Με sell off στα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης «απαντούν» οι επενδυτές στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται για τα επιτόκια, με την Κριστίν Λαγκάρντ, στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου της ΕΚΤ να ξεκαθαρίζει ότι οι αυξήσεις θα συνεχιστούν και τις αγορές, πλέον, να ανεβάζουν τις εκτιμήσεις τους για το τελικό επίπεδο στο οποίο θα φθάσει το κόστος δανεισμού στην Ευρώπη.
Πρόσθετος «πονοκέφαλος» για την αγορά ομολόγων το γεγονός ότι τον Μάρτιο του 2023 η ΕΚΤ θα ξεκινήσει να μειώνει τον ισολογισμό της, με πώληση 15 δισ. ομολόγων που έχει στην κατοχή της σε μηνιαία βάση, μέσω του προγράμματος ΑΡΡ, ενώ η δίνη στις αγορές κρατικού χρέους παρασύρει και τα ελληνικά ομόλογα, αν και δεν συμμετέχουν στο εν λόγω πρόγραμμα.
Αποτέλεσμα των μεγάλων ανησυχιών των αγορών είναι η απόδοση του ελληνικού 10ετούς να σκαρφαλώνει σε νέο υψηλό αρκετών μηνών και να φθάνει, σήμερα, έως και το 4,3%, εμφανίζοντας ημερήσια άνοδο σχεδόν 5%. Ανάλογη είναι η εικόνα και για το γερμανικό 10ετές, το σημείο αναφοράς για την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων, η απόδοση του οποίου διαμορφώνεται υψηλότερα του 2,1%, ενώ για το ιταλικό έφθασε στο 4,31%.
Ήδη οι κορυφαίοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι φροντίζουν να αυξήσουν τις εκτιμήσεις τους για το τελικό ύψος των επιτοκίων της ευρωζώνης, ενώ μέχρι σήμερα ο μέσος όρος το τοποθετούσε στο 3%. Πλέον οι Commerzbank και Morgan Stanley εκτιμούν ότι θα διαμορφωθεί στο 3,25%, με Citi να το τοποθετεί στο 3,25%, ενώ η πλέον απαισιόδοξη είναι η Societe Generale που το «βλέπει» στο 3,75%.
Μάλιστα σε έκθεσή της η Citi σημειώνει ότι το «ξεπούλημα» στα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης μόλις έχει ξεκινήσει και το μέλλον δεν θα είναι διόλου ευοίωνο. Ανάλογες απόψεις έχουν εκφράσει και άλλοι αναλυτές, με τον Εντ Χάτσινγκς, της Aviva Investors να εκτιμά ότι ειδικά για το ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας θα υπάρξει «μεγάλος πόνος το επόμενο διάστημα, από τη στιγμή που όλα δείχνουν ότι η ΕΚΤ δεν θα είναι πλέον τόσο υποστηρικτική».
Άλλωστε η Κριστίν Λαγκάρντ στις χθεσινές της δηλώσεις ξεκαθάρισε ότι θα υπάρξουν αρκετές ακόμη αυξήσεις επιτοκίων, ενώ αυτά θα παραμείνουν σε υψηλά και περιοριστικά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή έως ότου υπάρξουν απόλυτα ξεκάθαρες ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται και πλησιάζει στον στόχο του 2%. Βάσει, δε, των εκτιμήσεων των οικονομολόγων της ΕΚΤ ο πληθωρισμός δεν θα πλησιάσει σε αυτό το επίπεδο πριν από το 2025.
Η πωλήσεις μέσω του ΑΡΡ
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της ΕΚΤ, η κεντρική τράπεζα σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 2023. Στη συνέχεια, το χαρτοφυλάκιο του προγράμματος APP θα μειωθεί με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν θα επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του β΄ τριμήνου του 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, η ΕΚΤ σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.