Έτοιμες για σκληρή «μάχη», προκειμένου να αποτρέψουν τις μεγάλες αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας που επιχειρεί να επιβάλει η ΔΕΗ, εμφανίζονται οι βιομηχανίες, καθώς οι αυξήσεις θα υπονομεύσουν δραματικά την ανταγωνιστικότητά τους σε μια κρίσιμη στιγμή για την οικονομία. Μιλώντας στο Business Daily, o Αντώνης Κοντολέων, πρόεδρος του ΔΣ της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ), τονίζει χαρακτηριστικά ότι «δεν θα πέσουμε αμαχητί» και αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο προσφυγής στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της ΔΕΗ.
Υπενθυμίζεται ότι από τον Δεκέμβριο βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη ΔΕΗ και τη βιομηχανία για τα νέα τιμολόγια για τους μεγάλους καταναλωτές. Παρ’ ότι οι προτάσεις αυτές αφορούν πλέον ξεχωριστά την κάθε επιχείρηση, διαρροές κάνουν λόγο για προτάσεις εκ μέρους της ΔΕΗ για αυξήσεις που φτάνουν από το 24% έως και το 40% σε ορισμένες περιπτώσεις. Επιπλέον, ως προβληματικές χαρακτηρίζονται από την πλευρά της βιομηχανίας μία σειρά από ρήτρες και αναπροσαρμογές που εισηγείται η ΔΕΗ στα νέα τιμολόγια αυτά. Με τη δίμηνη παράταση που έδωσε η ΔΕΗ να λήγει στα τέλη Φεβρουαρίου, η εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης μοιάζει μέχρι στιγμής εξαιρετικά δύσκολη.
Η πλευρά της βιομηχανίας απορρίπτει αλλαγές που έχει προτείνει η ΔΕΗ και αφορούν στην κατάργηση της ειδικής τιμής για το νυχτερινό τιμολόγιο –μέτρο που ο κ. Κοντολέων σχολιάζει ότι θα είναι η αφορμή για να σβήσουν φουγάρα μιας και αναμένεται να πλήξει ιδιαίτερα τις χαλυβουργίες και τις τσιμεντοβιομηχανίες. Επιπλέον, καταργούνται οι εκπτώσεις όγκου και εισάγεται ρήτρα προσαύξησης, ενώ επίσης ζητείται από τους ενεργοβόρους καταναλωτές να δεσμευτούν για το ύψος της κατανάλωσής τους και, αν σε μηνιαία βάση υπολείπεται πάνω από 2%, τότε η ΔΕΗ θα έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει «ζημιές».
Οι αλλαγές στα τιμολόγια που αφορούν τη βιομηχανία κρίνονται από τη ΔΕΗ ως αναγκαίες στο πλαίσιο του target model ακολουθώντας το παράδειγμα των συμβάσεων και της αντίστοιχων παικτών της αγοράς στην Ευρώπη. «Η ΔΕΗ γενικά και αόριστα υποστηρίζει ότι έχει κάνει τις αλλαγές αυτές για να μην πουλάει κάτω από το κόστος. Αλλά για ποιο κόστος μιλάει; Παραγωγού, προμηθευτή ή καθετοποιημένου; Η εκτίμηση μας είναι ότι κατεβαίνει ως προμηθευτής και ξεχνάει ότι είναι παραγωγός», σημειώνει ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, υποστηρίζοντας επίσης ότι η ρήτρα αναπροσαρμογής που προτείνει η εταιρεία αυξάνει κι άλλο τα τιμολόγια ενώ η ΔΕΗ είναι επίσης παραγωγός. «Άρα συμβάλει στη διαμόρφωση του κόστους εξισορρόπησης. Αυτός ο όρος για εμάς ελέγχεται ως καταχρηστικός» υποστηρίζει ο κ. Κοντολέων. Επίσης, σημειώνει ότι αυτές οι διαφοροποιήσεις στα τιμολόγια εμποδίζουν τη βιομηχανία να μπει στην αγορά εξισορρόπησης.
Στο μεταξύ, πηγές της αγοράς σημειώνουν ότι οι κινήσεις αυτές της ΔΕΗ προκαλούν απορία καθώς η εταιρεία έχει πλέον πολύ υψηλό περιθώριο κέρδους στην χαμηλή τάση λόγω της αύξησης κατά 20% τιμολογίων από πέρυσι, τη στιγμή που η τιμή της χονδρικής έχει πέσει το 2020, άρα έχει μεγάλο περιθώριο κέρδους. Αναφέρουν επίσης, ότι με την επιθετική τιμολογιακή πολιτική που ακολουθεί η ΔΕΗ, με την ανοχή της κυβέρνησης, θα επιβαρυνθεί σοβαρά και η ΛΑΡΚΟ, συνεπώς υπονομεύεται η κυβερνητική πολιτική για την ιδιωτικοποίηση της βιομηχανίας νικελίου.
Το ζήτημα των υψηλών χρεώσεων της χονδρικής που αντανακλώνται στο υψηλότερο - σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση - κόστος της ενέργειας για την ελληνική βιομηχανία, είχε απασχολήσει και την προηγούμενη διοίκηση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Τελευταία στοιχεία του ΙΟΒΕ δείχνουν ότι η «ψαλίδα» ανάμεσα στις ευρωπαϊκές και τις ελληνικές τιμές του ρεύματος συνεχώς αυξάνεται.
Μάλιστα, τον περασμένο Οκτώβριο ο Κωστής Χατζηδάκης είχε συνάντηση με τους εκπροσώπους του ΣΕΒ ώστε να συζητηθεί αυτό ακριβώς το ζήτημα. Μετά το πέρας της συνάντησης, από την πλευρά του ΣΕΒ, ο κ. Παπαλεξόπουλος εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για το μέλλον των εξαγωγών εν μέσω των ισχυρών πιέσεων που δημιουργεί η πανδημία αλλά και του ενεργειακού κόστους που, παραμένοντας υψηλό, πλήττει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών βιομηχανιών.
Ο κ. Κοντολέων υπογραμμίζει ωστόσο πως το ζήτημα αυτό δεν είναι καινούριο - την τελευταία πενταετία, οι τιμές στην ελληνική χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παραμένουν σταθερά έως και 40% υψηλότερες σε σχέση με το μέσο όρο των τιμών στις ευρωπαϊκές αγορές, γεγονός το οποίο καταδεικνύει ότι η ελληνική αγορά εξακολουθεί να κατακλύζεται από ρυθμιστικά εμπόδια, παρεμβάσεις και επιδοτήσεις που αυξάνουν το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και δημιουργούν άνισους όρους ανταγωνισμού. Όπως σημειώνει, το ζήτημα τελικά γυρίζει σε κάτι πολύ πιο βασικό: στο αν υπάρχει τελικά πολιτική βούληση να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο στην Ελλάδα.
Όπως σημειώνει, ο κλάδος της μεταποίησης και της βιομηχανίας ήταν που άντεξε στην προηγούμενη οικονομική κρίση και ο μόνος που φέρνει ΑΕΠ στη χώρα μεσούσης της υγειονομικής κρίσης. Για τον πρόεδρο της ΕΒΙΚΕΝ, η έναρξη του target model απέδειξε ότι αν η πολιτική βούληση εξαντλείται στο ότι θέλουμε περισσότερες ΑΠΕ και κερδίζουν μόνο οι ΑΠΕ η χώρα δε θα πάει μπροστά. «Δε βγαίνει το κόστος. Ο μύθος των φθηνών ΑΠΕ κατέπεσε με όσα έγιναν στην αγορά εξισορρόπησης. Τότε φάνηκε ότι οι ΑΠΕ προκαλούν πρόβλημα στην αγορά. Προκαλούν αστάθεια στο σύστημα που δημιουργεί ανάγκες εξισορρόπησης και πρόσθετο κόστος. Ποιος το πληρώνει αυτό το κόστος; Πάντως όχι οι ΑΠΕ γιατί για την ώρα δεν έχουν χρεώσεις αποκλίσεων», σημειώνει ο κ. Κοντολέων.
Δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού στην αγορά
Παράλληλα με την αναδιάρθρωση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τη σύζευξή της με τις γειτονικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, η ΕΒΙΚΕΝ θωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν πρόσθετα μέτρα για να δημιουργηθούν συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά και να αποτραπούν συμπεριφορές ολιγοπωλίου.
Ειδικότερα η ΕΒΙΚΕΝ προτείνει:
- Θέσπιση χρονοδιαγράμματος για την κατάργηση του περιορισμού επί των ποσοτήτων ενέργειας που θα μπορούν να διαπραγματεύονται, στη νέα διάρθρωση της αγοράς, οι καθετοποιημένες εταιρίες προμήθειας μέσω προθεσμιακών προϊόντων και διμερών συμβολαίων με φυσική παράδοση.
- Αναθεώρηση των όρων δημοπρασιών ΑΠΕ, ώστε να ευθυγραμμιστούν με τις τιμές της αγοράς και τις τιμές των αντίστοιχων δημοπρασιών σε ευρωπαϊκές χώρες, ειδικότερα για τα Φ/Β. Κατ’ αυτό τον τρόπο, αφενός διατηρείται σε ισορροπία ο ΕΛΑΠΕ, αφετέρου δημιουργείται κίνητρο στους παραγωγούς ΑΠΕ να συμμετέχουν στην αγορά προσφέροντας PPAs, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν εναλλακτική πηγή προμήθειας για τη βιομηχανία.
- Αύξηση της δημοπρατούμενης δυναμικότητας των βόρειων διασυνδέσεων της χώρας σταδιακά στο 70% της δυναμικότητας μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 8 του Κανονισμού 2019/943 σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
- Αύξηση των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας, έτσι ώστε η σύζευξη της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας να καταστεί στην πράξη εφικτή και πλήρως λειτουργική.
- Διασφάλιση της ισότιμης συμμετοχής της ζήτησης (demand response) σε όλες τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, μεμονωμένα ή μέσω σωρευτικής εκπροσώπησης, ώστε να ανταγωνίζεται με δίκαιους όρους τους λοιπούς συμμετέχοντες της αγοράς.