Ελαφρώς πιο απαισιόδοξο στις προβλέψεις του για την ανάπτυξη, σε σχέση με την κυβέρνηση, παραμένει το ΙΟΒΕ, ενώ ασκεί, μέσω της τριμηνιαίας έκθεσής του, κριτική στις παρεμβάσεις της κυβέρνησης σε φορολογικό και ασφαλιστικό, τονίζοντας ότι είναι απαραίτητο «ένα νέο συμβόλαιο που δεν θα επιβαρύνει υπέρμετρα όσους δεν καταφεύγουν στην παράτυπη οικονομία ή την μετανάστευση».
Όπως εξήγησε ο καθηγητής Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, ο λόγος που οι αναλυτές του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών δεν συμμερίζονται την πρόβλεψη του υπουργείου Οικονομικών για επιτάχυνση της ανάπτυξης στο 2,8% φέτος, αλλά επιμένουν σε μια πρόβλεψη για ρυθμό 2,2% έως 2,5%, είναι ότι αναμένεται το 2020 σημαντική αύξηση των εισαγωγών.
Ειδικότερα, το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι επιμέρους παράγοντες που θα διαμορφώσουν το ρυθμό ανάπτυξης φέτος έχουν ως εξής:
- Κλιμάκωση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,2 - 1,4%), χάρη στις αρκετά βελτιωμένες προσδοκίες, την η ενίσχυση των εισοδημάτων από μέτρα του Προϋπολογισμού και άλλες πηγές, την αύξηση απασχόλησης σε εξαγωγικούς κλάδους, στις κατασκευές και στο δημόσιο τομέα.7
- Μικρή περιστολή της δημόσιας κατανάλωσης (-0,5% έως -1%), καθώς θα υπάρξουν διαρθρωτικές αλλαγές στα δημόσια οικονομικά (επισκόπηση δαπανών - εσόδων, προϋπολογισμός επιδόσεων) και θα σημειωθεί το λεγόμενο αποτέλεσμα «βάσης» από β’ τρίμηνο του ’19, όταν είχαν αυξηθεί εκτάκτως οι δαπάνες ενόψει εκλογών.
- Σημαντική ενίσχυση επενδύσεων (+13 - 15%), χάρη σε φοροελαφρύνσεις , αύξηση τραπεζικού δανεισμού, εκκίνηση έργων σε μεγάλες αποκρατικοποιήσεις, ώθηση από εξαγωγές.
- Σε ό,τι αφορά τον εξωτερικό τομέα, το ΙΟΒΕ προβλέπει αύξηση των εξαγωγών κατά 5,5% με 6%, αλλά οι εισαγωγές θα επιταχυνθούν με ταχύτερο ρυθμό (6,5% - 7%), λόγω των υψηλότερων επενδύσεων σε μηχανήματα, μεταφορικά μέσα, εξοπλισμό και ιδιωτική κατανάλωση.
- Η ανεργία αναμένεται ότι θα υποχωρήσει εκ νέου, στο 15,5%, ενώ θα υπάρξει αναθέρμανση του πληθωρισμού από την αύξηση καταναλωτικής ζήτησης και θα διαμορφωθεί σε 0,5% - 0,8%.
Τα μέτρα δεν ευνοούν τη μισθωτή απασχόληση
Το ΙΟΒΕ ασκεί αρκετά αυστηρή κριτική στην κυβέρνηση για τις παρεμβάσεις για μείωση φορολογικών συντελεστών και αύξηση συντάξεων, σημειώνοντας ότι «ευνοούν σχετικά πολύ περισσότερο την αυτοαπασχόληση και μικρή επιχειρηματικότητα σε σύγκριση με την μισθωτή απασχόληση, εξέλιξη που δεν συντείνει στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και εξωστρέφειάς της οικονομίας».
Ειδικότερα, το ΙΟΒΕ τονίζει ότι οι παρεμβάσεις «χρησιμοποιούν υφιστάμενο δημοσιονομικό χώρο προς όφελος της ενίσχυσης του ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας. Όμως, είναι αναγκαίες τρεις σχετικές επισημάνσεις:
- Πρώτον, ότι ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί, συμπεριλαμβανομένης και της ενδεχόμενης επιστροφής των αποδόσεων των ομολόγων, πρέπει να ενισχύσει την οικονομία κατά απόλυτη προτεραιότητα μέσω επενδύσεων.
- Δεύτερον, ότι είναι υψηλής σημασίας να υπάρχει κατά το δυνατό σταθερότητα και απλότητα των κανόνων και όχι συνεχείς αλλαγές. Προς αυτό θα συμβάλλει μια διαχρονική διευθέτηση για χρήση των «υπερπλεονασμάτων» που δημιουργούνται που να είναι συστηματική και όχι ευκαιριακή.
- Τρίτον, ότι οι επιμέρους επιλογές έχουν κρίσιμη σημασία, γιατί ορίζουν κίνητρα συμπεριφοράς. Οι πρόσφατες παρεμβάσεις καθιστούν το σύστημα φορολογίας εισοδήματος ακόμη περισσότερο προοδευτικό και διατηρούν ακραία υψηλή επιβάρυνση για το σχετικά μικρό ποσοστό του πληθυσμού που πληρώνει φόρους. Από κοινού με τις παρεμβάσεις που έχουν ανακοινωθεί στο ασφαλιστικό σύστημα, ευνοούν σχετικά πολύ περισσότερο την αυτοαπασχόληση και μικρή επιχειρηματικότητα σε σύγκριση με την μισθωτή απασχόληση, εξέλιξη που δεν συντείνει στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και εξωστρέφειάς της οικονομίας.
- Προς αυτή την κατεύθυνση, θα ήταν ιδιαίτερα θετική η μείωση του επιπέδου των ασφαλιστικών εισφορών στη μισθωτή εργασία, του ιδιαίτερα υψηλού ορίου του ασφαλιστέου εισοδήματος, της ενίσχυσης της ανταποδοτικότητας και ευελιξίας των συντάξεων μέσω δεύτερου και τρίτου πυλώνα, και η άμβλυνση της ακραίας προοδευτικότητας του φορολογικού εισοδήματος.
Ουραγοί στο ΕΣΠΑ
Το ΙΟΒΕ σημειώνει, εξάλλου, τη μεγάλη υστέρηση στην αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, η οποία οδηγεί σε μεγάλη απώλεια ΑΕΠ, σε σχέση με αυτό που θα επιτυγχανόταν, εάν η χώρα δεν είχε τόσο μεγάλες αποκλίσεις από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όπως φαίνεται στο γράφημα, στο τέλος του 2019 η Ελλάδα είχε αξιοποιήσει μόλις 28% των κονδυλίων του ΕΣΠΑ. Σε σχέση με το ΑΕΠ που θα επιτύγχανε η χώρα, αν είχαμε τις κορυφαίες επιδόσεις της Φινλανδίας στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ, το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι μακροπρόθεσμη απώλεια (10 - 15 χρόνια) ξεπερνά τα 14 δισ. ευρώ.