Οι νέες τεχνολογίες στην αμυντική βιομηχανία βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης που διοργανώθηκε στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Για την πλούσια εμπειρία της εταιρείας Thales που μετράει 40 ολόκληρα χρόνια στην Ελλάδα, δημιουργώντας τεχνολογικά συστήματα, μίλησε ο Patrick Defranoux, διευθύνων σύμβουλος της Thales.
Σύμφωνα με ανακοίνωση των διοργανωτών του Φόρουμ, δήλωσε ότι στρατηγική της εταιρίας είναι κάθε φορά στη χώρα που δραστηριοποιείται να επιδιώκει τοπική παρουσία και στο πλαίσιο αυτό συνεργάζεται και στην Ελλάδα με μικρομεσαίες επιχειρήσεις που ασχολούνται με την αμυντική βιομηχανία. Έκανε λόγο για μεγάλο αποτύπωμα της Thales στη χώρα μας στην οποία προσφέρει πολλές επιχειρηματικές ευκαιρίες στους τομείς της άμυνας.
Ο κ. Defranoux παρουσίασε συνοπτικά τη συμβολή της εταιρίας του στην άμυνα της χώρας που περιλαμβάνει συστήματα διαχείρισης μάχης, ασύρματους και ραντάρ και άλλους εξειδικευμένους εξοπλισμούς. Η συμβολή τους όμως δεν περιορίζεται, όπως σημείωσε, στις ένοπλες δυνάμεις, αφού η εταιρεία συμβάλει με την τεχνολογία της και σε συστήματα ελέγχου της εναέριας κυκλοφορίας αλλά και άλλα συστήματα για το σιδηροδρομικό δίκτυο και το μετρό της πρωτεύουσας.
Από την πλευρά του, όπως αναφέρεται στην ίδια ανακοίνωση, ο Sr. Partner της EFA GROUP, Νίκος Παπάτσας, τόνισε ότι η καινοτομία και η υψηλή τεχνολογία μεταφράζονται σε αυξημένες ικανότητες και μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα των ενόπλων δυνάμεων και καθίστανται απαραίτητο εργαλείο στο πολύπλοκο και μεταβαλλόμενο περιβάλλον που ζούμε. «Χρειαζόμαστε εξοπλιστικά προγράμματα που θα εδραιώσουν νέες συμμαχίες», είπε, υπογραμμίζοντας ότι η ελληνική αμυντική βιομηχανία και άλλες εγχώριες προσπάθειες έχουν διπλό σκοπό, αφού συγχρόνως δημιουργούν θέσεις εργασίας και συμβάλλουν στην απόκτηση τεχνογνωσίας.
Αναφερόμενος στον τομέα των δεδομένων, ανέφερε ότι ο τρόπος συλλογής και διαχείρισής τους άλλαξε δραματικά χάρη στην τεχνολογία τα τελευταία χρόνια, τονίζοντας ότι το μέλλον στις στρατιωτικές επιχειρήσεις έγκειται στην καλύτερη και ασφαλέστερη συλλογή και διαχείριση πληροφοριών. «Οι εξελίξεις μας αποδεικνύουν τη δυνατότητα που έχει η ελληνική αμυντική βιομηχανία να αναλάβει μεγάλα έργα απαιτήσεων», σημείωσε, προσθέτοντας ότι οι εγχώριες εταιρείες μπορούν άνετα να ανταγωνιστούν τις ξένες και να έχουν συγχρόνως και το αβαντάζ της εντοπιότητας.
«Είμαστε η μεγαλύτερη αμυντική βιομηχανία στην Ελλάδα», δήλωσε ο διευθύνων σύµβουλος της INTRACOM Defense Γιώργος Τρουλλινός, σημειώνοντας ότι η εταιρία διαθέτει το 7% του κύκλου εργασιών της στην έρευνα και στην ανάπτυξη. Στην ανακοίνωση σημειώνεται πως διευκρίνισε πως μία καινοτόμα εγχώρια αμυντική βιομηχανία δεν αυξάνει μόνο τις δυνατότητες της χώρας, αλλά λειτουργεί και σαν πόλος έλξης ξένων επενδύσεων. «Όπου έγινε αυτό, απέδωσε τα μέγιστα», είπε παρουσιάζοντας παραδείγματα όπως της Σαουδικής Αραβίας που θέσπισε την υποχρέωση η εγχώρια παραγωγή να καλύπτει το 50% των εξοπλισμών ή της Γερμανίας που αναγκάζει με τη νομοθεσία της ξένους προμηθευτές να μεταφέρουν στη χώρα τεχνογνωσία και παραγωγή.
Ο κ. Τρουλλινός επισήμανε ωστόσο ότι τα επίπεδα έρευνας και καινοτομίας της Ελλάδας υπολείπονται αρκετά από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και ως έναν από τους βασικούς λόγους ανέφερε τη μη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας. Από το 2001 υπάρχει νομοθετική ρύθμιση που προβλέπει ότι το 1% της αξίας των εξοπλιστικών προγραμμάτων θα πηγαίνει στην έρευνα, αλλά ουσιαστικά ο νόμος αυτός δεν εφαρμόστηκε ποτέ, όπως υπογράμμισε, όπως προστίθεται. Αν όμως αυτό συμβεί και σε συνδυασμό με τους ευρωπαϊκούς πόρους που υπάρχουν, η Ελλάδα θα μπορέσει να ανακάμψει και να πλησιάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Τέλος, σύμφωνα με την ανακοίνωση των διοργανωτών, για την καινοτομία στα πρόθυρα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης μίλησε ο πρώην γενικός διευθυντής ΓΔΑΕΕ Θεόδωρος Λάγιος, τονίζοντας ότι φέρνει κύμα ριζικών αλλαγών σε κάθε επιχειρησιακό τομέα και μαζί στις αμυντικές δυνατότητες. Στάθηκε ιδιαίτερα στον σημαντικό και αυξανόμενο ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης που μειώνει την εμπλοκή του ανθρώπινου παράγοντα, ενώ συγχρόνως προσφέρει προοπτική για μία νέα στρατηγική, αυτή της τεχνολογικής υπεροχής.
Αναφέρθηκε επίσης στις μεγάλες ελλείψεις πόρων που έφερε η οικονομική κρίση και στη συνέχεια η πανδημία και σημείωσε ότι οι κρατικές χρηματοδοτήσεις «δεν είναι πανάκεια». Υπογράμμισε επίσης τη διπλή φύση των νέων αυτών τεχνολογιών στον στρατιωτικό και πολιτικό τομέα και επισήμανε την ανάγκη συνεργασίας και αμοιβαίας μεταφοράς τεχνογνωσίας. Στην Ελλάδα, όπως είπε, οι κυριότεροι φορείς έρευνας και καινοτομίας είναι οι ακαδημαϊκοί οργανισμοί και οι μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις και το γεγονός αυτό ενισχύει την ανάγκη για συνεργασίες ακόμα περισσότερο. Τέλος, μίλησε για τις νέες προκλήσεις που καθιστούν τη διασυνοριακή συνεργασία πρώτη προτεραιότητα.