Η ελληνική αγορά ακινήτων παρουσιάζει έναν διττό χαρακτήρα: Από τη μία πλευρά καταγράφεται εντυπωσιακή ανάπτυξη και προσέλκυση του εγχώριου και διεθνούς επενδυτικού ενδιαφέροντος, από την άλλη όμως οξύνεται η στεγαστική κρίση, με τις τιμές να απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τις δυνατότητες των πολιτών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι τιμές κατοικιών ήταν, κατά μέσο όρο, αυξημένες κατά 7,3% στο β΄ τρίμηνο του 2025, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024, επιβεβαιώνοντας τη δυναμική του κλάδου.
Παράλληλα, στοιχεία του Spitogatos επιβεβαιώνουν την τάση, με τις μέσες ζητούμενες τιμές πώλησης να έχουν αυξηθεί κατά 10% σε ετήσια βάση το γ’ τρίμηνο του 2025, ενώ οι τιμές για ενοικίαση κατοικίας σημείωσαν αύξηση της τάξης του 7,2%.
Στην Αθήνα, οι τιμές ακινήτων έφτασαν μεταξύ 2.480 ευρώ και 2.944 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, και είναι ακόμα υψηλότερες στις «καυτές» περιοχές με αυξημένη ζήτηση, όπως η Βουλιαγμένη με 7.586 ευρώ/τ.μ., το Ελληνικό με 5.416 ευρώ/τ.μ. και το Κολωνάκι με μέση ζητούμενη τιμή πώλησης κατοικίας στα 5.000 ευρώ/τ.μ.
Επιπλέον, η αγορά ακινήτων της Ελλάδας έχει αναδειχθεί σε πόλο έλξης ξένων επενδύσεων, καθώς πρόκειται για ένα ασφαλές περιβάλλον με επιπρόσθετα πλεονεκτήματα, όπως το πρόγραμμα Golden Visa και οι χαμηλότερες τιμές σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και άλλες αγορές, όπως του Ισραήλ.
Μάλιστα, η Golden Visa συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό μοχλό προσέλκυσης κεφαλαίων, παρά την αύξηση των κατώτατων ορίων επένδυσης σε περιοχές υψηλού ενδιαφέροντος.
Όπως σχολίασε και η Θεώνη Αλαμπάση, Γενική Γραμματέας Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, κατά την ομιλία της στο 6ο Συνέδριο Θεσμικής Διαχείρισης της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, η δυναμική της αγοράς αναμένεται να διατηρηθεί, καθώς η ζήτηση ξεπερνάει την προσφορά, τόσο από πλευράς επενδυτών, όσο και από καθημερινούς πολίτες.
Μάλιστα, μεγάλα έργα όπως το Ελληνικό θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν την αγορά real estate της χώρας, προμηνύοντας μεγάλη δυναμική στα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος, η οποία δεν είναι άλλη από τη στεγαστική κρίση. Το γεγονός αυτό αναγνωρίζει και το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που στόχο έχει να εντοπίσει τα σημεία στα οποία μπορεί να παρέμβει, προκειμένου να αυξηθεί το οικιστικό απόθεμα.
Στο πλαίσιο αυτό, έχει δημιουργεί μια ομάδα υπουργών που επεξεργάζονται διάφορες λύσεις προς αυτό το αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την κα Αλαμπάση, ένα βήμα ήταν ο περιορισμός των Airbnb σε περιοχές με έντονη έλλειψη κατοικιών, ώστε να υπάρχει ισορροπία στην αγορά ακινήτων.
Πιο συγκεκριμένα, από την 1η Ιανουαρίου 2025 αναστάλθηκαν για ένα χρόνο οι νέες εγγραφές στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης σε συγκεκριμένες περιοχές της Αθήνας, όπως το Κουκάκι, τα Εξάρχεια, το Παγκράτι και η Πετράλωνα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι τον Ιούλιο του 2024, 232.000 ακίνητα χρησιμοποιούνταν για βραχυχρόνιες μισθώσεις, έναντι 157.800 το 2019, με την Αττική να καταγράφει πάνω από 32.000 νέα διαμερίσματα προς βραχυχρόνια μίσθωση.
Ένα ακόμη ζήτημα που έχει άμεση επίδραση στο στεγαστικό έλλειμμα της χώρας είναι τα κλειστά ακίνητα, που μόνο στην Αττική ο αριθμός τους αγγίζει τις 500.000. «Το Υπουργείο ψάχνει τις αιτίες πίσω από αυτό και έχει φέρει στο τραπέζι μια σειρά μέτρων, όπως φορολογικές ελαφρύνσεις και προγράμματα όπως το “Ανακαινίζω - Νοικιάζω”» σημείωσε η κα Αλαμπάση.
Το πρόγραμμα στοχεύει στην επαναφορά κενών κατοικιών στη μακροχρόνια μίσθωση, μέσω της επιδότησης ανακαινίσεων. Το «Ανακαινίζω - Νοικιάζω» επιδοτεί το 60% των δαπανών ανακαίνισης αξίας έως 13.500 ευρώ, με μέγιστη επιδότηση τις 8.100 ευρώ και αφορά σε κενές κατοικίες που θα μισθωθούν για τουλάχιστον τρία χρόνια.
Ωστόσο τα ακίνητα δεν παραμένουν κλειστά μόνο λόγο οικονομικής αδυναμίας, αλλά και λόγω της πολυιδιοκτησίας, το οποίο γιγαντώνεται όταν ένα από τα άτομα είναι αντιμέτωπο με ιδιωτικό χρέος και το μερίδιό του κινδυνεύει να βγει σε πλειστηριασμό.
Αναγνωρίζοντας αυτό το πρόβλημα, το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έχει προχωρήσει σε παρεμβάσεις για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης, προκειμένου να διευκολύνουν τις υποθέσεις ακινήτων που σχετίζονται με ιδιωτικά χρέη και μη εξυπηρετούμενες οφειλές. Αυτήν τη στιγμή, βρίσκονται περίπου 6.000 ακίνητα υπό τη διαχείριση των servicers και ακόμη 8.000 στις τράπεζες.
Η δυναμική της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα είναι σαφής, όμως είναι απαραίτητο να συνδυαστεί με μέτρα κοινωνικής συνοχής, ώστε να εξελιχθεί με υγιή τρόπο.