Σε οριακή μείωση της εκτίμησής της για την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ το 2024 προχωρά η Κομισιόν στις φθινοπωρινές εκτιμήσεις, τοποθετώντας την ανάπτυξη στο 2,1% έναντι 2,2% που είχε εκτιμήσει τον Μάιο.
Η Επιτροπή διατηρεί αμετάβλητη την εκτίμηση για την ανάπτυξη του 2025 στο 2,3% και στο 2,2% το 2026. Τόσο φέτος όσο και τα επόμενα έτη η ελληνική οικονομία θα υπεραποδόσει σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης όπου η ανάπτυξη τοποθετείται στο 0,8% για φέτος, στο 1,3% για το 2025 και στο 1,6% για το 2026. Αντίστοιχα εκτιμάται ότι η ανάπτυξη στην ΕΕ θα φθάσει φέτος στο 0,9%, το 2025 θα ενισχυθεί στο 1,5% και το 2026 θα φθάσει στο 1,8%.
Ισχυρή ανάπτυξη
Όπως σημειώνεται στην έκθεση η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να επεκταθεί κατά 2,1% το 2024 και να διατηρήσει σε γενικές γραμμές παρόμοια ανάπτυξη το 2025 και το 2026, υποστηριζόμενη από την εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ). Η ανεργία, που είναι πλέον κάτω από το 10%, αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, αλλά με πιο αργούς ρυθμούς από ό,τι στο παρελθόν.
Ο πληθωρισμός προβλέπεται στο 3,0% το 2024 και αναμένεται να μετριαστεί μόνο σταδιακά σε περίπου 1,9% έως το 2026. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται λόγω της συγκρατημένης αύξησης των δαπανών. Μαζί με τη σταθερή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, αυτό συμβάλλει στη σταθερή μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ κοντά στο 140% του ΑΕΠ έως το 2026.
Η ελληνική οικονομία σημείωσε σταθερή ανάπτυξη 2,1% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο του 2024, κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης, ενώ οι καθαρές εξαγωγές αποτέλεσαν τροχοπέδη στην ανάπτυξη. Μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού, η ιδιωτική κατανάλωση επωφελήθηκε από τη σχετικά ταχύτερη αύξηση των μισθών για τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα, τα οποία τείνουν να έχουν μεγαλύτερη ροπή προς την κατανάλωση. Οι επενδύσεις σε εξοπλισμό επιταχύνθηκαν παράλληλα με την έντονη ανάκαμψη της αύξησης των εταιρικών πιστώσεων, ενώ η αύξηση των εισαγωγών που συνοδεύτηκε από υποτονική αύξηση των εξαγωγών προκάλεσε μείωση των καθαρών εξαγωγών. Χάρη στην ισχυρή εγχώρια ζήτηση, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,1% το 2024.
Στο μέλλον, η ιδιωτική κατανάλωση θα συνεχίσει να επεκτείνεται με εύρωστο ρυθμό, υποστηριζόμενη από τη σταθερή αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν περαιτέρω, με κορύφωση κοντά στο 9% το 2025, καθώς η εφαρμογή του ΣΣΑ μετατοπίζεται όλο και περισσότερο από τις μεταρρυθμίσεις προς τις επενδύσεις και οι συνθήκες χρηματοδότησης βελτιώνονται.
Η ανάκαμψη της εξωτερικής ζήτησης αναμένεται να ωφελήσει την ανάπτυξη των εξαγωγών, η οποία υποστηρίζεται περαιτέρω από τα κέρδη ανταγωνιστικότητας κόστους που έχουν συσσωρευτεί στο παρελθόν και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με στόχο τη βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων. Η αύξηση των εισαγωγών προβλέπεται να παραμείνει ισχυρή, δεδομένου του υψηλού εισαγωγικού περιεχομένου των επενδύσεων. Συνολικά, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα παραμείνει πάνω από το μακροπρόθεσμο δυναμικό ανάπτυξης και αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,3% και 2,2% το 2025 και το 2026, αντίστοιχα.
Δομικές προκλήσεις για την αγορά εργασίας
Το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε στο 54,9% (άτομα ηλικίας 15-74 ετών) σε εποχικά προσαρμοσμένους όρους το δεύτερο τρίμηνο του 2024, αλλά παραμένει ένα από τα χαμηλότερα στην ΕΕ. Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 9,5% τον Αύγουστο, αν και εξακολουθεί να παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ. Τα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας αυξήθηκαν περαιτέρω το πρώτο εξάμηνο του 2024, ιδίως στις κατασκευές, τον τουρισμό και τους τομείς υψηλής ειδίκευσης.
Η αύξηση της απασχόλησης αναμένεται να συνεχιστεί, αν και με βραδύτερο ρυθμό, καθώς η αναντιστοιχία δεξιοτήτων και οι διαρθρωτικές δυσχέρειες, μεταξύ άλλων, όπως η έλλειψη λύσεων για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων ή το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο για τη μερική απασχόληση, περιορίζουν την αύξηση της προσφοράς εργασίας. Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί σε περίπου 9,0% έως το 2026, το χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας. Οι πραγματικοί μισθοί ανά εργαζόμενο αναμένεται να αυξηθούν κατά 1,1% κατά μέσο όρο ετησίως κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων, υποστηριζόμενοι επίσης από τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό
Ο γενικός πληθωρισμός ήταν κατά μέσο όρο 3,1% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2024, περίπου 1 ποσοστιαία μονάδα πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Ο αποπληθωρισμός περιορίστηκε από την επιτάχυνση των τιμών των υπηρεσιών, τον αντίκτυπο των πλημμυρών του 2023 στις τιμές των τροφίμων και την πρόσφατη άνοδο των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος. Ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει την υποχώρησή του το τελευταίο τρίμηνο του 2024, αλλά οι μισθολογικές πιέσεις που τροφοδοτούνται από την αυξανόμενη έλλειψη εργατικού δυναμικού και τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού θα ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές μελλοντικά.
Ο συνολικός πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 3,0%, 2,4% και 1,9% το 2024, 2025 και 2026, αντίστοιχα. Ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα προβλέπεται να παραμείνει υψηλότερος κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων, στο 3,4%, 2,7% και 2,0% το 2024, 2025 και 2026, αντίστοιχα.
Η εικόνα των δημοσιονομικών
Το συνολικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί από 1,3% του ΑΕΠ το 2023 σε 0,6% του ΑΕΠ το 2024, αντανακλώντας την αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος από 2,1% του ΑΕΠ το 2023 σε 2,9% του ΑΕΠ φέτος. Η μείωση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη συγκρατημένη αύξηση των τρεχουσών δαπανών και στην αύξηση των εσόδων από τη φορολογία εισοδήματος.
Το 2025, το πρωτογενές έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 0,1% του ΑΕΠ, κυρίως λόγω της μείωσης των δαπανών για τόκους λόγω της μείωσης των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων το 2025. Η πρόβλεψη αυτή συνυπολογίζει την καλύτερη εκτέλεση του 2024, καθώς και μια σειρά νέων δημοσιονομικών μέτρων που ανακοινώθηκαν φέτος με καθαρή επίπτωση 0,2% του ΑΕΠ. Από την πλευρά των δαπανών, οι μισθοί του δημόσιου τομέα αναμένεται να αυξηθούν τον Απρίλιο του 2025, ώστε να ευθυγραμμιστεί ο βασικός μισθός στο δημόσιο τομέα με τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα.
Από την πλευρά των εσόδων, ο συντελεστής των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης πρόκειται να μειωθεί κατά 1 ποσοστιαία μονάδα και ανακοινώθηκε αύξηση του φόρου διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία. Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός προβλέπεται να είναι επεκτατικός το 2025, μετά από έναν συσταλτικό δημοσιονομικό προσανατολισμό το 2024.
Το 2026, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μετατραπεί σε πλεόνασμα 0,2% του ΑΕΠ, εν μέσω ευνοϊκών μακροοικονομικών εξελίξεων. Η βελτίωση αυτή αναμένεται να προέλθει από την αύξηση των φορολογικών εσόδων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που αντισταθμίζουν τις αυξημένες δαπάνες για συνταξιοδοτικές παροχές και μισθούς στο δημόσιο. Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός αναμένεται να παραμείνει επεκτατικός το 2026.
Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώνεται τα τελευταία χρόνια και προβλέπεται να φθάσει το 153,1% το 2024, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 146,8% του ΑΕΠ το 2025 και στο 142,7% το 2026. Η μείωση οφείλεται στα πρωτογενή πλεονάσματα, την ονομαστική ανάπτυξη και τη μείωση των ταμειακών αποθεμάτων το 2024.
Οι δημοσιονομικές προοπτικές εξακολουθούν να υπόκεινται σε ειδικούς ανά χώρα κινδύνους. Οι καθοδικοί κίνδυνοι απορρέουν από τις εκκρεμείς νομικές υποθέσεις, κυρίως τις δικαστικές υποθέσεις κατά της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ). Στα θετικά, οι προσπάθειες της κυβέρνησης να αυξήσει τη φορολογική συμμόρφωση μέσω της ψηφιοποίησης ενδέχεται να αποφέρουν υψηλότερα έσοδα το 2025.