Οι αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρόκειται να σταματήσουν τον Μάρτιο, προειδοποιεί τις αγορές η πρόεδρος της τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, σε συνέντευξή της.
Μιλώντας στην ισπανική τηλεόραση και απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, σημείωσε ότι «αυτή τη στιγμή είναι πιθανό ότι θα συνεχίσουμε στο ίδιο μονοπάτι. Το πόσο θα αυξηθούν και πόσες θα είναι οι αυξήσεις είναι αδύνατον να το πούμε αυτή τη στιγμή».
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ έχει προαναγγείλει ότι θα προχωρήσει σε αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο, ενώ θα κάνει «ό,τι χρειαστεί», χρησιμοποιώντας όλα τα εργαλεία που έχει στην κατοχή της προκειμένου ο πληθωρισμός να υποχωρήσει κοντά στον στόχο του 2%.
Η κα Λαγκάρντ τόνισε ότι η αύξηση του Μαρτίου είναι απαραίτητη, ενώ πλέον οι αναλυτές εκτιμούν, κατά μέσο όρο, ότι το βασικό επιτόκιο θα φθάσει στο 4% από 2,5% που είναι σήμερα.
Σε ό,τι αφορά το επονομαζόμενο «τελικό επιτόκιο», δηλαδή μέχρι που είναι διατεθειμένη η ΕΚΤ να αυξήσει το κόστος δανεισμού, η κα Λαγκάρντ ουσιαστικά απέφυγε να απαντήσει και υποστήριξε ότι «η πραγματικά ειλικρινή απάντηση είναι ότι όλα θα εξαρτηθούν από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Το κόστος δανεισμού θα πρέπει να παραμείνει σε ένα επίπεδο που θα καταστήσει περιοριστική την οικονομική δραστηριότητα. Αυτό που είναι απόλυτα σίγουρο είναι ότι θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί ώστε ο πληθωρισμός να επιστρέψει στο 2%».
Ανάλογες δηλώσεις είχε πραγματοποιήσει χθες και ο επικεφαλής της Bundesbank, Γ. Νάγκελ. Ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης τάχθηκε υπέρ ενός πιο επιθετικού προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Bundesbank η αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας μπορεί να βοηθά σε μία βραχυπρόθεσμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, αλλά δεν επιδρούν σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και αυτός θα παραμείνει για μεγάλο διάστημα άνω του στόχου του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ. «Η αύξηση των επιτοκίων που έχει προαναγγελθεί για τον Μάρτιο δεν θα είναι η τελευταία. Περισσότερες σημαντικές αυξήσεις θα είναι αναγκαίες και μετά», σημείωσε ο κ. Νάγκελ.
Παράλληλα ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης υποστήριξε ότι το επιτόκιο της ΕΚΤ μόλις φθάσει στο ζενίθ του θα πρέπει να παραμείνει σε αυτό το επίπεδο για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να επιτευχθεί ο στόχος για τον πληθωρισμό. «Θα πρέπει να υπάρξει επίδραση και στον υποκείμενο πληθωρισμό. Μέχρι να συμβεί αυτό δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν μειώσεις επιτοκίων», σημείωσε.
Αναφερόμενος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QT), βάσει του οποίου από τον τρέχοντα μήνα η ΕΚΤ θα προχωρά σε πωλήσεις ομολόγων αξίας 15 δισ. ευρώ μηνιαίως ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης τάχθηκε υπέρ ενός πιο επιθετικού προγράμματος. «Είμαι υπέρ πιο «γενναιόδωρων» παρεμβάσεων μείωσης του ισολογισμού από τον Ιούλιο ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία», τόνισε.