Συνεχή εμπιστοσύνη στη δυναμική της αγοράς ακινήτων φαίνεται να δείχνουν τα ανώτατα στελέχη του κλάδου στην Ευρώπη, όπως αποδεικνύει η τελευταία έκδοση της έκθεσης «Emerging Trends in Real Estate Europe 2020», που δημοσιεύουν από κοινού η PwC και το Urban Land Institute (ULI). Παρά τις έντονες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη γηραιά ήπειρο, το Real Estate παραμένει μία ελκυστική και περιζήτητη κατηγορία επενδύσεων.
Με τις εκτιμήσεις για διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα για μεγαλύτερο διάστημα και τις αποδόσεις των ομολόγων να λαμβάνουν αρνητικό πρόσημο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, το εισόδημα από την αξιοποίηση ακινήτων διατηρεί τον έντονο ενδιαφέρον από πλευράς επενδυτών, ειδικά σε σύγκριση με άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Τα ίδια κεφάλαια και οι δεσμεύσεις αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για τους περισσότερους τομείς της αγοράς ακινήτων.
Σε σχέση με την ελληνική αγορά, η έρευνα εντοπίζει σημάδια ανάκαμψης με το ενδιαφέρον της Ευρώπης να στρέφεται ιδιαίτερα στην Αθήνα. Όπως δηλώνουν οι συμμετέχοντες της έρευνας, οι επενδυτές στοχεύουν σε επενδύσεις καταστημάτων λιανικού εμπορίου, ξενοδοχεία/τουριστικές εγκαταστάσεις και για την εξαγορά χαρτοφυλακίων που σχετίζονται με μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Επιφυλακτικότητα από το επιχειρηματικό περιβάλλον
Παρά τις ευρύτερες γεωπολιτικές ανησυχίες και τις δυσκολίες του κλάδου, σε παγκόσμιο επίπεδο κυριαρχεί θετική, αλλά επιφυλακτική προσέγγιση.
Περισσότερα από τα δύο τρίτα των συμμετεχόντων στη μελέτη - υψηλότερο ποσοστό από πέρυσι - αναφέρουν ότι το αυξημένο κόστος κατασκευής θα έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στις επιχειρήσεις τους το 2020. Αυτή η εκτίμηση είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους επενδυτές που βασίζονται σε στρατηγική build-to-core (κατασκευή βασικών στοιχείων ενεργητικού), με στόχο την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων.
Η έλλειψη προσιτής οικονομικά στέγασης παραμένει, επίσης, σημείο προβληματισμού, αλλά και ευκαιρίας, με το 61% των ερωτηθέντων να θεωρεί ότι το πρόβλημα θα επιδεινωθεί τα επόμενα πέντε χρόνια, καταγράφοντας απότομη αύξηση σε σχέση με το 2018.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η πολιτική αστάθεια σε διεθνές, αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, επισκιάζει τον κλάδο και αναφέρθηκε ως βασική ανησυχία από το 81% και το 70% των ερωτηθέντων, αντιστοίχως.
Επιπλέον, πάνω από τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων εξέφρασαν ανησυχία για την επίδραση των περιβαλλοντικών θεμάτων στην επιχείρησή τους. Οι διαχειριστές επενδύσεων ανταποκρίθηκαν στις πιέσεις των θεσμικών επενδυτών για περισσότερες πρωτοβουλίες σε θέματα περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG), ενώ άλλοι είχαν να αντιμετωπίσουν τους στόχους μείωσης των εκπομπών που προκύπτουν από την αύξηση των ρυθμίσεων, ώστε να προβούν σε κατασκευές και επενδύσεις που θα είναι βιώσιμες μελλοντικά και θα πληρούν τις απαιτήσεις που προκύπτουν από τη Συμφωνία του Παρισιού.
Δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ παραδοσιακών και εναλλακτικών κατηγοριών ακινήτων
Στην κορυφή της έκθεσης βρέθηκε για ακόμα μία χρονιά ο τομέας των logistics σχετικά με τις προοπτικές για επενδύσεις και κατασκευές, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης αύξησης των διαδικτυακών πωλήσεων λιανικής. Ο τομέας αυτός εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην κάλυψη της μεταβαλλόμενης καταναλωτικής ζήτησης σε σχέση με την προσφορά, ενώ υπάρχει μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης για το ηλεκτρονικό εμπόριο στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Ως προς τους υπόλοιπους τομείς, έντονη ροή κεφαλαίων προσελκύει ο οικιστικός τομέας, που καταλαμβάνει έξι από τις 10 πρώτες θέσεις στην προτίμηση των επενδυτών. Πολλές υποκατηγορίες που σχετίζονται με τον οικιστικό τομέα, όπως οι κατοικίες για συνταξιούχους και υποβοηθούμενης διαβίωσης, οι φοιτητικές κατοικίες, οι οικονομικά προσιτές κατοικίες και τα μισθωμένα ακίνητα, είναι πιο περίπλοκα από λειτουργικής άποψης, αλλά θεωρούνται πιο ασφαλή χάρη στη μεγάλη ζήτηση.
Η αλλαγή χρήσης εμπορικών ακινήτων αποτελεί όχι σταθερή επενδυτική επιλογή, για μετατροπή σε μεικτούς οικιστικούς και εργασιακούς χώρους, ώστε να προσελκύσουν ξανά τη δραστηριότητα στα αστικά κέντρα.
Κατάταξη ευρωπαϊκών πόλεων με βάση επενδυτικές και αναπτυξιακές προοπτικές
Οι κατατάξεις των πόλεων στη φετινή έκθεση αντανακλούν τόσο την επιφυλακτική στάση, όσο και τις ευκαιρίες που δίνουν ώθηση στην αγορά, με επικέντρωση στις πόλεις που θεωρείται ότι προσφέρουν ρευστότητα και σταθερότητα.
Στην κορυφή της λίστας βρίσκεται το Παρίσι, συγκεντρώνοντας το μεγαλύτερο μέρος των προτιμήσεων, με βάση τις προοπτικές για το 2020, ενώ στην κορυφαία δεκάδα βρέθηκαν όλες οι γερμανικές πόλεις, που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα- το Αμστερνταμ, η Μαδρίτη και το Λονδίνο.
Τέλος, η έκθεση εξετάζει επιπλέον την αυξημένη χρήση λύσεων έξυπνης κινητικότητας, που θεωρούνται ζωτικές για την επιτυχία και το αναπτυξιακό δυναμικό των ευρωπαϊκών πόλεων, με το 80% των ερωτηθέντων -περίπου- να αναφέρει ότι οι αλλαγές στις νέες λύσεις κινητικότητας/υποδομών παίζουν ρόλο στις επενδυτικές αποφάσεις τους.