Αρκετά έντονη αναμένεται ότι θα είναι η διήμερη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 25 και 26 Οκτωβρίου στην Αθήνα, με τα μέλη της διοίκησής της να συμφωνούν ότι διαφωνούν σε αρκετά θέματα.
Ένα εξ αυτών είναι και η ταχύτητα με την οποία η ΕΚΤ πρέπει να μειώσει τον ισολογισμό της, ύψους 8,7 τρισ. ευρώ, και κυρίως μέσω της πώλησης των κρατικών ομολόγων που αγόρασε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ύψους 1,7 τρισ. ευρώ, όπου τέθηκε σε εφαρμογή το πρόγραμμα ΡΕΡΡ, με πολύ πιο χαλαρούς κανόνες σε σύγκριση με το τακτικό πρόγραμμα ΑΡΡ.
Έτοιμη για μείωση ισολογισμού η ΕΚΤ
Η διοίκηση της τράπεζας θα έχει στην Αθήνα την πρώτη συζήτηση αναφορικά με τον τερματισμό των επανεπενδύσεων του ΡΕΡΡ, που εκτιμάται ότι θα ξεκινήσει έως τα τέλη του 2024. Όπως συμβαίνει και με ορισμένα ακόμη «λεπτά» ζητήματα, τα μέλη του ΔΣ της τράπεζας έχουν διαιρεθεί σε «γεράκια» και «περιστέρια», με τους πρώτους να επιθυμούν να ξεκίνησε όσο το δυνατόν νωρίτερα η διακοπή των επανεπενδύσεων και τους δεύτερους να τονίζουν ότι αυτό θα πρέπει να γίνει με πολύ προσεκτικό τρόπο.
Στα «περιστέρια» ανήκει και ο διοικητής της ΤτΕ, κ. Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξή του στους Financial Times υπογράμμισε για το εν λόγω ζήτημα ότι υπάρχουν «πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα», προσθέτοντας ότι το PEPP αποτελεί την «πρώτη γραμμή άμυνας» της ΕΚΤ έναντι της απόκλισης του κόστους δανεισμού μεταξύ των μελών της ευρωζώνης. «Σε αυτό το στάδιο, δεδομένων όλων όσων συμβαίνουν στον κόσμο, δεν είναι καλύτερα να διατηρήσουμε την ευελιξία μας»; αναρωτήθηκε. Εξέφρασε επίσης την ανησυχία του για το πρόσφατο ξεπούλημα στις αγορές ομολόγων που έχει ωθήσει το κόστος δανεισμού για τις κυβερνήσεις. «Ανησυχώ όταν βλέπω χώρες με ελλείμματα άνω του 6 ή 7 τοις εκατό του ΑΕΠ - μου θυμίζει την ελληνική κρίση», τόνισε.
Οι αγορές της ΕΚΤ μέσω του ΡΕΡΡ
Τα αντίπαλα επιχειρήματα
Οι κεντρικοί τραπεζίτες που τάσσονται υπέρ του γρήγορου τερματισμού της επανεπένδυσης, τονίζουν ότι εάν η όλη διαδικασία καθυστερήσει και μετατεθεί για το 2024, τότε υπάρχει ο κίνδυνος αυτές οι πωλήσεις να γίνουν παράλληλα με τις μειώσεις των επιτοκίων για να τονωθεί η προβληματική οικονομία της Ευρώπης και ως εκ τούτου τα μηνύματα προς τους επενδυτές δεν θα είναι και τόσο ξεκάθαρα.
«Δεν θα μας εξέπληττε αν η ΕΚΤ επισπεύσει το τέλος των επανεπενδύσεων του PEPP κατά αρκετά τρίμηνα», δήλωσε ο Ρ. Κλουζ, επικεφαλής οικονομολόγος για την Ευρώπη στην UBS. «Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι πρέπει να κάνουν μια ανακοίνωση πριν αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια. Διαφορετικά, η επικοινωνία της με τις αγορές θα είναι πολύ δύσκολη».
Με σχεδόν προεξοφλημένο το γεγονός ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει σταθερά τα βασικά επιτόκια της ευρωζώνης, μετά το σερί αυξήσεων, οι αξιωματούχοι εστιάζουν όλο και περισσότερο σε άλλα μέρη της εργαλειοθήκης τους. Υπάρχει ένα «ισχυρό επιχείρημα υπέρ της διακοπής των επανεπενδύσεων του PEPP νωρίτερα από το τέλος του επόμενου έτους», διότι αυτό θα ήταν «συνεπές με την πολιτική μας για τα επιτόκια», σημείωσε ο Μ. Μίλερ, μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ.
Η ΕΚΤ δεν έχει επικαιροποιήσει τις κατευθυντήριες γραμμές του προγράμματος από τον Δεκέμβριο του 2021 - πολύ πριν ξεκινήσουν οι αυξήσεις των επιτοκίων. Τότε, υποσχέθηκε ότι οι μελλοντικές μετακυλίσεις «θα διαχειρίζονται ώστε να αποφεύγεται η παρέμβαση στην κατάλληλη νομισματική κατεύθυνση».
Διογκώνεται το ιταλικό spread
Οι οικονομολόγοι της Barclays υπολογίζουν ότι κατά μέσο όρο περίπου 18 δισ. ευρώ τον μήνα είναι η αξία των ομολόγων του PEPP που λήγουν, αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία. Με τη δυνατότητα να επενδύσουν τα έσοδα από τους τίτλους που λήγουν σε όλα τα μέλη της ευρωζώνης, ορισμένοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι επιφυλακτικοί στο να παραιτηθούν από τέτοια ποσά σε περίπτωση που οι αγορές χρέους τρομάξουν από την αυξανόμενη επίδραση των αυξήσεων της ΕΚΤ μέχρι σήμερα.
Αν και οι αγορές είναι πολύ πιο σταθερές από τότε που ξεκίνησε να εφαρμόζεται το ΡΕΡΡ, η τελευταία πτώση των ιταλικών ομολόγων αποτελεί υπενθύμιση του πόσο γρήγορα μπορεί να εξασθενήσει η εμπιστοσύνη των επενδυτών. Ακόμη και ορισμένα «γεράκια» της ΕΚΤ, όπως ο Μπ. Βάσλε, της Κεντρικής Τράπεζας της Σλοβενίας, διστάζουν να εγκαταλείψουν ένα εργαλείο που θα μπορούσε να αποκαταστήσει την ηρεμία αν χρειαστεί.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα καθώς οι καθυστερήσεις στην αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσαν να παρατείνουν τη διάρκεια ζωής των υφιστάμενων ρυθμίσεων - ενδεχομένως αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις σε απότομες δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και απειλώντας με κυρώσεις που θα μπορούσαν να ταρακουνήσουν τους επενδυτές.
«Υπάρχουν σίγουρα κάποια μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που θα ανησυχούν», εκτίμησε η Ούρλικε Κάστενς , οικονομολόγος στη γερμανική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων DWS, η οποία εκτιμά ότι η επίσημη ανακοίνωση από την ΕΚΤ θα έρθει τον Δεκέμβριο. Μια δημοσκόπηση του Bloomberg έδειξε ότι το 43% των οικονομολόγων αναμένει ότι η ΕΚΤ θα επισπεύσει το τέλος των επανεπενδύσεων του PEPP - από 39% προηγουμένως.