Σε αύξηση 50 μονάδων βάσης θα προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Μάρτιο, καθώς ο πληθωρισμός παρά την αποκλιμάκωσή του παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, όπως υπογράμμισε ο Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ.
Σε συνέντευξή του στο Reuters τόνισε ότι «η εκτίμησή μας, όπως αυτή ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, δεν έχει αλλάξει. Χρειάζεται μία σειρά αυξήσεων κατά 50 μονάδες βάσης ώστε να βρεθούμε κοντά στο επίπεδο του 2% για τον πληθωρισμό. Η ροή δεδομένων από τότε είναι σταθερή και χρειαζόμαστε μία ακόμη αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο».
Προκειμένου να αποφασίσει η ΕΚΤ τις επόμενες κινήσεις της θα βασιστεί σε τρία βασικά κριτήρια, τα οποία είναι:
- Χαμηλότερες προβλέψεις για τον πληθωρισμό μέσα στον τριετή ορίζοντα προβλέψεων,
- Πρόοδος στη μείωση του πραγματικού υποκείμενου πληθωρισμού
- Να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η νομισματική πολιτική λειτουργεί.
Από τη στιγμή που τα επιτόκια βρεθούν σε ένα επίπεδο το οποίο, σύμφωνα με την ΕΚΤ, είναι «περιοριστικό» θα παραμένουν σε αυτό για αρκετό διάστημα, καθώς σύμφωνα με τον κ. Λέιν «θα μπορούσε να είναι μια αρκετά μακρόχρονη περίοδος, ένας αρκετά μεγάλος αριθμός τριμήνων».
Επιπρόσθετα οι αγορές δεν θα πρέπει να περιμένουν επιστροφή στην εποχή των αρνητικών επιτοκίων. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά «Υπάρχει μια καθολική πεποίθηση ότι όταν ο πληθωρισμός σταθεροποιηθεί στο 2%, δεν θα επιστρέψουμε στο προ-πανδημικό σενάριο των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων και της ποσοτικής χαλάρωσης. Επομένως, υπάρχει μια μόνιμη συνιστώσα στην αλλαγή του νομισματικού καθεστώτος. Σε διάφορες έρευνες και στοιχεία, οι επενδυτές προβλέπουν ότι το επιτόκιο πολιτικής θα κατασταλάξει στη γειτονιά του 2%. Μόλις επιστρέψουμε στο στόχο, τότε σε σύγκριση με το προηγούμενο επιτόκιο πολιτικής μας του -0,5%, οι αυξήσεις των επιτοκίων μας κατά 250 μονάδες βάσης θα είναι ουσιαστικά μόνιμες».
Αν και η μείωση του πληθωρισμού τους τελευταίους μήνες οφείλεται κατά βάση στην αισθητή αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας, ο κ. Λέιν τόνισε ότι οι πρόδρομοι δείκτες υποδηλώνουν μία πιο γενικευμένη μείωση, σημειώνοντας ότι η χαλάρωση των προβλημάτων στις εφοδιαστικής αλυσίδες και άλλοι διεθνείς παράγοντες υποδηλώνουν ότι θα υπάρξει σημαντική επιβράδυνση τιμών όσον αφορά την ενέργεια, τα τρόφιμα και τα προϊόντα. «Και οι τιμές των υπηρεσιών, πρόσθεσε, μειώνονται καθώς η προσφορά ανακάμπτει από τα προβλήματα μετά την πανδημία και ο δείκτης που έχει σημασία είναι οι μισθολογικές αυξήσεις. Οι αεροπορικές εταιρείες, τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια είναι σε καλύτερη θέση να προγραμματίσουν τη δυναμικότητά τους σε σχέση με πέρυσι, κάτι που μειώνει τις πληθωριστικές πιέσεις», τόνισε.