Σε υγιή επίπεδα παραμένει η διάθεση για επενδύσεις από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, παρά το δύσκολο περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί λόγω κλιματικών, γεωστρατηγικών και πολιτικών εξελίξεων, και τις αμφιβολίες που προκαλούν στα σχέδια των επιχειρήσεων. Η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας αναφέρει ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τα οφέλη που μπορούν να φέρουν οι επενδύσεις, ωστόσο η χρηματοδότηση των σχεδίων αποτελεί σημαντική πρόκληση, με τα χρηματοδοτικά εργαλεία να βρίσκονται στο προσκήνιο.
Όπως αναφέρει η μελέτη της Εθνικής, η επενδυτική διάθεση παραμένει σε υψηλά επίπεδα καθώς ενισχύεται σημαντικά από τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά προγράμματα. Σημειώνει επίσης πως το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί πρακτικά από τη μια πλευρά να παρατηρούνται πρακτικές δυσκολίες στην αξιοποίησή του από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ωστόσο αποτυπώνονται τα οφέλη που καρπώνονται οι επιχειρήσεις από την απορρόφηση των εν λόγω πόρων.
Διατηρείται η επενδυτική διάθεση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων
Αναλυτικότερα, σταθερή επενδυτική διάθεση επιδεικνύουν οι ελληνικές ΜμΕ για την επόμενη τριετία, με το μισές από αυτές να δηλώνουν πως σχεδιάζει επενδύσεις (ποσοστό αντίστοιχο με της προηγούμενης τριετίας). Ωστόσο, ένα 11% δηλώνει ότι έχει επηρεαστεί ουσιαστικά από τις συνθήκες αβεβαιότητας και πλέον τα επενδυτικά του σχέδια είναι σε διαδικασία αναθεώρησης.
Όσον αφορά τις επενδυτικές κατευθύνσεις για την επόμενη τριετία, προτεραιότητα δίνεται στην επέκταση παγίων, τις ψηφιακές και πράσινες επενδύσεις (11-12% του τομέα), και δευτερευόντως σε επενδύσεις σχετικές με καινοτομία, εξωστρέφεια και συνεργασίες (5-7% του τομέα). Όπως επισημαίνει η μελέτη, διακρίνεται μια ισόρροπη κατανομή ανάμεσα σε μεγέθυνση από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις κυρίως, και ενίσχυση αποτελεσματικότητας (κυρίως για τις μεσαίες επιχειρήσεις) είτε μέσω αύξησης παραγωγικότητας είτε μέσω μείωσης κόστους.
Το ζήτημα της χρηματοδότησης
Σύμφωνα με την μελέτη, κομβικός παραμένει ο ρόλος των διαθέσιμων χρηματοδοτικών προγραμμάτων (όπως ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανάκαμψης και Αναπτυξιακός), καθώς πρόθεση αξιοποίησής τους εκφράζει το ¼ των ΜμΕ (53% όσων επενδύουν)– ποσοστό αντίστοιχο με την προηγούμενη τριετία.
Κρίσιμο το Ταμείο Ανάκαμψης για τις επιχειρήσεις
Εστιάζοντας ενδεικτικά στο Ταμείο Ανάκαμψης, δεδομένου ότι η συνολική απορρόφηση πόρων από την Ελλάδα είναι σχετικά υψηλή (42% των πόρων που της αναλογούν), το βασικό στοίχημα πλέον ανάγεται στην όσο πιο άμεση αξιοποίησή τους από τους τελικούς δικαιούχους, καθώς μέχρι σήμερα το 27% των πόρων προς τις τράπεζες έχει εγκριθεί και συμβασιοποιηθεί. Όπως τονίζει, καθώς η έγκριση των δανείων είναι συνδεδεμένη με συγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο, ζητούμενο αποτελεί αρχικά η ταχύτερη δυνατή αδειοδότηση και στη συνέχεια μια αποτελεσματική κατασκευαστική διαδικασία με τις μικρότερες χρονοκαθυστερήσεις.
Παράλληλα, η έρευνά της Εθνικής ανέδειξε ένα «σχετικό δισταγμό» των επιχειρήσεων για αιτήσεις, καθώς μόλις το 7% των ΜμΕ (1/3 αυτών με δυνητικό ενδιαφέρον) έχουν καταθέσει αίτηση για αξιοποίηση του προγράμματος. Οι παράγοντες που «φρενάρουν» τις επιχειρήσεις φαίνεται να είναι η έλλειψη ολοκληρωμένων επενδυτικών σχεδίων όπως αναφέρει αυτό το 7% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, φανερώνοντας ανάγκη για καθοδήγηση και αναβάθμιση του οικονομικού εγγραμματισμού τους. Επίσης οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανέφεραν δυσκολίες στη συγκέντρωση του απαιτούμενου κεφαλαίου σε ποσοστό 3% ενώ το 1% ανέφερε την αναμονή για κατάλληλα προγράμματα, υποδεικνύοντας την ανάγκη ενημέρωσης για διαθέσιμες επιλογές.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να προχωρήσουν οι ίδιες σε χρήση προγραμμάτων για τις επενδύσεις τους, αναγνωρίζουν την αξία από την ευρύτερη συνεισφορά των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, με το 9% των μικρομεσαίων να εκτιμά άμεσο όφελος (4% έχει ήδη ωφεληθεί και ένα επιπλέον 5% αναμένει να ωφεληθεί από τους εν λόγω πόρους στο άμεσο μέλλον).
Ωστόσο, εξαιρετικής σημασίας είναι το γεγονός ότι ένα επιπλέον 45% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εκτιμά ότι θα έχει δευτερογενείς ωφέλειες. Αυτές αφορούν είτε αυξημένες πωλήσεις λόγω συνεργειών από έργα ή επενδύσεις χρηματοδοτούμενες από το Ταμείο, είτε αυξημένη αποδοτικότητα εξαιτίας νέων υποδομών που υλοποιούνται. Σημειώνεται ότι τα οφέλη των χρηματοδοτικών προγραμμάτων φαίνεται να διαχέονται σε εντονότερο βαθμό σε επιχειρήσεις της περιφέρειας, όπου 62% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δηλώνουν συνολικά θετικές επιδράσεις (έναντι 50-55% σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη), συμβάλλοντας έτσι στην ισόρροπη κατανομή της οικονομικής ανάπτυξης.