Σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, σε «BB+», δηλαδή ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα προχώρησε ο οίκος Fitch Ratings, επικαλούμενος τις καλύτερες από το προβλεπόμενο δημοσιονομικές επιδόσεις, τη μεγάλη μείωση του χρέους και τη βελτίωση της θέσης των ελληνικών τραπεζών. Παράλληλα, σημειώνει την εξασθένηση του πολιτικού ρίσκου, παρά το γεγονός ότι προβλέπονται δύο εκλογικές αναμετρήσεις φέτος, καθώς, όπως εκτιμά, κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας δεν θα ανατρέψει την ασκούμενη οικονομική πολιτική.
«Η σημερινή αναβάθμιση επιβεβαιώνει ότι ο εθνικός στόχος για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 – με πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία και την οικονομία – είναι εφικτός», σημειώνει ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, σχολιάζοντας την αναβάθμιση.
Ειδικότερα, ο οίκος Fitch Ratings ανακοίνωσε ότι αναβάθμισε την αξιολόγηση μακροπρόθεσμης αθέτησης εκδότη ξένου νομίσματος (IDR) της Ελλάδας σε «BB+» από «BB». Η προοπτική της αξιολόγησης (outlook) είναι σταθερή.
Σύμφωνα με τον οίκο, η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει τους ακόλουθους βασικούς παράγοντες αξιολόγησης και τα σχετικά βάρη τους:
- Βελτιωμένα δημοσιονομικά αποτελέσματα: Η Fitch αναμένει τώρα καλύτερα αποτελέσματα και προβλέψεις για το έλλειμμα και το χρέος την περίοδο 2022-2024, χάρη στην ισχυρότερη ονομαστική ανάπτυξη, την υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού και μια ευνοϊκή δομή εξυπηρέτησης του χρέους. Προβλέπουμε περαιτέρω μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης σε 1,8% του ΑΕΠ το 2024 από εκτιμώμενο 3,8% το 2022, εν μέρει λόγω του εξορθολογισμού των προσωρινών μέτρων στήριξης. Αυτό συνεπάγεται βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου κατά 2,5%, σε πλεόνασμα 0,9% το 2024 (και ισοσκελισμένη θέση το 2023). Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα σχετικά με τις δημοσιονομικές πολιτικές μετά τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, αλλά οι κίνδυνοι μετριάζονται από την ευρεία δέσμευση (σ.σ.: των κομμάτων στην ακολουθούμενη πολιτική) και το πρόσφατο ιστορικό δημοσιονομικής σύνεσης. Το 2022 η Ελλάδα επωφελήθηκε από μια πολύ ισχυρή επίδραση χιονοστιβάδας δεδομένης της ονομαστικής ανάπτυξης που διαμορφώθηκε σε υψηλό δεκαετιών και μιας πολύ μέτριας αύξησης του μέσου κόστους επιτοκίων, οδηγώντας σε εκτιμώμενη μείωση ρεκόρ 24,5 ποσοστιαίων μονάδων στον λόγο χρέους/ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης στο 170%. Αναμένουμε ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί με πιο συγκρατημένο ρυθμό μεσοπρόθεσμα, κυρίως λόγω των πλεονασμάτων του πρωτογενούς ισοζυγίου. Με προβλεπόμενο ποσοστό 160,6% το 2024, ο δείκτης χρέους εξακολουθεί να προβλέπεται ότι θα είναι μεταξύ των υψηλότερων των κρατών με την ίδια αξιολόγηση από τη Fitch και περισσότερο από τρεις φορές τον διάμεσο των χωρών με «ΒΒ», αλλά ελαφρυντικοί παράγοντες όπως το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, οι πολύ μεγάλες διάρκειες (σχεδόν 20 έτη) και τα σημαντικά ρευστά ταμειακά αποθέματα ασφαλείας (περίπου 15% του ΑΕΠ) μειώνουν τους κινδύνους των δημόσιων οικονομικών.
- Μειωμένοι Κίνδυνοι τραπεζικού τομέα: Εξακολουθεί να σημειώνεται σημαντική πρόοδος στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), με τον εγχώριο δείκτη ΜΕΔ να υποχωρεί στο 9,7% το 3ο τρίμηνο του 222, κάτω από το 10% για πρώτη φορά από το 2009, λόγω των συναλλαγών τιτλοποίησης στο πλαίσιο του Ελληνικού Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS) και της οικονομικής ανάκαμψης με ευρεία βάση. Αναμένουμε περαιτέρω βελτίωση του ενεργητικού του κλάδου, υποστηριζόμενη από περιορισμένες νέες εισροές ΜΕΔ και καθώς οι τράπεζες ολοκληρώνουν εκκρεμείς ανόργανες ενέργειες μείωσης των ΜΕΔ. Οι δείκτες ΜΕΔ σε μη συστημικές τράπεζες θα εξακολουθήσουν να αποτελούν πρόκληση, αλλά καθώς οι τράπεζες αυτές αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 5% του τομέα, οι δυνητικοί κίνδυνοι (μεταξύ άλλων και για το κράτος) μετριάζονται σημαντικά. Η ζήτηση για πιστώσεις προς τα νοικοκυριά παραμένει υποτονική, αλλά οι συνολικές πιστώσεις προς τον ιδιωτικό τομέα επιταχύνθηκαν το 2Ο22 (ελαφρώς μόνο κάτω από τον πληθωρισμό) λόγω των αυξημένων δανείων σε επιχειρήσεις. Οι μειωμένοι μακροοικονομικοί κίνδυνοι, η ανθεκτικότητα στην αγορά εργασίας, τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης και η συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών των ακινήτων αναμένεται να μετριάσουν τις πιέσεις στους δανειολήπτες
Η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει επίσης τους ακόλουθους βασικούς παράγοντες αξιολόγησης:
- Διαρθρωτικά πλεονεκτήματα: Η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από το κατά κεφαλήν εισόδημα που υπερβαίνει κατά πολύ τους μέσους όρους των κατηγοριών «ΒΒ» και «ΒΒΒ». Οι βαθμολογίες διακυβέρνησης και οι δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης συγκαταλέγονται μεταξύ των υψηλότερων ομοτίμων υποεπενδυτικής βαθμίδας. Τα πλεονεκτήματα αυτά αντισταθμίζονται από τα κληροδοτήματα της κρίσης δημόσιου χρέους, τα οποία περιλαμβάνουν μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους, καθώς και χαμηλό μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ευπάθειες στον τραπεζικό τομέα.
- Μακροοικονομικές προοπτικές, δυναμική μεταρρυθμίσεων: Η Fitch προβλέπει ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα ανέλθει σε 0,9% το 2023 και 2,3% το 2024. Αναθεωρήσαμε προς τα πάνω τις μακροοικονομικές προβλέψεις μας μετά την τελευταία επανεξέταση, δεδομένης της βελτίωσης της ισορροπίας των κινδύνων, ιδίως δεδομένης της πρόσφατης συγκράτησης των τιμών της ενέργειας και των μειωμένων προοπτικών διανομής της ενέργειας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι αρχές συνεχίζουν επίσης να σημειώνουν πρόοδο στο μεταρρυθμιστικό τους πρόγραμμα, εν μέρει σε συνδυασμό με τα ορόσημα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο οποίος, σε συνδυασμό με το τελευταίο έτος απορρόφησης των πολυετών ταμείων-πλαισίων (ΠΔΠ) για την περίοδο 2014-2020, θα παράσχει ισχυρή επενδυτική δυναμική. Ο κύριος εγχώριος κίνδυνος συνδέεται με πιθανές καθυστερήσεις στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης δεδομένου του εκλογικού κύκλου, αλλά επί του παρόντος θα περιμέναμε ότι αυτό θα ήταν προσωρινό.
- Ο πληθωρισμός υποχωρεί αλλά ο κίνδυνος επιμένει: Αναμένουμε σταθερή επιβράδυνση του μετρούμενου πληθωρισμού, από 9,3% το 2022 σε 5,0% το 2023 και μόλις 1,5% το 2024, συμβαδίζοντας με τη χαλάρωση των τιμών της ενέργειας και άλλων βασικών εμπορευμάτων, καθώς και με τις επιδράσεις της βάσης σύγκρισης. Ο δομικός πληθωρισμός αναμένεται επίσης να υποχωρήσει, αλλά με πιο συγκρατημένο ρυθμό. Οι εξελίξεις στην πορεία των μισθών συνιστούν κίνδυνο, ιδίως εάν η αγορά εργασίας συνεχίσει να συρρικνώνεται και οι υψηλότεροι μισθοί σε ορισμένους τομείς, όπως οι υπηρεσίες ή οι κατασκευές, διαχέονται στην υπόλοιπη οικονομία. Το τρίτο τρίμηνο 2022, οι εποχικά προσαρμοσμένοι μισθοί για ολόκληρη την οικονομία αυξήθηκαν κατά 7,3% σε ετήσια βάση, το υψηλότερο ποσοστό από το 2010, ενώ οι κενές θέσεις εργασίας στο 9μηνο 2022 ήταν οι υψηλότερες σε μια δεκαετία.
- Σταθερό κόστος χρηματοδότησης: Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων έχουν σταθεροποιηθεί τους τελευταίους μήνες, μετά από απότομη άνοδο το 2022 σύμφωνα με τις παγκόσμιες τάσεις. Τον Ιανουάριο η Ελλάδα εξέδωσε ομόλογο ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ με απόδοση 4,27% (οι αποδόσεις του περασμένου Σεπτεμβρίου ήταν 5,0%), που αντιστοιχούν στο ήμισυ των ανακοινωθεισών αναγκών εξωτερικού δανεισμού για φέτος. Προβλέπουμε ότι ο δείκτης τόκων προς έσοδα θα αυξηθεί μόνο σταδιακά σε 5,5% το 2024 σε σύγκριση με το μέσο όρο για τις χώρες με βαθμολογία «ΒΒ» που είναι 9,0%. Εκτός από τις μεγάλες διάρκειες, το ελληνικό χρέος είναι όλο με σταθερό επιτόκιο και εξ ολοκλήρου σε τοπικό νόμισμα, μειώνοντας περαιτέρω τους κινδύνους αστάθειας της αγοράς. Μια σημαντική αλλαγή είναι η πιθανή αναταξινόμηση από τη Eurostat των εγγυήσεων HAPS (σ.σ.: Σχέδιο "Ηρακλής"), η οποία θα μπορούσε να προσθέσει 18 δισεκατομμύρια ευρώ (ή 8,5% του ΑΕΠ) στο απόθεμα του δημόσιου χρέους, αν και δεν θα άλλαζε το έλλειμμα ούτε θα αύξανε τις πληρωμές τόκων.
- Εξωτερική Θέση: Προβλέπουμε σταδιακή μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σύμφωνα με τη βελτίωση των όρων εμπορίου και τη συνέχιση των ισχυρών τουριστικών εισροών, από εκτιμώμενο 8,0% του ΑΕΠ το 2022 σε 5,5% κατά μέσο όρο την περίοδο 2023-2024. Τα αυξανόμενα επίπεδα άμεσων ξένων επενδύσεων και οι σταθερές ροές κεφαλαίων της ΕΕ θα στηρίξουν το ισοζύγιο πληρωμών. Η προβλεπόμενη μείωση των εξωτερικών υποχρεώσεων, σε συνδυασμό με την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, σημαίνουν ότι ο λόγος του καθαρού εξωτερικού χρέους θα βελτιωθεί περαιτέρω κατά την περίοδο πρόβλεψης (από εκτιμώμενο 128% του ΑΕΠ το 2022), αν και θα παραμείνει μεταξύ των υψηλότερων κρατών με την ίδια αξιολόγηση από τη Fitch.
- Εκλογικές προοπτικές: Σύμφωνα με τις προγραμματισμένες αλλαγές στο εκλογικό σύστημα, η Ελλάδα είναι πιθανό να έχει δύο διαδοχικές εκλογές τους επόμενους μήνες, καθώς προς το παρόν κανένα κόμμα δεν φαίνεται πιθανό να κερδίσει την πλειοψηφία με την απλή αναλογική. Αυτό σημαίνει ότι ο εκλογικός κύκλος είναι πιθανό να είναι μακρύτερος, μειώνοντας τα περιθώρια εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής φέτος. Ωστόσο, οι απότομες αλλαγές πολιτικής είναι απίθανες ακόμη και αν υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης. Οι σχέσεις με την ΕΕ έχουν εδραιωθεί υπό τις κυβερνήσεις τόσο της κυβερνώσας κεντροδεξιάς Νέας Δημοκρατίας όσο και του αριστερού ΣΥΡΙΖΑ, με τη χώρα να απομακρύνεται σταδιακά από το εποπτικό πλαίσιο της μετά την κρίση.
- Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αρνητική αξιολόγηση/υποβάθμιση:
- Δημόσια οικονομικά: Διατηρούμενη ανοδική τάση του δημόσιου χρέους/ΑΕΠ, για παράδειγμα λόγω της διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης, της υποτονικής ανάπτυξης ή της υλοποίησης ενδεχόμενων υποχρεώσεων από τον τραπεζικό τομέα.
- Μακροοικονομικά: Νέες δυσμενείς διαταραχές στην ελληνική οικονομία που επηρεάζουν την οικονομική ανάκαμψη ή το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας.
Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε θετική δράση/αναβάθμιση αξιολόγησης:
- Δημόσια Οικονομικά: Εμπιστοσύνη σε μια συνεχιζόμενη σταθερή καθοδική πορεία του λόγου δημόσιου χρέους/ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.
- Μακροικονομικά: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω της υψηλότερης δυναμικής των επενδύσεων και/ή της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Σταϊκούρας: Εφικτή η επενδυτική βαθμίδα εντός του 2023
Σε δήλωσή του, σχολιάζοντας την αναβάθμιση, ο υπουργός Οικονομικών αναφέρει:
«Ο οίκος αξιολόγησης “Fitch Ratings” προχώρησε σήμερα στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, κατά μία βαθμίδα.
Έτσι γίνεται ο πέμπτος οίκος αξιολόγησης, και τρίτος από τους επιλέξιμους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που τοποθετεί τη χώρα ένα, μόλις, “σκαλοπάτι” πριν την επενδυτική βαθμίδα.
Πρόκειται για τη 12η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία 3,5 χρόνια, παρά τις διαδοχικές, εξωγενείς κρίσεις.
Η παραπάνω θετική εξέλιξη αποτελεί ακόμα έναν καρπό – και, ταυτοχρόνως, πιστοποίηση – της υπεύθυνης, οικονομικά αποτελεσματικής και κοινωνικά δίκαιης οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης, της διορατικής εκδοτικής στρατηγικής, της διατήρησης των ταμειακών διαθεσίμων σε ασφαλή επίπεδα, της υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών, της βελτίωσης της σύνθεσης του ΑΕΠ μέσω της σημαντικής αύξησης των επενδύσεων και των εξαγωγών, της δραστικής μείωσης των “κόκκινων” δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, της συρρίκνωσης της ανεργίας και της εμπροσθοβαρούς αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων, πρωτίστως από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η σημερινή αναβάθμιση επιβεβαιώνει, επίσης, ότι ο εθνικός στόχος για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 – με πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία και την οικονομία – είναι εφικτός».