Δικαστήριο στη Φινλανδία αποφάσισε ότι δεν έχει δικαιοδοσία να ασκήσει δίωξη κατά του πλοιάρχου και δύο αξιωματικών του δεξαμενόπλοιου Eagle S, οι οποίοι κατηγορούνταν για την κοπή υποθαλάσσιων ενεργειακών και τηλεπικοινωνιακών καλωδίων στη Βαλτική θάλασσα το 2023.
Σύμφωνα με φινλανδικές αρχές, το Eagle S ανήκει σε έναν σκιώδη στόλο δεξαμενόπλοιων που χρησιμοποιούνται από τη Ρωσία για να παρακάμπτει τις διεθνείς κυρώσεις στις πετρελαϊκές εξαγωγές. Το περιστατικό σημειώθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, εν μέσω μιας σειράς ζημιών σε καλώδια και αγωγούς αερίου στη Βαλτική, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Ρωσία αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή στα συμβάντα αυτά.
Η υπόθεση αποτελεί μία από τις πρώτες προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο για την απόδοση ευθυνών σχετικά με ζημιές σε κρίσιμες υποθαλάσσιες υποδομές. Ωστόσο, η διαδικασία περιπλέκεται λόγω του διεθνούς δικαίου της θάλασσας και της δυσκολίας απόδειξης εγκληματικής πρόθεσης. Τα μέλη του πληρώματος αρνήθηκαν τις κατηγορίες.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του δικαστηρίου, «το Δικαστήριο εξέδωσε σήμερα απόφαση απορρίπτοντας την κατηγορία στην υπόθεση… μαζί με τις αξιώσεις σχετικά με ζημιές που προκύπτουν από την κατηγορία, καθώς δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί ο φινλανδικός ποινικός νόμος στην υπόθεση». Σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, η αρμοδιότητα για ποινική δίωξη ανήκει στη χώρα σημαίας ή στις χώρες καταγωγής των κατηγορουμένων.
Το πλοίο έφερε σημαία Νήσων Κουκ και η απόφαση του δικαστηρίου είναι εφέσιμη.
Το δεξαμενόπλοιο, μεταφέροντας ρωσικό πετρέλαιο, έσυρε την άγκυρα βάρους 11.000 κιλών για περίπου 90 χιλιόμετρα στον πυθμένα του Κόλπου της Φινλανδίας, προκαλώντας ζημιές στο ενεργειακό καλώδιο Estlink 2 που συνδέει τη Φινλανδία με την Εσθονία, αλλά και σε τέσσερις γραμμές διαδικτύου, σύμφωνα με τους εισαγγελείς.
Οι φινλανδικές αρχές άσκησαν κατηγορίες κατά του γεωργιανού πλοιάρχου, του πρώτου αξιωματικού (επίσης γεωργιανού) και του ινδού δεύτερου αξιωματικού για διακεκριμένη φθορά ξένης περιουσίας και παρακώλυση επικοινωνιών.
Η κατηγορία βασίστηκε σε βαριά αμέλεια λόγω της κακής κατάστασης του βαρούλκου της άγκυρας, χωρίς σαφή στοιχεία ότι η ζημιά προκλήθηκε σκόπιμα, όπως προκύπτει από τα δικαστικά έγγραφα.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, οι κατηγορούμενοι υποστήριξαν ότι το βαρούλκο παρουσίασε τεχνικά προβλήματα, με αποτέλεσμα η άγκυρα να πέσει χωρίς να το αντιληφθούν. Απέρριψαν επίσης τους ισχυρισμούς για ζημιές εκατομμυρίων ευρώ που προέβαλαν οι ιδιοκτήτες των καλωδίων.
Ο εισαγγελέας είχε ζητήσει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δυόμιση ετών για κάθε κατηγορούμενο. Μετά το τέλος της δίκης τον Σεπτέμβριο, το δικαστήριο ήρε την ταξιδιωτική απαγόρευση και οι κατηγορούμενοι αναχώρησαν από τη Φινλανδία. Δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες κατά του ιδιοκτήτη του πλοίου, το οποίο αφέθηκε ελεύθερο από τη φινλανδική επιμέλεια τον Μάρτιο.