Η εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού, πέραν της αναστάτωσης που προκάλεσε στην ταξιδιωτική βιομηχανία, επέφερε ισχυρό πλήγμα και στην ευρωπαϊκή αγορά πολυτελών αγαθών το φετινό καλοκαίρι, καθώς η απουσία των Κινέζων αλλά και των Αμερικανών τουριστών από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες της μόδας επηρεάζει αρνητικά την συνολική εικόνα της βιομηχανίας της μόδας, σε βάθος χρόνου.
Με δεδομένο ότι τα δύο τρίτα των αγορών πολυτελών αγαθών στην Ευρώπη πραγματοποιούνται από ξένους επισκέπτες, αναλυτές της αγοράς εκτιμούν ότι το “απαγορευτικό” προς τους συγκεκριμένους επισκέπτες το φετινό καλοκαίρι θα σημάνει πολύ οδυνηρές απώλειες εσόδων για την ευρωπαϊκή βιομηχανία μόδας στο τέλος του έτους κι ενδεχομένως για την επόμενη διετία.
Το 2019 αποτέλεσε χρονιά-ορόσημο για την επάνοδο των Αμερικανών τουριστών/αγοραστών πολυτελών ειδών στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας, χάριν στην ανάκαμψη του δολαρίου έναντι του ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Global Blue, οι Αμερικανοί τουρίστες ήλθαν δεύτεροι, μετά τους Κινέζους, σε ό,τι αφορά το ύψος των δαπανών τους στην Ελλάδα το 2019, ωστόσο είχαν καταγράψει αύξηση της τάξεως του 46% σε σχέση με το 2018, επιλέγοντας κυρίως ρούχα, υποδήματα, αλλά και κοσμήματα. Οι Κινέζοι ωστόσο παρέμειναν το 2019 οι κορυφαίοι διεθνείς καταναλωτές, πραγματοποιώντας σχεδόν μία στις τρεις συναλλαγές tax free και συνεισφέροντας στην αύξηση κατά 18% των συναλλαγών και κατά 23% στην αξία των αγορών στη χώρα μας το 2019 έναντι του 2018. Η απουσία τους το φετινό καλοκαίρι είναι εξαιρετικά οδυνηρή και για την ευρωπαϊκή αγορά, με δεδομένο ότι πραγματοποιούν ποσοστό 50%-60% των αγορών τους σε πολυτελή είδη όταν ταξιδεύουν…
Κατ’ αναλογία, το περσινό καλοκαίρι επισκέφθηκαν το Παρίσι 2,3 εκατομμύρια Αμερικανοί, συνεισφέροντας το 14% των αγορών tax free στην Γαλλία, ενώ στην γειτονική μας Ιταλία πραγματοποίησαν το 11% των αγορών tax free, ενισχύοντας την ιταλική βιομηχανία μόδας. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Αμερικανοί τείνουν να δαπανούν σημαντικά ποσά όταν ταξιδεύουν, με την Global Blue να υπολογίζει τις δαπάνες των πιο ευκατάστατων ταξιδιωτών σε 180.000 ευρώ ετησίως, οριακά χαμηλότερα έναντι των Κινέζων πρωταθλητών που δαπανούν περί τις 197.000 ευρώ.
Κραυγή αγωνίας εκπέμπεται και από την αγορά της Βρετανίας όπου τζίρος ύψους 5 δισ στερλινών πραγματοποιείται απευθείας από τους ξένους επισκέπτες, οι οποίοι φέτος έμειναν εμφατικά μακριά. Όπως προειδοποιεί η εταιρεία New West End Company, η οποία αντιπροσωπεύει περί τις 600 επιχειρήσεις στους πιο εμπορικούς δρόμους Oxford Street, Bond Street, Regent Street και Mayfair, σε άμεσο κίνδυνο βρίσκεται σχεδόν το 50% του συνολικού ετήσιου τζίρου ύψους 10 δισ στερλινών που πραγματοποιούν τα καταστήματα σε αυτή την περιοχή ετησίως.
Για τους διεθνείς ομίλους μόδας και πολυτελών αγαθών, η πανδημία συνεπάγεται μεγάλες απώλειες, οι οποίες έγιναν ήδη ορατές κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο όμιλος Kering (Gucci, Yves Saint Laurent, κλπ) είδε τις πωλήσεις του να συρρικνώνονται κατά 30% το δεύτερο τρίμηνο του έτους, με την ναυαρχίδα Gucci να χάνει το 45% του τζίρου της, ενώ ο γαλλικός κολοσσός LVMH είχε κάμψη κατά 38%. Αντίστοιχα, ο οίκος πολυτελών ειδών Hermes κατέγραψε πτώση τζίρου κατά 24% παγκοσμίως και κατά 61% μόνο στην Ευρώπη, ενώ η ιταλική εταιρεία Prada έχασε το 40% των πωλήσεών της κατά το δεύτερο τρίμηνο φέτος, συγκριτικά με πέρσι. Περαιτέρω, ο όμιλος Capri Holdings (Versace, Michael Kors, Jimmy Choo, κα) είχε πτώση πωλήσεων κατά 66,5%, ενώ η αμερικανική φίρμα Ralph Lauren έχασε το 66% του τζίρου της το υπό εξέταση διάστημα. Όλα αυτά, με τα καταστήματα πλέον ανοικτά σχεδόν σε όλη την διάρκεια του τριμήνου, συμπεριλαμβανομένης και της Ασίας.
Η τόσο δυσμενής εξέλιξη των μεγεθών της αγοράς πολυτελών αγαθών συνδέεται άρρηκτα με τον τερματισμό των τουριστικών ροών παγκοσμίως. Ενδεικτικά, ο όμιλος Kering αποκόμισε πέρσι το 70% των συνολικών του πωλήσεων από τον τουρισμό, ποσοστό-ρεκόρ για την βιομηχανία συνολικά. Κατόπιν αυτών, αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι εταιρείες πολυτελών αγαθών θα υποχρεωθούν να επαναξιολογήσουν τα δίκτυα φυσικών καταστημάτων τους στην ευρωπαϊκή αγορά, ενδεχομένως τερματίζοντας την λειτουργία κάποιων σημείων στις μεγάλες πρωτεύουσες της μόδας, όπως το Παρίσι, το Μιλάνο και το Λονδίνο κι ενισχύοντας το κανάλι των διαδικτυακών πωλήσεων, επιλογή που αρκετές ακόμη εταιρείες, όπως η Chanel, απορρίπτουν. Εξάλλου, αναλυτές της Citi δεν αναμένουν επιστροφή της γηραιάς ηπείρου σε επιδόσεις προ κορονοϊού, πριν το 2022 ή ακόμη και το 2023, ενώ θεωρούν αναπόφευκτη για φέτος την συρρίκνωση της αγοράς πολυτελών ειδών κατά 45%-50%.