Ιδιαίτερα ισχυρή ήταν η κινητικότητα στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό στο α' τετράμηνο του έτους, με τις αιτήσεις να ξεπερνούν το επίπεδο των 25.000, εμφανίζοντας αύξηση που ξεπέρασε το 82%, καθώς στο αντίστοιχο διάστημα του 2023 είχαν φθάσει στις 13.830.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στους τέσσερις πρώτους μήνες του έτους, οι αιτήσεις έφθασαν στις 25.190, ενώ τον Απρίλιο δημιουργήθηκαν 6.390 νέες αιτήσεις, δηλαδή σχεδόν διπλάσιες από το μέσο όρο των αιτήσεων, έγιναν ανά μήνα μέσα στο 2023 (μέσος όρος 3.400 αιτήσεις).
Επίσης, κατά τον ίδιο μήνα, οριστικοποιήθηκαν 3.819 αιτήσεις. Συνεπώς, μέχρι σήμερα, μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού έχουν πραγματοποιηθεί 16.704 επιτυχείς ρυθμίσεις οφειλών που αντιστοιχούν σε 5,92 δισ. ευρώ αρχικών οφειλών.
Παράλληλα, οι εταιρείες διαχείρισης (servicers) πραγματοποίησαν κατά το μήνα Μάρτιο του 2024 απευθείας διμερείς ρυθμίσεις για σχεδόν 7.900 οφειλέτες, με συνολικό ύψος οφειλών 351 εκατ. ευρώ. Τα στεγαστικά δάνεια αποτελούν την πλειοψηφία σε όλους τους τύπους διμερών αλλά και του Ν.4605/2019, ενώ στο πλαίσιο του Ν.3869/2010 (νόμος Κατσέλη) οι ρυθμίσεις για περισσότερα από τα μισά δάνεια αφορούν σε καταναλωτικά.
Σε ό,τι αφορά τα επιμέρους στοιχεία Αττική και Κεντρική Μακεδονία είναι οι περιοχές με τη μεγαλύτερη κινητικότητα, καθώς αντιστοιχούν στο 47,15 των συνολικών οφειλών, ύψους 15,1 δισ. ευρώ.
Το 58,12% των οφειλών στον μηχανισμό αφορούν επιτηδευματίες, ενώ το 75,8% εξ αυτών είναι προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με τη μέση διάρκεια αποπληρωμής για χρέη προς το Δημόσιο να φθάνει στα 17 έτη και προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα 18 έτη.
Η πλειοψηφία των αιτήσεων βρίσκονται στο εύρος οφειλής 50.000 έως 200.000 ευρώ ενώ οι οφειλές άνω του ενός εκατ. ευρώ αθροίζουν σε 18,73 δισ. και αποτελούν το 58,24% του συνόλου των οφειλών του εξωδικαστικού. Παράλληλα μόνο το 9% των οφειλών είναι ενήμερο.
Επιπρόσθετα το μέσο «κούρεμα» για οφειλές προς το Δημόσιο φθάνει στο 16,72% και για αυτές προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα το 28%, με το συνολικό ποσό διαγραφής να φθάνει στο επίπεδο των 1,75 δισ. ευρώ.