Με μειωμένη τιμή εισιτηρίου και διευρυμένο ωράριο λειτουργίας προσπαθεί να επιβιώσει το χιονοδρομικό κέντρο Παρνασσού (ΧΚΠ), καθώς επαρκή χιονόπτωση για να λειτουργήσουν κανονικά οι πίστες μπορεί να μη δει μέχρι τον Φεβρουάριο.
Η αύξηση της θερμοκρασίας και η έλλειψη χιονιού απειλούν τη βιωσιμότητα των χιονοδρομικών κέντρων σε όλη την Ευρώπη, αναγκάζοντας ακόμα και κάποια να κλείσουν, τονίζουν ειδικοί.
Από την επιτυχή λειτουργία του ΧΚΠ δεν στηρίζεται μόνο η κρατική επιχείρηση που έχει τη διαχείριση, η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ), αλλά και μια σειρά από σημαντικές επενδύσεις στο Λιβάδι, στην Αράχωβα και στους Δελφούς, τόσο σε ξενοδοχεία, όσο και σε βίλες και άλλες κατοικίες.
Πέρυσι στον Παρνασσό, το χιονοδρομικό κέντρο λειτούργησε για τους λάτρεις του σκι για μια σύντομη περίοδο, συγκεκριμένα από τις αρχές Φεβρουαρίου μέχρι τα μέσα Απριλίου. Συγκριτικά, στη Γαλλία και την Ιταλία τα χιονοδρομικά κέντρα συνήθως ξεκινούν από τον Δεκέμβριο, ενώ κάποια στην Αυστρία και την Ελβετία λειτουργούν ακόμα και από τον Νοέμβριο.
Σε πρώτη φάση, το χιονοδρομικό Παρνασσού άνοιξε για φέτος αυτό το Σαββατοκύριακο για αυτούς που θέλουν να επισκεφθούν το σαλέ για μια γιορτινή έξοδο. Το επόμενο βήμα είναι να λειτουργήσουν οι πίστες, ωστόσο το μεγάλο ερώτημα παραμένει το πότε θα χιονίσει αρκετά ώστε να κάνουν τις φιγούρες τους οι χιονοδρομείς και να λειτουργήσουν οι 17 αναβατήρες που παρέχονται.
Χάνονται τα χιονισμένα βουνά στην Ευρώπη
Η έλλειψη χιονιού είναι ένα ζήτημα που απασχολεί όλο και περισσότερους στον κλάδο καθώς τα χιονισμένα βουνά στον χάρτη της Ευρώπης σβήνονται.
Η μείωση της χιονοκάλυψης είναι ιδιαίτερα δραστική στα υψόμετρα κάτω των 1.700 μέτρων, τονίζουν οι ειδικοί, ωθώντας τους χιονοδρομείς σε θέρετρα που βρίσκονται σε ψηλότερα βουνά. Σημειώνεται ότι το χιονοδρομικό του Παρνασσού βρίσκεται σε υψόμετρο από 1600 μ. έως 2300 μ.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Climate Change, τα επόμενα χρόνια το 53% των ευρωπαϊκών χειμερινών θέρετρων είναι πιθανό να υποφέρουν από χαμηλή χιονοκάλυψη αν συνεχιστούν οι τωρινές αυξητικές τάσεις των θερμοκρασιών.
Με βάση το σενάριο ότι οι θερμοκρασίες θα αυξηθούν κατά 2 βαθμούς Κελσίου τις επόμενες δεκαετίες, τα μισά από τα χιονοδρομικά κέντρα της Ευρώπης απειλούνται με κλείσιμο, καταλήγει η έρευνα. Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι τα στοιχεία που παρουσιάζει η τεχνητή νοημοσύνη δείχνουν ότι ο πλανήτης μας θα ξεπεράσει το όριο της υπερθέρμανσης κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου μέσα σε 10 έως 15 χρόνια και ότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ξεπεράσει τους 2 βαθμούς αν δεν μειωθούν οι εκπομπές σημαντικά.
Τεχνητό χιόνι
Σε μια προσπάθεια να αντεπεξελθουν στις νέες συνθήκες, μια λύση στην οποία στρέφονται τα χιονοδρομικά κέντρα είναι τα κανόνια τεχνητής χιονόπτωσης.
Πρόκειται για τεχνητό χιόνι που κατασκευάζεται συνδυάζοντας μεγάλους όγκους νερού και υψηλή πίεση αέρα. Τα κανόνια μετατρέπουν το νερό και τον συμπιεσμένο αέρα σε κρυστάλλους χιονιού, εφόσον το επιτρέπουν οι χαμηλές θερμοκρασίες, και σκεπάζουν τις βουνοπλαγιές.
Όμως, και εδώ αντιμετωπίζονται δυσκολίες. Τα κανόνια θεωρούνται ενεργοβόρα, δημιουργώντας ακόμα περισσότερους ρύπους, ενώ οι απαιτήσεις για νερό είναι πολύ υψηλές, απαιτώντας άντληση από γύρω λίμνες και ποτάμια.
Στον Παρνασσό δεν προσφέρεται αυτή η μέθοδος για λύση, καθώς δεν υπάρχει ο διαθέσιμος υδάτινος πόρος να υποστηρίξει κάτι τέτοιο, τονίζουν πληροφορίες στο Business Daily, αν και κανόνια τεχνητής χιόνωσης χρησιμοποιούνται σε άλλα χιονοδρομικά κέντρα της Ελλάδας.
Εν τω μεταξύ, η σεζόν μπορεί να έχει μικρότερη διάρκεια απ'το πρόσφατο παρελθόν αλλά τα έξοδα τρέχουν, όπως και οι ανάγκες για νέα κεφάλαια. Σε πρόσφατη ανακοίνωση της, η ΕΤΑΔ τονίζει ότι χρειάζονται 10 εκατ. ευρώ για την αντικατάσταση ενός αναβατήρα.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι κατέθεσε ολοκληρωμένη πρόταση για την ουσιαστική αναβάθμιση των εγκαταστάσεων του κέντρου με στόχο τον εκσυγχρονισμό των υποδομών του με χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Η βασική προτεινόμενη επένδυση είναι η αντικατάσταση του αναβατήρα «Ηρακλής», με έναν καινούριο, σύγχρονο, ταχύτερο και πιο πράσινο αναβατήρα, μέγιστου προϋπολογισμού περίπου 10 εκατ. ευρώ, υπογραμμίζει η ΕΤΑΔ.