Ύστερα από δυο χρόνια εμπορικού πολέμου μεταξύ των δυο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη, υπεγράφη στην Ουάσιγκτον η «Φάση 1» της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Μια εμπορική διαμάχη που έχει επιβραδύνει την παγκόσμια οικονομία, δείχνει να οδεύει προς την λύση της, καθώς ήδη έχουν ξεκινήσει οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δυο χωρών για την υπογραφή της «Φάσης 2» που στόχο έχει να αποκαταστήσει τη ραχοκοκαλιά των σχέσεων μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ.
Οι αμοιβαίοι συμβιβασμοί των δύο χωρών στην «Φάση 1» μοιάζουν παιχνιδάκι σε σχέση με τις διαπραγματεύσεις που ανακοινώθηκαν για τη δεύτερη φάση. Στην συμφωνία που υπογράφηκε στις 15 Ιανουαρίου στην Ουάσινγκτον μεταξύ των δύο μεγαλύτερων στον κόσμο οικονομιών, το Πεκίνο δεσμεύεται να αυξήσει τις αγορές αμερικανικών προϊόντων (200 δισεκ. δολάρια επιπλέον σε δύο χρόνια) και η κυβέρνηση Τραμπ δέχεται να μην επιβάλει νέους δασμούς στις κινεζικές εξαγωγές.
«Η Κίνα δεν μοιάζει να έχει κάνει συμβιβασμούς που δεν ήταν έτοιμη να κάνει ούτως ή άλλως», σχολιάζει ο οικονομολόγος Σου Σιαοτσούν, από τον οίκο Moody's, σημειώνοντας ότι οι προβλέψεις της συμφωνίας που αφορούν τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας ήταν ήδη σε στάδιο προετοιμασίας πριν τον εμπορικό πόλεμο.
Οι απαιτήσεις Τραμπ για την υπογραφή της «Φάσης 2»
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απαιτεί από το Πεκίνο συμβιβασμούς που αφορούν την ουσία του ίδιου του οικονομικού συστήματος του κομμουνιστικού καθεστώτος, δηλαδή κυρίως τις επιδοτήσεις στις κρατικές επιχειρήσεις.
Η κυβέρνηση Τραμπ θεωρεί ότι αυτές οι επιχειρήσεις, που είναι συχνά μη κερδοφόρες, λαμβάνουν μεγάλες επιδοτήσεις και επωφελούνται από κρατικές συμβάσεις, αποτελούν εμπόδια στον ανταγωνισμό. Η Ουάσινγκτον αποκηρύττει επίσης την «κλοπή» από την Κίνα της πνευματικής ιδιοκτησίας των αμερικανικών επιχειρήσεων και ζητά νέες νομικά δεσμευτικές προβλέψεις για να τερματιστεί η πρακτική αυτή.
«Εκτός κι αν αυξηθεί η κινεζική ζήτηση για αμερικανικά αγροτικά προϊόντα και ενέργεια, η Κίνα θα πρέπει να λάβει μια πολιτική απόφαση να αντικαταστήσει τις εισαγωγές άλλων χωρών με αυτές από τις ΗΠΑ», σχολιάζουν οι οικονομολόγοι της ING Τιμ Σπάκμαν και Άιρις Πανγκ.
Παράλληλα, «η συμφωνία δεν περιλαμβάνει ρήτρες που μπορούν να εκτελεστούν σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις της Κίνας για αγορές», σημειώνουν. Από την άλλη πλευρά, το κείμενο ορίζει ότι οι αγορές θα βασίζονται σε εμπορικές προβλέψεις και ότι «η κατάσταση των αγορών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα αγροτικά προϊόντα, μπορεί να επηρεάσει την ημερομηνία των αγορών για κάθε δεδομένο χρόνο».
Πότε θα υπάρξει μια τελική συμφωνία;
Οι διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη φάση της συμφωνίας θα ξεκινήσουν άμεσα, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Ντόναλντ Τραμπ, που θέλει να επισκεφθεί σύντομα την Κίνα. Η προοπτική μιας τέτοιας επίσκεψης δεν επιβεβαιώθηκε σήμερα από τον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών, ούτε η έναρξη των διαπραγματεύσεων της φάσης 2. «Είναι απαραίτητο… να θέσουμε σε εφαρμογή τη φάση 1 της συμφωνίας», περιορίστηκε να σχολιάσει ο εκπρόσωπος του υπουργείου Γκενγκ Σουάνγκ.
Ο ένοικος του Λευκού Οίκου δηλώνει έτοιμος να περιμένει την πιθανή επανεκλογή του τον ερχόμενο Νοέμβριο για να συνάψει μια οριστική συμφωνία, με την ελπίδα να πετύχει «καλύτερο αποτέλεσμα».
Η προκαταρκτική συμφωνία αρκεί, προς ικανοποίηση του Αμερικανού προέδρου, για να παρουσιαστεί ο ίδιος στους εκλογείς ως αυτός που εξασφάλισε εξαιρετικές παραχωρήσεις από τους Κινέζους. Σε μια εκλογική χρονιά και αντιμέτωπος με την παραπομπή του σε δίκη θα προτιμούσε να μείνει σε αυτό το στάδιο.
«Δεν είμαστε σίγουροι ότι οι ΗΠΑ θα είναι πολύ διατεθειμένες να ξεκινήσουν γρήγορα τη διαπραγμάτευση», παρατήρησε ο αναλυτής της Moody's. Από την άλλη πλευρά, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, αντιμέτωπος με επιβράδυνση της οικονομίας, θα ήθελε να ολοκληρωθεί η διαδικασία πριν τις αμερικανικές εκλογές προκειμένου να απαλλαχθεί το συντομότερο δυνατόν με τους τιμωρητικούς δασμούς που ισχύουν στις ΗΠΑ για τα προϊόντα από το Πεκίνο. Ειδικά καθώς υπάρχει ο κίνδυνος ένας πιθανός Δημοκρατικός διάδοχος του Ντόναλντ Τραμπ να αποδεχθεί εξίσου ασυμβίβαστος, εάν όχι και περισσότερο από τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο.