Ορθάνοικτος είναι πλέον ο δρόμος όχι μόνο για να «πατήσουν» οι τράπεζες το πρώτο σκαλοπάτι της επενδυτικής κατηγορίας, αλλά να ανεβούν ακόμη υψηλότερα, εξασφαλίζοντας καλύτερους όρους δανεισμού από τις αγορές και προσελκύοντας περισσότερα και πιο ποιοτικά κεφάλαια στις μετοχές τους. Αυτό προκύπτει από τις χθεσινές αναλύσεις του οίκου Fitch, που δείχνουν ότι οι τράπεζες εκπληρώνουν τα δύο σημαντικότερα κριτήρια για περαιτέρω αναβαθμίσεις, που αφορούν την κερδοφορία και τα «κόκκινα» δάνεια.
Στην κλίμακα της Fitch, μετά τις χθεσινές αναβαθμίσεις όλων των τραπεζών, ήδη η Εθνική και η Eurobank βρίσκονται ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα, στο BB+ και έχουν θέσει στο στόχαστρο το BBB-, που είναι και το εισαγωγικό κλιμάκιο της επενδυτικής κατηγορίας. Ένα σκαλί χαμηλότερα, στο ΒΒ, βρίσκονται πλέον η Πειραιώς και η Alpha. Όλες οι βαθμολογίες έχουν θετική προοπτική (outlook), κάτι που σημαίνει ότι βραχυπρόθεσμα θα ακολουθήσουν νέες αναβαθμίσεις.
Το ζητούμενο για τις ελληνικές τράπεζες, ύστερα από τις μεγάλες περιπέτειες της προηγούμενης δεκαετίες που αμαύρωσαν την εικόνα τους έναντι της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας, δεν είναι απλώς να «πατήσουν» στο εισαγωγικό κλιμάκιο της επενδυτικής κατηγορίας, αλλά να εμπεδώσουν μια δυναμική συνεχούς βελτίωσης των αξιολογήσεών τους, που θα συμβάλλει καθοριστικά στην ισχυροποίηση της εμπιστοσύνης των αγορών. Για παράδειγμα, στην κλίμακα της Fitch το ζητούμενο θα ήταν να ανεβούν τα τρία σκαλοπάτια του lower medium grade (κορυφαίο εδώ είναι το BBB+), ώστε να αρχίσουν να θέτουν στο στόχαστρο το upper medium grade, που αρχίζει από το Α-.
Προφανώς, αυτό δεν μπορεί να γίνει σε μια ημέρα, όμως έχει σημασία να διατηρηθεί η εντύπωση ότι οι τράπεζες βρίσκονται πλέον σε πορεία πλήρους αποκατάστασης των αξιολογήσεών τους και δεν θα κινδυνεύσουν στο μέλλον να χάσουν ξανά το investment grade. Αυτό, όπως λένε αναλυτές, θα ανοίξει έναν ενάρετο κύκλο, όπου οι τράπεζες θα εκδίδουν με χαμηλότερο κόστος τίτλους όλων των κατηγοριών, μεταξύ άλλων και για να θωρακίζουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια, εκπληρώνοντας και εποπτικές υποχρεώσεις (MREL), αλλά και για να διατηρούν ανοικτό τον δίαυλο άντλησης κεφαλαίων από το χρηματιστήριο με καλούς όρους.
Τα κλειδιά για αναβαθμίσεις
Ο οίκος Fitch, όπως και άλλοι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης, θέτουν ορισμένες κρίσιμες προϋποθέσεις για να συνεχισθεί αυτή η ανοδική πορεία. Η πρώτη, που ισχύει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο για όλες τράπεζες, αφορά το ευρύτερο μακροοικονομικό περιβάλλον και την πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου. Όπως αναφέρει η Fitch με πανομοιότυπη διατύπωση και στις τέσσερις αναλύσεις που εξέδωσε χθες για τις τράπεζες,
- Η αναβάθμιση θα εξαρτηθεί από την αναβάθμιση της βαθμολογίας οικονομικού περιβάλλοντος της Ελλάδας, η οποία θα μπορούσε να προκληθεί είτε από συνεχιζόμενες θετικές μακροοικονομικές τάσεις που οδηγούν σε ικανοποιητικές επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις τράπεζες, είτε από θετική δράση για την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας.
Σε ό,τι αφορά τις ίδιες τις τράπεζες, για τις περαιτέρω αναβαθμίσεις ο οίκος παρακολουθεί στενά κυρίως δύο κριτήρια:
- Την αποδοτικότητα, με βάση τον δείκτη λειτουργικά κέρδη προς σταθμισμένο ενεργητικό (RWA). Εδώ τίθεται ένα βασικό ερώτημα: Θα μπορέσουν οι τράπεζες, όταν μειωθούν πια τα επιτόκια που έχουν στηρίξει την κερδοφορία τους, να παραμείνουν αρκετά αποδοτικές; Από την ανάλυση της Fitch, προκύπτει καταφατική απάντηση. Ο οίκος θεωρεί ότι ο δείκτης λειτουργικών κερδών προς σταθμισμένο ενεργητικό δεν θα πρέπει να πέσει κάτω από το 2%, ώστε να διατηρηθεί η δυναμική αναβάθμισης των αξιολογήσεων. Σε αυτή τη φάση, όπου βρισκόμαστε στην κορύφωση της κερδοφορίας των τραπεζών, ως αποτέλεσμα των υψηλών επιτοκίων, ο δείκτης βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας από το 2%, ξεπερνώντας ακόμη και το 4%. Ακόμη και με την αναμενόμενη υποχώρηση των κερδών, οι τράπεζες φαίνεται ότι θα εκπληρώνουν με ασφάλεια αυτό το κριτήριο. Είναι σημαντικό, εξάλλου, ότι οι τράπεζες θα πρέπει να κρατήσουν σε υψηλά επίπεδα την κερδοφορία τους, χωρίς όμως να εκτεθούν σε σημαντικά αυξημένους κινδύνους (π.χ. με αλόγιστη χορήγηση δανείων).
- Τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων. Για τη Fitch, το «όριο ασφαλείας», το οποίο δεν θα πρέπει να ξεπερνά αυτός ο δείκτης, είναι το 4%. Σε γενικές γραμμές, οι τράπεζες εκπληρώνουν σήμερα αυτό το κριτήριο και μάλιστα έχουν καταφέρει να αποφύγουν μια αύξηση των «κόκκινων» δανείων, λόγω των πιέσεων που δημιούργησαν διαδοχικές κρίσεις (πανδημία, πόλεμος, υψηλός πληθωρισμός) σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά και λόγω της πίεσης που προκάλεσε η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ από το καλοκαίρι του 2022. Με βάση την εικόνα που παρουσίασαν οι τραπεζικές διοικήσεις, αναλύοντας τα οικονομικά αποτελέσματα του α' εξαμήνου και τις προβλέψεις τους για τη συνέχεια, τίποτα δεν δείχνει ότι οι τράπεζες διατρέχουν κίνδυνο νέας αύξησης των προβληματικών δανείων.
Πώς βλέπει η Fitch την κερδοφορία των τραπεζών
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρατηρήσεις της Fitch για την κερδοφορία των τραπεζών, που λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν για το α' εξάμηνο του έτους και δείχνουν ότι η αποδοτικότητα σε όρους λειτουργικής κερδοφορίας προς σταθμισμένο ενεργητικό ήταν πολύ υψηλή, ξεπερνώντας το 4% σε τρεις από τις τέσσερις τράπεζες (Εθνική, Eurobank, Πειραιώς). Ειδικότερα,
-- Εθνική: Ικανοποιητική, Βιώσιμη Κερδοφορία. Η κερδοφορία της Εθνικής Τράπεζας έχει σταθεροποιηθεί παράλληλα με την πορεία της στην αναδιάρθρωση και απομόχλευση των παλαιών προβληματικών περιουσιακών στοιχείων. Ο δείκτης λειτουργικών κερδών / RWAs της τράπεζας ήταν υψηλός στο 4,7% το 1ο εξάμηνο του 24 (2023: 4,0%) και αναμένουμε ότι θα παραμείνει υγιής μεσοπρόθεσμα, παρά τη μείωση των επιτοκίων. Η κερδοφορία υποστηρίζεται από την αύξηση των εσόδων από προμήθειες, τη συνεχιζόμενη επέκταση των δανείων, την αυστηρή διαχείριση του κόστους και τη συνεχιζόμενη μείωση των απομειώσεων δανείων. Η συνεισφορά από τα καθαρά έσοδα από προμήθειες βελτιώνεται σταδιακά, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί μικρό μόνο μερίδιο των εσόδων της τράπεζας.
-- Eurobank: Η κερδοφορία στην παρούσα φάση κορύφωσης θα παραμείνει ικανοποιητική. Τα ετήσια λειτουργικά κέρδη προς τα σταθμισμένα για τον κίνδυνο περιουσιακά στοιχεία (RWAs) της Eurobank ήταν 4% το 1ο εξάμηνο του '24 και πιθανότατα έχουν φτάσει στο αποκορύφωμά τους. Καθώς τα επιτόκια μειώνονται, αναμένουμε ότι ο δείκτης θα μετριασθεί, αλλά θα παραμείνει άνετα πάνω από το 2,5%, υποστηριζόμενος από την αύξηση των εσόδων από προμήθειες, τον έλεγχο του κόστους και τις βιώσιμες χρεώσεις απομείωσης δανείων. Η κερδοφορία της Eurobank παραμένει ευαίσθητη στους κύκλους επιτοκίων και πιστώσεων, αλλά επωφελείται από τη διεθνή διαφοροποίηση.
-- Πειραιώς: Βελτιωμένη κερδοφορία. Τα κέρδη έχουν ανακάμψει έντονα από το 2021, λόγω των σημαντικά υψηλότερων καθαρών εσόδων από τόκους λόγω υψηλότερων επιτοκίων και των διαρθρωτικά χαμηλότερων λειτουργικών εξόδων και χρεώσεων απομείωσης δανείων μετά την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού της τράπεζας. Τα έσοδα εκτός τόκων αυξάνονται, αλλά παραμένουν μέτρια σε σχέση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Τα λειτουργικά κέρδη αυξήθηκαν στο 4,6% των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο περιουσιακών στοιχείων (RWAs) το 1ο εξάμηνο του '24 (2023: 3,3%), το οποίο συγκρίνεται καλά με τον εγχώριο τραπεζικό τομέα. Αναμένουμε ότι ο δείκτης αυτός θα παραμείνει υγιής το 2024-2026 παρά την πτώση των επιτοκίων, λόγω των χαμηλότερων πιστωτικών ζημιών, της ισχυρής λειτουργικής αποδοτικότητας και της συνεχιζόμενης αύξησης των εσόδων από δάνεια και προμήθειες.
-- Alpha Bank: Η μέγιστη κερδοφορία (σ.σ.: στην κορύφωση της ανόδου των επιτοκίων) θα παραμείνει ικανοποιητική. Ο δείκτης λειτουργικών κερδών / σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού (RWAs) της Alpha έχει ωφεληθεί σημαντικά από τα υψηλότερα επιτόκια, την πειθαρχημένη διαχείριση του κόστους και την εξομάλυνση των χρεώσεων απομείωσης δανείων. Αναμένουμε ότι ο δείκτης θα παραμείνει κοντά στο 3% μεσοπρόθεσμα, λόγω των συνεχιζόμενων πρωτοβουλιών εξοικονόμησης κόστους, της οργανικής ανάπτυξης και των υποστηρικτικών εξελίξεων στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού, παρά τις αναμενόμενες μειώσεις των επιτοκίων.