Τα «σύννεφα» στις σχέσεις Ρωσίας και Τουρκίας επιβεβαίωσε, έστω και με έμμεσο τρόπο, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, ο οποίος, με δηλώσεις του, τόνισε ότι δεν υπάρχει συμφωνία για μία τετραμερή σύνοδο κορυφής με τη συμμετοχή της Τουρκίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας, προκειμένου να συζητηθεί το θέμα της Συρίας.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ερντογάν, το περασμένο Σάββατο, είχε ανακοινώσει ότι θα συναντηθεί στις 5 Μαρτίου με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, τον Εμμανουέλ Μακρόν και την Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου να βρεθεί λύση για την κρίση στην Ιντλίμπ, που φέρνει καθημερινά αντιμέτωπες τουρκικές και συριακές δυνάμεις, οι οποίες υποστηρίζονται από τη ρωσική αεροπορία.
Σήμερα και ο Ερντογάν, σε δηλώσει τους, παραδέχθηκε ότι δεν υπάρχει ακόμα συμφωνία για την τετραμερή σύνοδο.
Η εξέλιξη αυτή «στριμώχνει» τον Τούρκο πρόεδρο ο οποίος ήλπιζε ότι με την βοήθεια Γερμανίας και Γαλλίας θα πίεζε την Ρωσία να δεχθεί την εφαρμογή της συμφωνίας του 2018 στο Σότσι για την εγκαθίδρυση «αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης» στην επαρχία του Ιντλίμπ και για τον χωρισμό των θέσεων του καθεστώτος από τις θέσεις των ανταρτικών και τζιχαντιστικών οργανώσεων, που υποστηρίζονται από την Τουρκία.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί είναι η συνέχεια των δηλώσεων του Πεσκόφ, ο οποίος, σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο διμερούς συνάντησης Πούτιν – Ερντογάν, απάντησε ότι κάτι τέτοιο δεν βρίσκεται στο τραπέζι και αυτή τη στιγμή εξετάζονται οι επαφές με περισσότερους συμμετέχοντες. Πρόσθεσε όμως ότι σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, δεν είναι απαραίτητο να λάβουν μέρος στις συνομιλίες η Γαλλία και η Γερμανία αλλά θα μπορούσε να προσκληθεί το Ιράν. Υπενθυμίζεται ότι οι τρεις χώρες έχουν και στο παρελθόν συνομιλήσει για την κατάσταση στην Ιντλίμπ, αλλά το Ιράν δεν είναι ευπρόσδεκτος συνομιλητής για τους Τούρκους, καθώς υποστηρίζει σθεναρά το καθεστώς Άσαντ.
Η εμπλοκή της Τουρκίας στην Ιντλίμπ έχει μεγάλο αντίκτυπο και στην τουρκική λίρα. Συγκεκριμένα, από τις 7 Φεβρουαρίου έχει περάσει το όριο των 6 λιρών ανά δολάριο και παρά τις συνεχείς παρεμβάσεις των εμπορικών τραπεζών με πωλήσεις δολαρίων αλλά και τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί, η λίρα σήμερα ξέφυγε πάνω και από τις 6,15 λίρες ανά δολάριο.
Τα Ηνωμένα Έθνη προειδοποίησαν τη Δευτέρα για λουτρό αίματος, καθώς οι μάχες στην Ιντλίμπ έρχονταν «επικίνδυνα κοντά» σε στρατόπεδα που περιλάμβαναν περίπου ένα εκατομμύριο εκτοπισμένους.
Υπενθυμίζεται ότι από τις αρχές του Φεβρουαρίου, 17 Τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν από τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος στην επαρχία του Ιντλίμπ, τελευταίο προπύργιο των Σύρων ανταρτών στην βορειοδυτική Συρία, και πολλά τουρκικά φυλάκια, τα οποία η Άγκυρα θεωρούσε προστατευμένα από τις συμφωνίες με τον Πούτιν, βρίσκονται περικυκλωμένα στα εδάφη που έχει καταλάβει η Δαμασκός.
Επιδιώκοντας να εμποδίσει μία νίκη του Ασαντ, του μεγάλου του εχθρού, και ένα νέο κύμα προσφύγων που χτυπούν την πόρτα της Τουρκίας, ο Ερντογάν, η χώρα του οποίου υποστηρίζει ανταρτικές οργανώσεις στην Συρία, απείλησε να εξαπολύσει νέα επίθεση κατά των δυνάμεων της Δαμασκού, εάν δεν υποχωρήσουν από το Ιντλίμπ μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου.
Όμως, την στιγμή που οι σχέσεις με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν διέρχονται περίοδο ισχυρών εντάσεων εξαιτίας των διαφωνιών για την Συρία, μία τέτοια τουρκική επίθεση κατά του συριακού καθεστώτος χωρίς τον κίνδυνο για σύγκρουση με την Μόσχα ισοδυναμεί για τον Ερντογάν με τον τετραγωνισμό του κύκλου.
Απευθείας σύγκρουση
«Εάν οι δυνάμεις του καθεστώτος Ασαντ δεν αποσυρθούν μέχρι τις προηγούμενες γραμμές τους έως το τέλος του μήνα και εάν στο μεταξύ η Τουρκία και η Ρωσία δεν επιτύχουν συμφωνία, πιστεύω ότι θα γίνουμε μάρτυρες μίας απευθείας σύγκρουσης ανάμεσα στην Τουρκία και το καθεστώς του Ασαντ», εκτιμά ο Τούρκος πολιτικός αναλυτής Αλί Μπακίρ.
«Για την Τουρκία, το πρόβλημα δεν θα είναι το καθεστώς της Δαμασκού, αλλά οι Ρώσοι», λέει.
Η Τουρκία ανησυχεί τόσο για την κατάσταση στην τουρκοσυριακή μεθόριο διότι φοβάται την είσοδο νέου κύματος προσφύγων στο έδαφός της.
Η Τουρκία έχει ήδη υποδεχθεί περισσότερα από 3,6 εκατομμύρια Σύρους, η παρουσία των οποίων προκαλεί την εχθρότητα της τουρκικής κοινής γνώμης, και επιδιώκει να αμβλύνει το πρόβλημα με την εγκατάσταση μέρους αυτών σε περιοχές της βόρειας Συρίας που ελέγχονται από την Άγκυρα χάρη στις προηγούμενες τρεις επιθέσεις.
«Η είσοδος νέου κύματος προσφύγων θα ήταν το χειρότερο σενάριο για την Τουρκία, και όχι μία απευθείας σύγκρουση με το καθεστώτος της Δαμασκού», θεωρεί ο Αλί Μπακίρ.
Κατά την άποψή του, εάν η Ρωσία και η Τουρκία δεν επιλύσουν τις διαφορές τους για να αναβιώσουν την συμφωνία του Σότσι, η Άγκυρα θα μπορούσε να αποπειραθεί να εγκαταστήσει «μία ζώνη ασφαλείας κατά μήκος των συνόρων της σε ό,τι απομένει από το Ιντλίμπ, χωρίς αυτό να αποτελέσει αντικείμενο συμφωνίας με την Ρωσία ή με το καθεστώς του Άσαντ». Μία τέτοια ζώνη θα επιτρέψει στην Τουρκία να εγκαταστήσει σε συριακό έδαφος Σύρους πρόσφυγες που εγκατέλειψαν τις εστίες τους λόγω των μαχών.
«Ο Ερντογάν γνωρίζει το εχθρικό κλίμα προς τους Σύρους πρόσφυγες στην Τουρκία και για τον λόγο αυτόν παρουσιάζει ως σκοπό των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Συρία την αποτροπή νέου προσφυγικού κύματος», δηλώνει ο Χαΐντ Χαΐντ, ερευνητής του Chatham House.
«Θεωρεί ότι το πολιτικό κόστος θα είναι υψηλό εάν χάσει πολλούς στρατιώτες χωρίς να καταφέρει να εμποδίσει την είσοδο των προσφύγων στην Τουρκία».
Κατά την άποψή του, μία τουρκική επίθεση κατά των δυνάμεων του καθεστώτος της Δαμασκού «αποτελεί ενδεχόμενο». «Το να επιτραπεί στον Άσαντ να ανακαταλάβει το Ιντλίμπ δεν θα αποτελέσει μόνο πλήγμα στον Ερντογάν στο εσωτερικό, αλλά θα μπορούσε να πλήξει την φήμη της Τουρκίας και την ικανότητά της να επεμβαίνει στρατιωτικά εκτός του εδάφους της».
Για τον αναλυτή, μία τέτοια σύγκρουση δεν θα πλήξει αναγκαστικά την ρωσοτουρκική συμμαχία, καθώς οι δύο χώρες έχουν τα τελευταία χρόνια ενισχύσει σημαντικά την συνεργασία τους, πέραν της Συρίας, στους τομείς της άμυνας και της ενέργειας.
«Η σημερινή συμμαχία ανάμεσα στην Τουρκία και την Ρωσία ξεπερνά το πλαίσιο της Συρίας και για τον λόγο αυτόν κανένας από τους δύο δεν θέλει να την τορπιλίσει, κυρίως στο στάδιο αυτό. Το Ιντλίμπ είναι σημαντικό για την Τουρκία, αλλά δεν θεωρείται λόγος ρήξης», επισημαίνει ο αναλυτής.