Η Μπάρμπα Στάθης παρέμεινε και το 2023 η πιο αποδοτική θυγατρική του ομίλου Vivartia με τα λαχανικά, τις σαλάτες και τις ζύμες της, εμφανίζοντας σταθερά υψηλή κερδοφορία και εξαγωγική δραστηριότητα.
Το 2023 ξεχώρισε ο κλάδος της κατεψυγμένης ζύμης (ελληνική ζύμη, χρυσή ζύμη), καθώς η μητρική απορρόφησε κόστη παραγωγής που δεν πέρασαν στον τελικό καταναλωτή. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η διοίκηση, η εταιρεία Μπάρμπα Στάθης στήριξε τους παραγωγούς προσφέροντας στη διετία τιμές παραγωγού +80% για τον αρακά και +65% για το φασόλι, απορροφώντας παράλληλα το μεγαλύτερο μέρος των κοστολογικών επιβαρύνσεων.
Όπως προκύπτει από την οικονομική έκθεση για τη χρήση του 2023, οι ενοποιηµένες πωλήσεις της Μπάρµπα Στάθης διαµορφώθηκαν σε 223,3 εκατ. ευρώ, αυξηµένες κατά 8,7% σε σύγκριση µε το 2022. Η µεγαλύτερη αύξηση, 12%, καταγράφηκε στις πωλήσεις των κατεψυγµένων ζυµών, ενώ στα κατεψυγµένα λαχανικά και στις φρέσκες σαλάτες η ανάπτυξη ήταν 3,7% και 2,3% αντίστοιχα.
Σε επίπεδο οµίλου, τα κέρδη EBITDA παρουσίασαν αύξηση της τάξης του 16,4% και ανήλθαν σε 33,4 εκατ. ευρώ έναντι 28,7 εκατ. ευρώ την προηγούµενη χρήση, οδηγούµενα από την αύξηση των πωλήσεων στον κλάδο των κατεψυγµένων ζυµών και, αντίστοιχα, το περιθώριο EBITDA για τον όµιλο διαµορφώθηκε σε 14,9% (από 13,9% το 2022) αντικατοπτρίζοντας τις αυξηµένες πωλήσεις. Στη μητρική Μπάρμπα Στάθης, τα EBITDA µειώθηκαν κατά 6,8% σε σύγκριση µε το 2022, καθώς η εταιρεία όπως προαναφέρθηκε αποφάσισε την απορρόφηση σηµαντικού τµήµατος των κοστολογικών αυξήσεων.
Τα κέρδη προ φόρων έφτασαν τα 18,7 εκατ. ευρώ έναντι 17,1 εκατ. ευρώ το 2022 παρουσιάζοντας αύξηση 9,5%, ως αποτέλεσµα της αύξησης των πωλήσεων κατεψυγµένων ζυµών, κυρίως λόγω των εξαγωγών.
Το 33% του συνολικού τζίρου από εξαγωγές
Οι καθαρές πωλήσεις από εξαγωγές κατά το 2023, σε επίπεδο ομίλου, σημείωσαν σημαντική αύξηση κατά 18,2% σε σχέση με το 2022 και πλέον αντιπροσωπεύουν το 32,9% των πωλήσεων του ομίλου (από περίπου 30,2% στο 2022).
Αναλυτικά η αύξηση στα κατεψυγμένα λαχανικά ήταν 10,6% και στις καταψυγμένες ζύμες 19%. Η συνεχιζόμενη αύξηση των εξαγωγών, όπως αναφέρουν από την εταιρεία, οφείλεται στη συνέχιση της ανάπτυξης των υφιστάμενων πελατών, στη συνεργασία με νέους πελάτες και στην είσοδο σε νέες αγορές. Τα προϊόντα της εταιρείας έχουν παρουσία σε περισσότερες από 46 χώρες.
Το 2023 συνεχίστηκε και το επενδυτικό πλάνο του ομίλου για την επέκταση των παραγωγικών του υποδομών και τη βελτιστοποίηση της παραγωγικής του διαδικασίας, πραγματοποιώντας επενδύσεις 10,3 εκατ. ευρώ. Το τετραετές πλάνο του ομίλου (2020-2024) ανέρχεται στα 58 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων επενδύσεις ύψους 23 εκατ. έχουν ενταχθεί σε επιδοτούμενα αναπτυξιακά προγράμματα του Ελληνικού Δημοσίου, των οποίων η επιδότηση είναι είτε σε μορφή φορολογικών κινήτρων, είτε σε μετρητά.
Οι επενδύσεις αφορούν, μεταξύ άλλων, νέες γραμμές παραγωγής καταψυγμένων λαχανικών, φυτικών γευμάτων και ζυμών, συσκευαστικές μηχανές, πλήρως αυτοματοποιημένους ψυκτικούς θαλάμους, καθώς και ηλιακούς συλλέκτες και έχουν στόχο τη βελτιστοποίηση του παραγωγικού μοντέλου που οδηγεί σε μείωση του κόστους παραγωγής.
Ο όμιλος πλήρωσε πέρυσι για τόκους 7,8 εκατ. ευρώ έναντι 4,5 εκατ. ευρώ το 2022. Σε επίπεδο εταιρείας τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα ήταν θετικά και ανήλθαν σε 1,7 εκατ. λόγω της είσπραξης μερισμάτων. Ο δείκτης άμεσης ρευστότητας (κυκλοφορούν ενεργητικό προς βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις» διαμορφώθηκε στο πολύ ικανοποιητικό 1,76. Τα χρηματικά διαθέσιμα του ομίλου ανήλθαν στα 21,3 εκατ, και ο συνολικός δανεισμός στα 124,8 εκατ. (έναντι €28,1 εκατ. της προηγούμενης χρήσης) μειωμένος κατά 3,3 εκατ. στον όμιλο και κατά 5,9 εκατ. στην εταιρεία ως αποτέλεσμα της αποπληρωμής τμήματος του τραπεζικού δανεισμού.
Τι προβλέπει η διοίκηση για το 2024
Για το 2024 προβλέπεται για τον όμιλο περαιτέρω αύξηση των πωλήσεων και της λειτουργικής του κερδοφορίας, μέσω της υλοποίησης του μεσο-μακροπρόθεσμου στρατηγικού του σχεδίου. Το πρώτο τρίμηνο του 2024 όπως αναφέρει η διοίκηση: «κατεγράφη για την Μπάρμπα Στάθης μία οριακή αύξηση των πωλήσεων με μικρή υποχώρηση των λειτουργικής κερδοφορίας σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023 (λόγω της μείωσης της κατανάλωσης) και για τον όμιλο μία συνολική αύξηση τόσο σε επίπεδο πωλήσεων όσο και σε επίπεδο λειτουργικής κερδοφορίας, παραμένοντας σε τροχιά επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί για το 2024».