Η νέα έκθεση του ΙΟΒΕ για την επιχειρηματικότητα αρχικών σταδίων που δημοσιεύτηκε τις προηγούμενες μέρες συνοψίζει τους βασικούς δείκτες για την Ελλάδα σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο, κατά την πρώτη φάση της πανδημίας το 2020.
Η κρίση αυτή άλλαξε απότομα και δραστικά την καθημερινή δραστηριότητα των πολιτών, την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική τους ζωή και, σε κάποιο βαθμό, τον τρόπο που προσεγγίζεται το ζήτημα της εργασίας και της παραγωγής. Είναι γεγονός ότι οι κυβερνήσεις σε όλο σχεδόν τον κόσμο και στην Ελλάδα έλαβαν γενναία μέτρα στήριξης της ρευστότητας και της απασχόλησης τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις φαίνεται να διέσωσαν θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις. Όμως αν και οι βραχυχρόνιες επιπτώσεις της εισαγωγής μέτρων όπως το lockdown και η παύση / αναστολή λειτουργίας κάποιων επιχειρήσεων αντιμετωπίστηκαν σε κάποιο βαθμό, οι επιπτώσεις στον ευρύτερο παραγωγικό ιστό της χώρας μάλλον διαχέονται σε βάθος χρόνου και η οριστική αξιολόγηση τους θα απαιτήσει χρόνο και απόσταση από την κρίση.
Η έκθεση αποδίδει το αποτύπωμα του πρώτου κύματος της πανδημίας στην νέα επιχειρηματικότητα, αλλά αντανακλά και τις άμεσες αντιδράσεις και στάσεις του πληθυσμού απέναντι στην επιχειρηματική δραστηριοποίηση εν μέσω πανδημίας. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι ένα ποσοστό της τάξης του 8,6% του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών το 2020 βρισκόταν σε αρχικά στάδια επιχειρηματικής δραστηριότητας (περίπου 562 χιλιάδες άτομα) έναντι από 8,2% το 2019. Πρόκειται για την υψηλότερη επίδοση της τελευταίας πενταετίας και φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση παράδοξο για μία χρονιά με πρωτόγνωρες συνθήκες στην οικονομία και κοινωνία.
Αν δηλαδή η αύξηση αυτή είναι αποτέλεσμα ακριβώς της πανδημικής κρίσης, αν δηλαδή μέρος του πληθυσμού ξεκίνησε ένα εγχείρημα λόγω απώλειας μιας θέσης εξαρτημένης εργασίας τότε είναι απλώς ένα αποτέλεσμα «μηχανικής αντίδρασης». Σε κάθε περίπτωση όπως έχει επισημανθεί αρκετές φορές οι ποσοτικές επιδόσεις της χώρας στην επιχειρηματικότητα ποτέ δεν ήταν αμελητέες. Το πρόβλημα εντοπιζόταν διαχρονικά στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των νέων εγχειρημάτων, όπως η εξωστρέφεια, η καινοτομία και οι προοπτικές ανάπτυξής τους. Αυτά τα χαρακτηριστικά θα καθορίσουν την ποιότητα και τη βιωσιμότητά τους και τελικά θα μας επιτρέψουν να διαμορφώσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα. Επίσης έχει σημασία να αξιολογηθούν και τα αντίστοιχα κίνητρα για την επιχειρηματική δραστηριοποίηση.
Ας μείνουμε λίγο στο τελευταίο ζήτημα. Στο πλαίσιο του GEM, η αξιολόγηση των κινήτρων γίνεται με ένα αρκετά περιγραφικό τρόπο με βάση τέσσερις κατηγορίες κινήτρων, όχι αμοιβαία αποκλειόμενων. Μια περισσότερο «ιδεαλιστική» προσέγγιση στην επιχειρηματική δραστηριοποίηση που σχετίζεται με το κίνητρο του «να κάνω τη διαφορά στον κόσμο». Μια πιο «ματεριαλιστική» που σχετίζεται με την ανάγκη μεγαλύτερου εισοδήματος και πλούτου και μία πιο πραγματιστική που σχετίζεται με την ανάγκη εύρεσης εργασίας, επειδή «οι δουλειές είναι λίγες». Τέλος υπάρχει και η «παραδοσιακή» επιλογή της συνέχισης μιας οικογενειακής επιχείρησης.
Οι λόγοι υλοποίησης μιας νέας επιχειρηματικής ιδέας απεικονίζουν τις συνολικές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στις οποίες λειτουργούν τα άτομα και το αν για παράδειγμα, υπάρχει έντονη επιθυμία για ανεξαρτησία ή αν η εύρεση εργασίας είναι μια δύσκολη υπόθεση. Επιπρόσθετα, και οι προσδοκίες αυτών που ξεκινούν μια επιχείρηση είναι σημαντικές, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των ατόμων που αναμένουν να απασχοληθούν, του μεγέθους της αγοράς στην οποία απευθύνονται (π.χ. τοπική, εθνική ή διεθνής αγορά), το ποσοστό των αναμενόμενων εσόδων από διεθνείς πωλήσεις και, βέβαια η καινοτομία των προϊόντων ή των υπηρεσιών της επιχείρησης.
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα 1, επτά στους δέκα δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά για βιοποριστικούς λόγους κυρίως. Ένα μικρότερο ποσοστό, (45%) δηλώνει ότι επιθυμεί και την απόκτηση υψηλότερου εισοδήματος, με τις άλλες δύο επιλογές να δηλώνονται από περίπου έναν στους τρεις. Συνεπώς το βασικό κίνητρο επιχειρηματικής δραστηριοποίησης φαίνεται να διαμορφώνεται από έναν συνδυασμό παραγόντων που συνδέονται με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του ατόμου, καθώς καταγράφεται δυσαρέσκεια από το επίπεδο αμοιβών (σε θέσεις εξαρτημένης εργασίας). Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι οι βιοποριστικοί λόγοι αποτελούν προτεραιότητα για την έναρξη μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα. Μάλιστα σε επίπεδο φύλου, φαίνεται στους άνδρες να αναδεικνύεται πιο έντονα το κίνητρο της συνέχισης της οικογενειακής παράδοσης σε σχέση με τις γυναίκες (39% έναντι 31%), ενώ στις γυναίκες το πρωτεύον κίνητρο είναι κυρίως ο βιοπορισμός.
Πίνακας 1: Κίνητρα έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας ανά χώρα (2020)
(% επί των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων)
«Να κάνω τη διαφορά στον κόσμο» | Δημιουργία μεγαλύτερου εισοδήματος | Συνέχιση οικογενειακής παράδοσης | Βιοπορισμός. καθώς οι «δουλειές» είναι λίγες | |
Αυστρία | 39 | 33,4 | 21,1 | 49,3 |
Γερμανία | 39,8 | 52,2 | 62 | 45,1 |
Ελβετία | 42,5 | 32,5 | 20,1 | 52 |
Ελλάδα | 26,9 | 45,8 | 35,7 | 69 |
Ην. Βασίλειο | 57,6 | 59,4 | 20,7 | 54,4 |
Ισπανία | 32,3 | 34,9 | 17,4 | 72,3 |
Ισραήλ | 35,6 | 71,2 | 17,5 | 53,6 |
Ιταλία | 26,6 | 95,3 | 26,5 | 82,2 |
Κροατία | 38,9 | 47 | 28,7 | 69,4 |
Κύπρος | 37,5 | 85,2 | 21,3 | 77,4 |
Λετονία | 39,8 | 41,8 | 27,5 | 73,6 |
Νορβηγία | 36,7 | 30,1 | 11,8 | 23,1 |
Ολλανδία | 46,6 | 40,9 | 24,6 | 47,8 |
Πολωνία | 22 | 52,8 | 20,4 | 62 |
Ρωσία | 24,2 | 68,7 | 16,5 | 71,4 |
Σλοβακία | 33,6 | 38,3 | 32,4 | 73,8 |
Σλοβενία | 44,6 | 39,7 | 21,6 | 72,2 |
Σουηδία | 41,5 | 42,8 | 24,2 | 28,9 |
Ομαδα Α | 44,2 | 68 | 40 | 77,9 |
Ομαδα Β | 43,5 | 68,1 | 28,2 | 71,1 |
Ομαδα Γ | 42,8 | 56,4 | 28,8 | 61,6 |
Μέση Ανατολή -Αφρική | 40,8 | 74,5 | 34 | 72,4 |
Κεντρική - Ανατολική Ασία | 37,7 | 69 | 31,6 | 52,9 |
Λατινική Αμερική | 60,3 | 54,3 | 36,6 | 82,6 |
Ευρώπη- Β. Αμερική | 40,8 | 50,6 | 25,9 | 59,2 |
Ομάδα Α: Χώρες χαμηλού εισοδήματος, Ομάδα Β: Χώρες μεσαίου εισοδήματος, Ομάδα Γ: Χώρες υψηλού εισοδήματος. Πηγή: GEM, Entrepreneurship Monitor, Επεξεργασία στοιχείων: ΙΟΒΕ
Σε παγκόσμιο επίπεδο οι διαφορετικές οικονομίες τείνουν να έχουν μοναδικά προφίλ κινήτρων. Αν και γενικότερα αναμένεται στις χώρες χαμηλού εισοδήματος το επικρατέστερο κίνητρο να είναι περισσότερο το «βιοποριστικό» κίνητρο, αυτό δεν αποτελεί πάντα κανόνα. Η συσχέτιση κινήτρων και επιπέδου εισοδήματος φαίνεται να είναι μάλλον αδύναμη, καθώς αντίστοιχη ανάγκη εμφανίζεται ως κίνητρο και σε χώρες υψηλού εισοδήματος, όπως και μεσαίου προς υψηλού εισοδήματος.
Επομένως η ώθηση για επιχειρηματική δραστηριοποίηση συνδέεται με προσδοκίες καλύτερου εισοδήματος, οι οποίες όμως μπορεί να επαληθευτούν, μπορεί και όχι. Το να υπάρχει μια σταθερή προσφορά θέσεων εξαρτημένης εργασίας σε μια οικονομία είναι έτσι και αλλιώς ζητούμενο, ανεξάρτητα από την ατομική δραστηριοποίηση. Τέλος, η έννοια της επιχειρηματικότητας δεν είναι απαραίτητο να σχετίζεται αποκλειστικά με την έναρξη μιας νέας επιχείρησης.
Το να σκέφτεται κάποιος «επιχειρηματικά» μπορεί να συμβαίνει και στο πλαίσιο μια μισθωτής εργασίας σε έναν οργανισμό. Πρόκειται επομένως περισσότερο για μια κουλτούρα δημιουργίας, αξιοποίησης ευκαιριών που υπάρχουν σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον σε έναν κλάδο, σε ένα ευρύτερο οικοσύστημα. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ανθρώπους οι οποίοι θα αναγνωρίζουν τις ευκαιρίες και θα συνεισφέρουν στην αξιοποίησή τους με οποιονδήποτε μηχανισμό ή εργαλεία επιθυμούν.
* O Άγγελος Τσακανίκας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας ΕΜΠ, Επιστημονικού Υπεύθυνου Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικότητας ΙΟΒΕ,