Στην επιχειρηματικότητα στράφηκαν οι Έλληνες το 2019, πριν το ξέσπασμα της κρίσης του κορονοϊού, τρέφοντας αυξημένες προσδοκίες για το μέλλον της οικονομίας μετά τη δεκαετή κρίση. Όμως, η ίδρυση περισσότερων επιχειρήσεων δεν συνοδεύθηκε και από ουσιώδη βελτίωση των ποιοτικών τους χαρακτηριστικών, καθώς τα νέα εγχειρήματα χαρακτηρίζονται από μέτριες επιδόσεις στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, την καινοτομία, την απασχόληση και την εξωστρέφεια.
Στην τελευταία ετήσια έκθεσή του για την επιχειρηματικότητα, το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι το 2019 σημειώθηκε ρεκόρ για τα τελευταία έτη στο ποσοστό των Ελλήνων που βρέθηκαν στα αρχικά στάδια ενός επιχειρηματικού εγχειρήματος, καθώς αυτό έφθασε το 8,2%. Όμως, πέρα από την ποσοτική διάσταση του θέματος, ίσως μεγαλύτερη σημασία για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης μακροπρόθεσμα έχει η ποιοτική πλευρά, καθώς, όπως τονίζει το ΙΟΒΕ,
- «Το να δημιουργεί κανείς απλά νέες επιχειρήσεις δεν αποτελεί βιώσιμη λύση για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι προτιμότερο οι φορείς διαμόρφωσης πολιτικής να επικεντρωθούν στην υποστήριξη εκείνου του υποσυνόλου επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται από αναπτυξιακή δυναμική, αντί να επιδοτούν τη δημιουργία μιας τυπικής επιχειρηματικής μονάδας με χαμηλή προστιθέμενη αξία.
- Έχει επιβεβαιωθεί από διάφορες εμπειρικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί πρόσφατα σε διεθνές επίπεδο, πως η ποιοτική επιχειρηματικότητα με επιχειρήσεις ταχείας ανάπτυξης είναι πιθανό να είναι πιο ανθεκτική σε υφεσιακούς οικονομικούς κύκλους, αποτελώντας ταυτόχρονα μια σημαντική κινητήρια δύναμη για την οικονομική ανάπτυξη.
- Η «επιδότηση» της αυτοαπασχόλησης χωρίς επομένως κάποια ποιοτικά κριτήρια (π.χ. βαθμός καινοτομικότητας, εξωστρέφειας κλπ.) και της επιχειρηματικότητας ανάγκης που χαρακτηρίζεται ταυτόχρονα από χαμηλές αναπτυξιακές προοπτικές είναι πιθανό να αποδειχθεί μια αναποτελεσματική πολιτική».
Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των νέων επιχειρήσεων παραμένουν μέτρια, όπως προκύπτει από την έκθεση του ΙΟΒΕ, η οποία βασίζεται στην επεξεργασία στοιχείων της διεθνούς έρευνας Global Entrepreneurship Monitor (GEM). Σε τέσσερις βασικούς τομείς (τεχνολογική ταυτότητα, καινοτομία, απασχόληση, εξωστρέφεια), τα νέα εγχειρήματα Ελλήνων επιχειρηματιών παίρνουν βαθμολογίες «κάτω από τη βάση».
Επιχειρηματικότητα... low tech
Με βάση το νέο δείκτη της έρευνας GEM για τον προσδιορισμό της τεχνολογικής ταυτότητας των νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων, ζητούμενο είναι να αξιολογηθεί το κατά πόσο τα νέα εγχειρήματα είναι μέτριας / υψηλής τεχνολογικής έντασης. Πρόκειται δηλαδή για μια μεταβλητή που παίρνει την τιμή 1 όταν το νέο εγχείρημα είναι μέτριας ή υψηλής τεχνολογίας και μηδέν στην αντίθετη περίπτωση, όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ. Η Ελλάδα βρίσκεται σχεδόν στην μέση της κατάταξης με μόλις το 4,4% των εγχειρημάτων της να αφορούν εγχειρήματα μέτριας/υψηλής τεχνολογικής έντασης.
Ποσοστό νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων που είναι μέτριας / υψηλής τεχνολογικής έντασης
Απούσα η καινοτομία
Η καινοτόμος επιχειρηματικότητα αποτελεί σημαντικό πεδίο ανάλυσης καθώς μπορεί να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη, στην ενίσχυση της απασχόλησης και στη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των εθνικών οικονομιών, τονίζει το ΙΟΒΕ. Η καινοτομία, εκτός από τη βελτίωση της παραγωγικότητας και τη μεγέθυνση του προϊόντος της, μπορεί να έχει συμβολή και στη διαφοροποίηση του προϊόντος, είτε δημιουργώντας νέα προϊόντα τα οποία οι καταναλωτές προτιμούν σε σύγκριση με τα ήδη υπάρχοντα (καινοτομία προϊόντος), είτε εισάγοντας νέες διεργασίες που μειώνουν το κόστος παραγωγής και αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της οικονομίας (καινοτομία διεργασιών).
Στην έρευνα GEM για το 2019, το ερώτημα που τέθηκε στους επιχειρηματίες, για να προσδιορισθεί ο βαθμός καινοτομίας, ήταν αν τα προϊόντα ή οι διαδικασίες είναι νέα σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο. Σε εθνικό επίπεδο, η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλά στην κατάταξη καινοτομικότητας προϊόντων και διαδικασιών, καθώς μόλις το 15,3% των προϊόντων / διαδικασιών είναι νέα για την χώρα, όταν το αντίστοιχο μέσο ποσοστό για τις χώρες υψηλού εισοδήματος φθάνει σχεδόν στο 18%.
Νέα προϊόντα ή διαδικασίες σε εθνικό επίπεδο
Μέτριες επιδόσεις στην απασχόληση
Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία στη ανάλυση των νέων εγχειρημάτων σε μια χώρα είναι το μέγεθός τους σε όρους απασχόλησης, καθώς και οι προοπτικές μεγέθυνσής τους, σημειώνει το ΙΟΒΕ, επισημαίνοντας ότι η έρευνα GEM εξετάζει τον αριθμό των θέσεων εργασίας που προσφέρουν τα νέα εγχειρήματα που εντόπισε η έρευνα το 2019 κατά την έναρξη της λειτουργίας τους (πλην των ίδιων / ιδρυτών), αλλά και τις προοπτικές που οι επιχειρηματίες διαβλέπουν πως θα δημιουργήσει δυνητικά το νέο τους εγχείρημα εντός της επόμενης πενταετίας, με βάση βεβαίως τις τρέχουσες προσδοκίες τους.
Θετικό στοιχείο είναι ότι μόλις το 14,9% στην έρευνα του 2019 δηλώνει ότι πέρα από τους ιδρυτές, κανείς άλλος δεν εργάζεται στο εγχείρημα αυτό, τουλάχιστον κατά τη στιγμή της έναρξης, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην προηγούμενη έρευνα ήταν 23,4%. Η πλειονότητα των εγχειρημάτων δηλώνει ότι απασχολεί 1 έως 5 άτομα (74,3% από 67,5% το 2018), ενώ περιορίζεται και το ποσοστό των εγχειρημάτων που απασχολούν πάνω από έξι άτομα, στο 5,8% από 9,1% το 2018. Επίσης, για πρώτη φορά από τη συμμετοχή της Ελλάδα στην έρευνα, υπάρχει και ένα 5% που απασχολεί περισσότερα από 20 άτομα κατά την έναρξη του νέου εγχειρήματος. Συνεπώς η αύξηση του αριθμού των νέων εγχειρημάτων το 2019 συνοδεύεται από βελτίωση των όρων απασχόλησης, καθώς περισσότερα νέα εγχειρήματα προσφέρουν απασχόληση και πέραν των ιδρυτών τους.
Παράλληλα, σε ότι αφορά στις προσδοκίες που έχουν οι ίδιοι οι επιχειρηματίες για τις θέσεις εργασίας που διαβλέπουν ότι μπορεί να δημιουργήσει το νέο τους επιχειρηματικό εγχείρημα εντός της επόμενης πενταετίας, αυτές δείχνουν αρκετά πιο αισιόδοξες σε σχέση με πέρυσι. Το 95% των επιχειρηματιών εκτιμούν ότι την επόμενη πενταετία θα δημιουργήσουν τουλάχιστον μια θέση εργασίας, με το 22% να δηλώνει ότι θα προσφέρει μάλιστα από 6 θέσεις και πάνω. Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και μετά, το ποσοστό των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων που εκτιμούσαν ότι θα ήταν σε θέση να προσφέρουν στην επόμενη πενταετία τουλάχιστον μία θέση εργασίας, άρχισε σταδιακά να περιορίζεται από 90% το 2009 σε 70% το 2011. Το 2013 η τάση αυτή ανακόπηκε, χωρίς ωστόσο να επανέλθει σε προ κρίσης επίπεδα (~90%). Όμως κατά μέσο όρο φαίνεται οι προοπτικές απασχόλησης των νέων εγχειρημάτων να βελτιώνονται το 2018 και το 2019 , παρόλο που η υφιστάμενη απασχόληση (κατά την έναρξη δηλαδή) είναι χαμηλή, εξέλιξη που είναι θετική για την οικονομία με δεδομένο ότι τα νέα εγχειρήματα του 2019 είναι και περισσότερα αριθμητικά σε σχέση με πέρυσι.
Παρά τις βελτιώσεις αυτές, όμως, τα νέα εγχειρήματα δεν δείχνουν να δημιουργούν προοπτικές σημαντικής αύξησης της απασχόλησης στο μέλλον. Το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι μόνο 19,3% των επιχειρηματιών εκτιμούν ότι θα δημιουργήσουν στην επόμενη πενταετία τουλάχιστον πέντε θέσεις εργασίας, έναντι 33% κατά μέσο όρο στο σύνολο των χωρών υψηλού εισοδήματος. Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις και σε έναν ακόμα πιο δυναμικό δείκτη, στις προσδοκίες απασχόλησης για πάνω από 10 θέσεις και 50% αύξηση της απασχόλησης στα επόμενα 5 χρόνια (8,9% έναντι 22,2%).
Χαμηλές επιδόσεις στην εξωστρέφεια
Σοβαρή είναι η επιδείνωση το 2019 σε ό,τι αφορά την εξωστρέφεια των νέων εγχειρημάτων, καθώς διαπιστώνεται ότι στην πλειονότητά τους (επτά στις δέκα) οι νέες επιχειρήσεις απευθύνονται στην εσωτερική αγορά, ενώ το 2018 αυτό ίσχυε μόνο για το ένα τέταρτο των εγχειρημάτων.
Το ΙΟΒΕ τονίζει ότι η εξωστρέφεια είναι ένα σημαντικό ποιοτικό χαρακτηριστικό της ανάλυσης των νέων εγχειρημάτων. Η ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας ακόμα και η υποκατάσταση μέρους των εισαγωγών της, αποτελούν άλλωστε βασικά χαρακτηριστικά στην κατεύθυνση της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Συνεπώς αναζητούμε προϊόντα / υπηρεσίες που διαθέτουν ή μπορούν να δημιουργήσουν εξωτερική ζήτηση. Σαφώς και η εξωστρέφεια δεν είναι εύκολη διαδικασία, καθώς απαιτεί την προσαρμογή της παραγωγής στις ευρύτερες τεχνολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και γεωπολιτικές μεταβολές, και προϋποθέτει τη βελτίωση των δυνατοτήτων που έχουν οι επιχειρήσεις της να παράγουν, και να αξιοποιούν τη γνώση, ούτως ώστε να μπορεί να καινοτομούν. Ειδικά σε χώρες με οικονομική κρίση, η εξωστρέφεια έχει αποδειχθεί καθοριστική για τη βιωσιμότητα νέων εγχειρημάτων.
Στο πλαίσιο της έρευνας του GEM, η ένταση της εξωστρέφειας των νέων εγχειρημάτων προκύπτει από το ποσοστό του κύκλου εργασιών που προέρχεται από πελάτες εξωτερικού. Το 2019 στην Ελλάδα το 69,6% των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων δηλώνει ότι απευθύνεται αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά, έναντι 23,7% πέρυσι. Συνεπώς σημειώνεται έντονη επιδείνωση σε αυτό το χαρακτηριστικό παρόλο που το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες υψηλού εισοδήματος είναι ελαφρά υψηλότερο (71,5%). Πέρα από την έκταση της εξωστρέφειας και η ένταση επιδεινώνεται, καθώς το 18,7% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι πάνω από το ¼ του τζίρου τους προέρχεται από πελάτες εξωτερικού, έναντι 27,5% το 2018. Η περιορισμένη εξωστρέφεια των νεών εγχειρημάτων ενδεχομένως να οφείλεται στη φύση των κλάδων στους οποίους εντάσσονται και οι οποίοι είναι εμπορικοί.