Αντιμέτωπη με μία άνευ προηγουμένου συρρίκνωση της οικονομίας της βρίσκεται η ευρωζώνη, με τις καταστάσεις που δημιουργούνται να οδηγούν οικονομίες και κυβερνήσεις σε «αχαρτογράφητα ύδατα», όπως τόνισε η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη Τύπου όπου παρουσίασε τις αποφάσεις για μεγάλη αύξηση του προγράμματος αγορών ομολόγων για την πανδημία κατά 600 δισ. ευρώ.
Οι εκτιμήσεις, άλλωστε, των οικονομολόγων της ΕΚΤ για την πορεία της ευρωζώνης είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξες, καθώς σύμφωνα, μάλιστα, με το βασικό σενάριο, εκτιμούν ότι η συρρίκνωση θα διαμορφωθεί φέτος στο 8,7%, με τον ρυθμό ανάκαμψης να φθάνει στο 5,2% το 2021 και στο 3,3% το 2022.
Όπως μάλιστα τόνισε η κυρία Λαγκάρντ «το απόλυτα εντυπωσιακό είναι ότι η εντυπωσιακή και ταχύτατη πτώση δεν πρόκειται να ακολουθηθεί από ανάλογα ταχεία ανάκαμψη», ενώ προσέθεσε ότι ακόμη και οι παραπάνω δυσοίωνες (για το 2020) εκτιμήσεις μπορούν να υποβαθμιστούν το μέλλον καθώς υπάρχει πολύ μεγάλη αβεβαιότητα.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό οι νέες εκτιμήσεις τοποθετούν τον εναρμονισμένο δείκτη στο 0,3% το 2020, στο 0,8% το 2021 και στο 1,3% το 2022. Δηλαδή, ο πληθωρισμός θα παραμείνει πολύ χαμηλότερα από το στόχο του 2% για μεγάλη περίοδο, κάτι που δικαιολογεί και τα μέτρα πολιτικής που εφαρμόζονται.
Για μία ακόμη φορά η επικεφαλής της ΕΚΤ ξεκαθάρισε ότι η τράπεζα δεν μπορεί μόνη της να σώσει την ευρωζώνη και πρέπει να υπάρξει ένας συνδυασμός ορθής «νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής», καλώντας και τις κυβερνήσεις να πράξουν το καθήκον τους.
Τάχθηκε ξεκάθαρα υπέρ των πρόσφατων προτάσεων της Κομισιόν, τις οποίες καλωσόρισε και κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να τις αποδεχθούν.
Αναφερόμενη στην απόφαση για αύξηση του έκτακτου προγράματος PEPP κατά 600 δισ. ευρώ και τη διατήρηση αμετάβλητων των επιτοκίων, τόνισε ότι επρόκειτο για ομόφωνη απόφαση, κάτι που σημαίνει ότι ακόμη και ο επικεφαλής της Bundesbank, Γενς Βάιτμαν, τάχθηκε υπέρ της αύξησης και ως εκ τούτου θεωρεί ως ορθό «εργαλείο» κατά της κρίσης το εν λόγω πρόγραμμα.
Σε ό,τι αφορά την απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, η Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι είναι αισιόδοξη πως θα βρεθεί μια λύση για να μην θιγεί η ανεξαρτησία της ΕΚΤ, τονίζοντας ότι η κεντρική τράπεζα υπάγεται στη δικαιοδοτική αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο έχει ήδη κρίνει ότι το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων του 2015 είναι συμβατό με την αποστολή της ΕΚΤ.
Οι αποφάσεις τις ΕΚΤ
Ισχυρή ώθηση στην οικονομία της ευρωζώνης δίνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με την απόφαση που ανακοινώθηκε για την αύξηση κατά 600 δισ. ευρώ του προγράμματος αγοράς ομολόγων για την πανδημία, με παράλληλη επέκταση της χρονικής διάρκειάς του τουλάχιστον έως το τέλος Ιουνίου 2021. Μια απόφαση που δικαιώνει τις προσδοκίες των αγορών και ήδη προκαλεί θετική αντίδραση στα χρηματιστήρια της Ευρώπης.
Ειδικότερα, το πρόγραμμα για την πανδημία (PEPP) αυξάνεται από τα 750 στα 1,35 τρισ. ευρώ, με την ΕΚΤ να τονίζει ότι οι αγορές θα γίνονται ευέλικτα. Τα κεφάλαια που θα αντλεί η ΕΚΤ από τις λήξεις ομολόγων του προγράμματος θα επανατοποθετούνται σε τίτλους και η ΕΚΤ διαβεβαιώνει ότι η αποεπένδυση θα γίνει με τρόπο που δεν θα θίξει την άσκηση της νομισματικής πολιτικής.
Οι αγορές τίτλων θα συνεχισθούν με ρυθμό 20 δισ. ευρώ το μήνα από το τακτικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, ενώ άλλα 120 δισ. ευρώ θα τοποθετούνται από το ειδικό πρόγραμμα για την πανδημία. Εξάλλου, τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ διατηρούνται αμετάβλητα.
Το διοικητικό συμβούλιο διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσει να βρίσκεται σε ετοιμότητα για την αναπροσαρμογή όλων των εργαλείων πολιτικής, με τρόπο που θα διασφαλίζει ότι ο πληθωρισμός κινείται προς το στόχο (κοντά στο 2%) με βιώσιμο τρόπο.