Επενδύσεις σε ξενοδοχεία της νότιας Ευρώπης ξεχωρίζει η εταιρεία συμβούλων Savills στις κορυφαίες επιλογές για το 2024, καθώς χώρες όπως η Ελλάδα προσελκύουν όλο και περισσότερους ταξιδιώτες πολυτελείας, δημιουργώντας νέες επενδυτικές ευκαιρίες.
Σύμφωνα με νέα έκθεση της εταιρείας που αξιολογεί τις προοπτικές τόσο των εμπορικών ακινήτων όσο και των κατοικιών, το 2024 αναμένεται να είναι καλύτερη χρονιά για το real estate στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, αν και θα υπάρξουν σημαντικές αποκλίσεις ανά περιοχή.
Η Έρη Μητσοστεργίου, World Research Director στη Savills, που συνυπογράφει την έκθεση, σε δηλώσεις της στο Business Daily εξηγεί ότι η τάση για μοναδικές και βιωματικές διαμονές διαμορφώνει την αγορά, ευνοώντας ξενοδοχεία που προσφέρουν ξεχωριστές εμπειρίες, όπως τα θεματικά καταλύματα, οι πολιτιστικές εμπειρίες και οι φιλικές προς το περιβάλλον πρωτοβουλίες.
Στην Ελλάδα, συνεχίζει η κ. Μητσοστεργίου, προσελκύονται ολοένα και περισσότεροι ταξιδιώτες πολυτελείας, οι οποίοι αναζητούν καταλύματα υψηλής ποιότητας. Υπάρχει, επίσης, μια αυξανόμενη ζήτηση για μικρότερα, boutique ξενοδοχεία που παρέχουν πιο αυθεντικές και εξατομικευμένες εμπειρίες.
«Ένας αναπτυσσόμενος τομέας επενδυτικών ευκαιριών θα είναι ο βιώσιμος τουρισμός, ο οποίος γίνεται όλο και πιο σημαντικός για τους επισκέπτες, οι οποίοι αναζητούν ξενοδοχεία φιλικά προς το περιβάλλον και κοινωνικά υπεύθυνα. Οι επενδυτές μπορούν να προσελκύσουν αυτό το πελατολόγιο αναπτύσσοντας και λειτουργώντας βιώσιμα ξενοδοχεία που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μειώνουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και υποστηρίζουν τις τοπικές κοινωνίες», υπογραμμίζει η ίδια.
Παρά τις πολλές επενδύσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ο κλάδος παραμένει ακόμα δυναμικός λόγω της ισχυρής θέσης της χώρας στον διεθνή τουριστικό χάρτη.
Με το ξεκίνημα της νέας χρόνιας, εγκρίθηκαν μια σειρά από νέες ξενοδοχειακές επενδύσεις από την Μήλο και την Σκιάθο μέχρι τη Ζάκυνθο και το Ρέθυμνο.
Ωστόσο, εκεί όπου επικεντρώνεται το ενδιαφέρον της αγοράς αυτό το διάστημα είναι στο ότι η Goldmans Sachs λέγεται ότι εξετάζει την εξαγορά μεγάλου ξενοδοχειακού συγκροτήματος στην Αθηναϊκή Ριβιέρα.
Υπενθυμίζεται ότι με χαρτοφυλάκιο 11 ξενοδοχείων στην Ελλάδα, ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος αφήνει ισχυρό αποτύπωμα στην ελληνική τουριστική αγορά καθώς επεκτείνει το χαρτοφυλάκιο της στην ευρύτερη Μεσόγειο.
Το ρίσκο
Παρά τις ισχυρές προοπτικές, οι επενδυτές αντιμετωπίζουν και προκλήσεις. Όπως συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο υπερτουρισμός είναι μια νέα μεγάλη απειλή, ενώ πολλοί καλοκαιρινοί ταξιδιώτες αποφεύγουν τους καύσωνες, αλλάζοντας τις ημερομηνίες των διακοπών τους και, συνεπώς, την ροή των επισκεπτών στη χώρα.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην επέκταση της τουριστικής περιόδου καθιστώντας την άνοιξη και το φθινόπωρο πιο δημοφιλείς περιόδους όταν οι θερμοκρασίες βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα.
«Η σταδιακή ισοπέδωση της καμπύλης εποχικότητας μπορεί να ωφελήσει προορισμούς που υποφέρουν από υψηλές διακυμάνσεις στον αριθμό των επισκεπτών, μειώνοντας την πίεση στις υποδομές και το εργατικό δυναμικό - δημιουργώντας τελικά πιο βιώσιμους, σταθερούς και ανθεκτικούς τουριστικούς προορισμούς», υπογραμμίζει η κ. Μητσοστεργίου.
«Για την Ελλάδα αυτό θα μπορούσε να μεταφραστεί σε μεγαλύτερης διάρκειας τουριστική περίοδο με νέες τοποθεσίες να αναδεικνύονται ως εναλλακτικοί προορισμοί που μπορούν να προσφέρουν εναλλακτικές εμπειρίες όπως ο φυσιοτουρισμός, ο αγροτουρισμός, ο πολιτιστικός τουρισμός και άλλα», αναφέρει η ίδια.
Στον αντίποδα, ο υπερτουρισμός και η ανάγκη για πράσινες λύσεις προσφέρουν νέες ευκαιρίες.
Τα θέματα ESG αποκτούν μεγαλύτερη σημασία, με τις πρακτικές βιωσιμότητας να γίνονται ακόμα πιο κρίσιμες, προσφέροντας ευκαιρίες για μείωση του κόστους και ενίσχυση του brand, συμπληρώνει η κ. Μητσοστεργίου.
Οι κατοικίες στο επίκεντρο
Διεθνώς, όμως, όλα τα βλέμματα είναι στην αγορά κατοικίας. Εκεί εντοπίζεται η μεγαλύτερη αισιοδοξία για το 2024 όπου η ζήτηση υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά, ενώ εκτιμάται ότι τα logistics, επίσης, θα έχουν καλές επιδόσεις φέτος λόγω των ισχυρών θεμελιωδών στοιχείων, σύμφωνα με την έκθεση.
Οι προοπτικές στα γραφεία, είναι μικτές, ειδικά στα περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι ακίνητα υψηλής προβολής (prime assets). Παράλληλα, οι επενδυτές καλούνται να γίνουν «δημιουργικοί» στις επιλογές τους.
«Όσοι αναζητούν πιο ευκαιριακές επενδύσεις μπορούν να εξετάσουν ακίνητα που προσφέρουν δυνατότητες ανάπτυξης και αλλαγή χρήσης (repurposing). Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τη μετατροπή των γραφείων σε εγκαταστάσεις διαμονής και φιλοξενίας ή την αναμόρφωση παλαιών εμπορικών κέντρων», τονίζει η έρευνα.
«Η ισχυρή ζήτηση και η περιορισμένη προσφορά υποστηρίζουν το σημαντικό επενδυτικό δυναμικό μικρότερων τομέων με λιγότερο ρευστότητα όπως τα κέντρα δεδομένων, οι βιοεπιστήμες και η εκπαίδευση», καταλήγει η έρευνα.