Σκιές ρίχνει στην αγορά ενέργειας η πρόθεση της κυβέρνησης να φορολογηθούν τα υπερκέρδη των παραγωγών εν μέσω νέας αύξησης τιμών, τη στιγμή που αναλυτές και παράγοντες του κλάδου αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα του μέτρου.
Ο Πάνος Κεφάλας, Research Lead Expert, στην Aurora Energy Research αναφέρει στο Business Daily ότι πρόκειται για ένα μέτρο που «μέχρι ένα σημείο έχει νόημα» προσθέτοντας ωστόσο ότι «διαταράσσει τα επενδυτικά σήματα της αγοράς».
Με τις τιμές στην χονδρική αγορά ενέργειας να παίρνουν πάλι την ανηφόρα τις τελευταίες εβδομάδες, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Ενέργειας δηλώνουν ότι δεν θα αφήσουν τις αυξήσεις να περάσουν στους τελικούς καταναλωτές. Σημειώνεται ότι για τις πρώτες 18 μέρες του μήνα, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας καταγράφουν αύξηση κατά 56% σε σχέση με τα επίπεδα Οκτωβρίου καθώς η πτώση της θερμοκρασίας αυξάνει τη ζήτηση και η τιμή του φυσικού αερίου κινείται ανοδικά.
Αν και δεν γνωρίζουμε ακόμα πώς ακριβώς θα φορολογηθούν τα «ουρανοκατέβατα» κέρδη, πολλοί κάνουν λόγο για διαστρέβλωση της αγοράς και δημιουργία αβεβαιότητας.
Υπενθυμίζεται ότι το καλοκαίρι το ΥΠΕΝ προχώρησε σε μια παρόμοια κίνηση που δεν απαίτησε πράσινο φως από τις Βρυξέλλες λόγω της προσωρινής φύσης του μέτρου.
Το υπουργείο επέβαλε έκτακτο φόρο 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα στους παραγωγούς με φυσικό αέριο με σκοπό τη χρηματοδότηση επιδότησης τρίμηνης διάρκειας προς όφελος των οικιακών χρηστών.
Όμως, πρόκειται για ένα μέτρο που αμφισβητήθηκε από πολλούς, που λένε ότι οι παραγωγοί μετακύλισαν τον έκτακτο φόρο στους καταναλωτές, φουσκώνοντας τους λογαριασμούς των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Τώρα κυβερνητικές πηγές διαμηνύουν ότι εξετάζεται η εισαγωγή ενός πλαφόν στα πρότυπα του μέτρου που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης πριν από δύο χρόνια.
«Όταν επιβάλλεται ένας έκτακτος φόρος με τη χρήση ενός πλαφόν και μερίδα των υπερκερδών μοιραστεί στους τελικούς καταναλωτές, όπως συνέβη στην ενεργειακή κρίση, αυτό μέχρι ένα σημείο έχει νόημα», επισημαίνει ο κ. Κεφάλας.
«Όταν μπορεί μια κυβέρνηση να παίρνει κομμάτι από τα υπερκέρδη και να τα διανέμει μετά, μπορεί να λειτουργήσει αυτό το μέτρο. Απλά είναι ένα πάρα πολύ βραχυπρόθεσμο μέτρο που διαταράσσει τα επενδυτικά σήματα της αγοράς. Είναι κάτι που ταιριάζει σε μια ενεργειακή κρίση», προσθέτει ο ίδιος. Υπενθυμίζεται ότι στην ΕΕ το μέτρο εφαρμόστηκε με ανώτατο όριο τα 180€/MWh στην κορύφωση της κρίσης, από τον Δεκέμβριο 2022 μέχρι και τον Ιούνιο 2023.
Στη συνέχεια τονίζει ότι όταν «ένας επενδυτής θέλει να βάλει ένα φωτοβολταϊκό ή ένα αιολικό πρότζεκτ στο σύστημα για τα επόμενα 20-30 χρόνια, και δεν ξέρει πότε θα του έρθει η ταρίφα ή ο έκτακτος φόρος, αυτό δημιουργεί μεγάλα προβλήματα».
Δεν αρέσει στην Κομισιόν
Οι πρώτες αντιδράσεις από τη Κομισιόν στην εισαγωγή του πλαφόν είναι αρνητικές. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θεωρούν ότι το πλαφόν θα λειτουργήσει εις βάρος του ανταγωνισμού στην αγορά και ότι δεν δικαιολογείται από τις σημερινές συνθήκες.
«Η λειτουργία του Target model δεν είναι μια έκπληξη, δουλεύει όπως ακριβώς πρέπει να δουλέψει», εξηγεί ο κ. Κεφάλας.
Το θέμα αναμένεται να συζητηθεί σε συνάντηση της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΝ με κλιμάκιο της Κομισιόν (DG ENERGY) που αναμένεται να επισκεφθεί την Αθήνα την Παρασκευή.
«Μύθος» ότι οι τιμές είναι υψηλές
Ένα στοιχείο που αποδυναμώνει τα επιχειρήματα της χώρας υπέρ της εισαγωγής του πλαφόν είναι ότι οι τελικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι τόσο υψηλές, (σε αντίθεση με τις τιμές στην χονδρική αγορά).
Στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι τιμές του ρεύματος για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα μειώθηκαν πάνω από 10% σε ετήσια βάση, ενώ στην Ιρλανδία και την Γαλλία αυξήθηκαν κατά 20-35%. Οι λιανικές τιμές στην Ελλάδα ήταν στη δέκατη θέση των φθηνότερων στην Ευρώπη και κάτω από τον μέσο όρο. Επίσης, στον δείκτη PPS, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο είναι χαμηλότερες από αυτές στην Ιταλία, την Ισπανία και την Γερμανία.
«Αν δούμε τις τιμές χονδρικής η Ελλάδα, βρίσκεται στις πιο ακριβές χώρες της Ευρώπης, αλλά όταν μιλάμε για τιμές καταναλωτή είναι αρκετά πιο κάτω. Αυτό που ακούγεται ότι οι Έλληνες καταναλωτές πληρώνουν τις ακριβότερες τελικές τιμές στην Ευρώπη είναι μύθος», υπογραμμίζει ο κ. Κεφάλας.