Η ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2022 αποτελεί τη μία πλευρά του νομίσματος, καθώς το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου εξακολουθεί να προβληματίζει, όπως υπογραμμίζει η Eurobank.
Όπως σημειώνεται στην ανάλυση της τράπεζας, μετά τη βαθιά ύφεση το 2020 και την απότομη ανάκαμψη το 2021, η ελληνική οικονομία, στηριζόμενη κυρίως στη μεταπανδημική εγχώρια ζήτηση και σε δεύτερο βαθμό στις τουριστικές εισπράξεις (εξαγωγές υπηρεσιών), παρέμεινε σε ισχυρή ανοδική τροχιά το 2022 υπερβαίνοντας σε όρους πραγματικού ΑΕΠ τα προ πανδημίας επίπεδα κατά 4,5% (βλέπε Σχήμα 1).
Ωστόσο, αυτό το αποτέλεσμα συνοδεύτηκε από υψηλό έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο, δηλαδή η δαπάνη των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και της κυβέρνησης για αγορά αγαθών και υπηρεσιών υπερέβη κατά πολύ την εγχώρια παραγωγή (=εισόδημα), συγκεκριμένα κατά €19,6 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές (9,4% του ΑΕΠ).
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε την Τρίτη 7 Μαρτίου 2023 η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 5,9% – υπεραποδίδοντας έναντι της Ευρωζώνης και της ΕΕ-27 (3,5%) – από 8,4% το 2021 και -9,0% το 2020. Εξαιρώντας την Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο (για το Λουξεμβούργο δεν υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα στοιχεία από τη Eurostat), η επίδοση της ελληνικής οικονομίας σε όρους πραγματικού ρυθμού μεγέθυνσης το 2022 ήταν η τέταρτη υψηλότερη ανάμεσα στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 (ΕΕ-27). Αναλυτικά, στην πρώτη θέση ήταν η Μάλτα με 6,9% και ακολούθησαν (βλέπε Σχήμα 2): Πορτογαλία (6,7%), Κροατία (6,3%), Ελλάδα (5,9%), Κύπρος (5,6%), Ισπανία (5,5%), Σλοβενία (5,4%), Αυστρία (5,0%), Πολωνία (4,9%), Ρουμανία (4,8%), Ουγγαρία (4,6%), Ολλανδία (4,5%), Ιταλία (3,7%), Δανία (3,6%), ΕΕ-27 (3,5%), Ευρωζώνη (3,5%), Βουλγαρία (3,4%), Βέλγιο (3,1%), Σουηδία (2,6%), Γαλλία (2,6%), Τσεχία (2,4%), Φινλανδία (2,0%), Λετονία (2,0%), Λιθουανία (1,9%), Γερμανία (1,8%), Σλοβακία (1,7%) και Εσθονία (-1,3%).
Ποια ήταν η συνεισφορά των επί μέρους συνιστωσών της δαπάνης στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 5,9% το 2022; Κυρίαρχος ήταν ο ρόλος της εγχώριας ζήτησης, ενώ οι καθαρές εξαγωγές είχαν αρνητική συμβολή. Συγκεκριμένα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της ιδιωτικής κατανάλωσης ανέβασε ταχύτητα στο 7,8% από 5,8% το 2021, αποδεικνύοντας ότι παρά τις πληθωριστικές πιέσεις η μεταπανδημική ορμή για κατανάλωση, ειδικά υπηρεσιών, διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα το 2022.
Η αύξηση της απασχόλησης και των ονομαστικών μισθών, τα μέτρα στήριξης κατά της ενεργειακής κρίσης και οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις αποτέλεσαν τις κύριες πηγές χρηματοδότησης των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών. Ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου αυξήθηκε με υψηλό ρυθμό της τάξης του 21,8% από 21,4% το 2021, ωστόσο αυτό το αποτέλεσμα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό – κοντά στο 60% – στη συσσώρευση αποθεμάτων. Οι επενδύσεις παγίων στηριζόμενες στις κατηγορίες των κατοικιών, των άλλων κατασκευών, του μεταφορικού και του μηχανολογικού εξοπλισμού ενισχύθηκαν κατά 11,7% από 20,0% το 2021. Η δημόσια κατανάλωση, μετά από 3 συνεχή χρόνια επέκτασης, συρρικνώθηκε κατά 1,6% αντανακλώντας εν μέρει την άρση πολλών από τα μέτρα κατά της πανδημίας. Τέλος, σε ό,τι αφορά τον εξωτερικό τομέα, οι εισαγωγές ενισχύθηκαν με ρυθμό της τάξης του 10,2% (11,2% στα αγαθά και 7,2% στις υπηρεσίες) υπερβαίνοντας κατά πολύ τον αντίστοιχο ρυθμό αύξησης των εξαγωγών (4,9% στο σύνολο, 0,4% στα αγαθά και 9,9% στις υπηρεσίες).
Βάσει των προαναφερθέντων μεγεθών, η εγχώρια ζήτηση πρόσθεσε προσεγγιστικά 8,6 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ) στην ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ το 2022 (ιδιωτική κατανάλωση +5,3 ΠΜ, δημόσια κατανάλωση -0,3 ΠΜ, μεταβολή αποθεμάτων +2,1 ΠΜ, επενδύσεις παγίων +1,5 ΠΜ, βλέπε Σχήμα 3) και οι καθαρές εξαγωγές αφαίρεσαν προσεγγιστικά 2,5 ΠΜ (καθαρές εξαγωγές αγαθών -3,5 ΠΜ και καθαρές εξαγωγές υπηρεσιών +0,9 ΠΜ).
Ποια ήταν η συνεισφορά των επί μέρους κλάδων οικονομικής δραστηριότητας στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 5,9% το 2022; Στο Σχήμα 4 παρουσιάζουμε: πρώτον (αριστερός άξονας) την ετήσια μεταβολή της πραγματικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που παρήχθη σε δέκα συγκεντρωτικούς κλάδους οικονομικής δραστηριότητας το 2022 και δεύτερον (δεξιός άξονας) τη συνεισφορά των εν λόγω κλάδων στην ετήσια μεταβολή του συνόλου της πραγματικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που παρήχθη στην ελληνική οικονομία το 2022.
Οι κατασκευές κατέγραψαν τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση σε όρους πραγματικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (26,0%, συνεισφορά 0,5 ΠΜ) και ακολούθησαν: τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία (24,9%, 0,8 ΠΜ), επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (13,5%, 0,7 ΠΜ), εμπόριο, μεταφορά και αποθήκευση, υπηρεσίες παροχής καταλύματος και υπηρεσίες εστίασης (12,6%, 2,9 ΠΜ), ενημέρωση και επικοινωνία (4,5%, 0,1 ΠΜ), χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες (2,4%, 0,1 ΠΜ), βιομηχανία πλην κατασκευών (1,6%, 0,3 ΠΜ), γεωργία, δασοκομία και αλιεία (1,3%, 0,1 ΠΜ), διαχείριση ακίνητης περιουσίας (0,3%, 0,1 ΠΜ) και δημόσια διοίκηση και άμυνα, υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, εκπαίδευση, δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα (-0,9%, -0,2 ΠΜ).