντέξουμε μέχρι το 2021, οπότε εάν έχουμε φάρμακο και εμβόλιο για τον κορονοϊό θα μπορούμε να προσβλέπουμε σε μια καλύτερη τουριστική χρονιά από του χρόνου», τόνισε χαρακτηριστικά.
Μεταξύ των ελάχιστων ελπίδων για το σύνολο του τουριστικού κλάδου είναι οι εγχώριοι επισκέπτες και η στήριξη που μπορούν να προσφέρουν. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 2019 (στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος), τα τουριστικά έσοδα ανήλθαν σε περίπου 18 δισ. ευρώ, αλλά υπήρξαν και εκροές τεσσάρων δισ. ευρώ, λόγω της τουριστικής κίνησης από την Ελλάδα σε χώρες του εξωτερικού.
Ακόμη και μέρος εξ αυτών των τεσσάρων δισ. εάν δαπανηθεί εντός της χώρας, αν και δεν θα σώσει τη χρονιά, τουλάχιστον θα περιορίσει τις υψηλές απώλειες.
Αργή και επώδυνη η ανάκαμψη
Ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα είναι ποια θα αποδειχθεί η πορεία της ανάκαμψης, με δεδομένο το γεγονός ότι δεν υπάρχει, ακόμη, θεραπεία κατά του κορονοϊού και ως εκ τούτου κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει επιστροφή της ανάγκης για lockdown.
Εάν βασιστούμε στο καλό σενάριο ότι η πανδημία έχει φθάσει στο ζενίθ της και από τώρα και στο εξής όλα θα προχωρήσουν κατ’ ευχήν, τότε, σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ, στις προηγούμενες κρίσεις της τελευταίας εικοσαετίας, η ανάκαμψη ξεκίνησε την αμέσως επόμενη χρονιά, όμως η ανάκαμψη εσόδων ήταν βραδύτερη από την ανάκαμψη των αφίξεων.
Βέβαια η ανάκαμψη δεν είναι ενιαία ούτε γεωγραφικά ούτε κλαδικά. Για παράδειγμα, η ανάκαμψη των εσόδων του τουρισμού στην Δυτική Ευρώπη μετά την κρίση του 2008 – 2009 πήρε 4 χρόνια, πλην όμως τα έσοδα των ξενοδοχείων συνολικά δεν ανέκαμψαν ποτέ ενώ, αντίθετα, των ξενοδοχείων luxury και upscale ανέκαμψαν μετά από 7 χρόνια.
Όπως αναφέρει το World Travel & Tourism Council (WTTC), ο χρόνος ανάκαμψης των αφίξεων από επιδημίες όπως ο SARS, στην προ επιδημίας κατάσταση, κυμαίνεται από 10 έως 34,9 μήνες, με μέσο χρόνο ανάκαμψης τους 19,4 μήνες. Από την άλλη πλευρά, ο χρόνος ανάκαμψης από τις διάφορες κρίσεις, περιλαμβανομένων των επιδημιών, μειώνεται καθώς περνούν τα χρόνια.