Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας BILD, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρεται να έχει αποφασίσει την ανατροπή της απαγόρευσης των κινητήρων εσωτερικής καύσης. Το ρεπορτάζ φιλοξενεί δηλώσεις του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ (CSU), ο οποίος αναφέρει ότι τα σχέδια για απαγόρευση της νέας ταξινόμησης αυτοκινήτων με τέτοιους κινητήρες από το 2035 έχουν αποσυρθεί.
Όπως επισήμανε ο κ. Βέμπερ, στη θέση της αρχικής απαγόρευσης θα τεθούν πιο ευέλικτοι κανόνες για τη μείωση των εκπομπών CO2. Για τις νέες ταξινομήσεις από το 2035 και μετά, για τους στόχους στόλου των κατασκευαστών αυτοκινήτων, θα είναι υποχρεωτική η μείωση των εκπομπών CO2 κατά 90% αντί για 100%. Επίσης, και μετά το 2040 δεν θα απαιτείται η πλήρης εξάλειψη των εκπομπών.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να υποβάλει τη σχετική πρόταση την επόμενη εβδομάδα. Εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη-μέλη της ΕΕ εγκρίνουν την εισήγηση, θα σημάνει το τέλος της απόλυτης απαγόρευσης των κινητήρων εσωτερικής καύσης, όπως σημειώνει ο κ. Βέμπερ.
Το προηγούμενο σχέδιο προέβλεπε ότι από το 2035 και μετά δεν θα επιτρεπόταν η ταξινόμηση νέων αυτοκινήτων που εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα, με στόχο τη σημαντική μείωση των εκπομπών στον τομέα των μεταφορών. Ωστόσο, οι έντονες αντιδράσεις από την αυτοκινητοβιομηχανία και τη γερμανική κυβέρνηση οδήγησαν σε πιέσεις για χαλάρωση των μέτρων.
Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς είχε αποστείλει σχετική επιστολή προς την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ενώ ανάλογες θέσεις εξέφρασαν οι πρωθυπουργοί της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι και της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ. Ο Μάνφρεντ Βέμπερ τόνισε ότι η νέα προσέγγιση διασφαλίζει την τεχνολογική ουδετερότητα και προστατεύει τις βιομηχανικές θέσεις εργασίας, ενώ στέλνει μήνυμα στήριξης στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Την ικανοποίησή του για τη φερόμενη αλλαγή στάσης της Επιτροπής εξέφρασε και ο διευθύνων σύμβουλος της BMW, Όλιβερ Τσίπζε. Σε δήλωσή του στην BILD έκανε λόγο για «ισχυρό μήνυμα» και «ένα πρώτο βήμα προς μια βιώσιμη λύση για το CO2 στην ΕΕ, με αναγνώριση των πραγματικοτήτων της αγοράς και διασφάλιση της απασχόλησης και της ανταγωνιστικότητας».