Η οριστική αποδέσμευση της ΔΕΗ από την ζημιογόνο λιγνιτική παραγωγή, λόγω του υψηλού κόστους εκπομπών ρύπων, σε συνδυασμό με τη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την επέκταση σε νέες αγορές, αποτελούν βασικούς άξονες της στρατηγικής αναδιάρθρωσης της εταιρείας. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη σύγκριση των οικονομικών μεγεθών του 2019 με τα στοιχεία του νέου επιχειρησιακού σχεδίου της ΔΕΗ για την περίοδο 2026 - 2028, το οποίο παρουσιάστηκε την Τετάρτη από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο, Γιώργο Στάσση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η ΔΕΗ μετέτρεψε τις ζημιές ύψους 1,7 δισ. ευρώ το 2019 σε κέρδη 400 εκατ. ευρώ το 2024, με στόχο να φτάσουν τα 900 εκατ. ευρώ το 2028. Τα λειτουργικά αποτελέσματα αυξήθηκαν από 0,3 δισ. σε 1,8 δισ. ευρώ φέτος και προβλέπεται να ανέλθουν στα 2,9 δισ. ευρώ το 2028. Οι ετήσιες επενδύσεις εκτινάχθηκαν από 600 εκατ. ευρώ το 2019 σε 3 δισ. ευρώ, ενώ το μέρισμα που ήταν μηδενικό, θα ανέλθει στα 0,6 ευρώ ανά μετοχή για τη χρήση 2025 και θα διπλασιαστεί σε 1,2 ευρώ το 2028.
Οι μονάδες ΑΠΕ αυξήθηκαν από 3,2 γιγαβάτ το 2019, κυρίως υδροηλεκτρικά, σε 5,5 γιγαβάτ το 2023, με πρόβλεψη να φθάσουν τα 12,7 γιγαβάτ το 2028. Αντίθετα, οι λιγνιτικές μονάδες περιορίστηκαν από 3,7 γιγαβάτ το 2019 σε 0,6 φέτος, ενώ στο τέλος του 2026 θα μηδενιστούν με τη μετατροπή της Πτολεμαΐδας 5 σε μονάδα φυσικού αερίου. Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μειώθηκαν από 23,1 εκατ. τόνους το 2019 σε 9,7 εκατ. τόνους το 2024 και προβλέπεται να φθάσουν στα 3,5 εκατ. τόνους το 2028.
Στο ίδιο διάστημα, η ΔΕΗ προχώρησε σε σημαντικές εξαγορές μονάδων, δικτύων και προμήθειας στη Ρουμανία, ενώ δραστηριοποιήθηκε σε Βουλγαρία, Κροατία και Ιταλία. Επιπλέον, εισήλθε στους τομείς των τηλεπικοινωνιών, της φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων και της λιανικής με την εξαγορά της Κωτσόβολος.
Το ενδιαφέρον των επόμενων ετών επικεντρώνεται στη νέα εποχή εξηλεκτρισμού για την Ελλάδα και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς χρήσεις που βασίζονταν σε στερεά και υγρά καύσιμα, όπως κίνηση, θέρμανση και ψύξη, μεταφέρονται στον ηλεκτρισμό.
Αυξημένη ζήτηση ενέργειας και επενδύσεις
Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή αυξάνεται εξαιτίας παραγόντων όπως η ανάπτυξη data centers, η απόσυρση παλιών ανθρακικών μονάδων στα Βαλκάνια και ο πόλεμος στην Ουκρανία, που ενισχύει τις ανάγκες της χώρας για εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της καταστροφής του παραγωγικού δυναμικού.
Σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο 2026 - 2028, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε Ελλάδα και Ρουμανία το 2035 αναμένεται να είναι κατά 25% υψηλότερη σε σχέση με το 2024.
Μέχρι το 2030 προβλέπεται επταπλασιασμός της ζήτησης ενέργειας από data centers, εξαπλασιασμός του στόλου ηλεκτρικών οχημάτων, τριπλασιασμός της χρήσης αντλιών θερμότητας και αύξηση 10% στη ζήτηση για οικιακή ψύξη.
Το επιχειρησιακό σχέδιο της ΔΕΗ περιλαμβάνει την κάλυψη της επιπλέον ζήτησης και του κενού απόσυρσης ανθρακικών μονάδων με νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, φυσικό αέριο και αποθήκευση ενέργειας. Το συνολικό δυναμικό παραγωγής της ΔΕΗ προβλέπεται να φθάσει τα 16,6 γιγαβάτ το 2028, εκ των οποίων το 77% από ανανεώσιμες πηγές, έναντι 12,4 γιγαβάτ φέτος (58% ανανεώσιμες), ενώ η χρήση λιγνίτη θα έχει διακοπεί πλήρως έως το τέλος του 2026.