Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) δικαίωσε σήμερα τον πρώην επικεφαλής της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), που το 2010 είχε βρεθεί στο κέντρο της κρίσης του χρέους.
Ο Ανδρέας Γεωργίου, επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ από το 2010 ως το 2015, είχε καταδικαστεί το 2017 σε δεύτερο βαθμό για παράβαση καθήκοντος σε δύο χρόνια φυλάκισης με αναστολή επειδή κατείχε ταυτοχρόνως μια θέση στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Η ελληνική δικαιοσύνη τον κατηγορούσε επίσης ότι είχε παραλείψει επί 10 μήνες να συγκαλέσει το διοικητικό συμβούλιο της ΕΛΣΤΑΤ και ότι είχε αποκαλύψει δημοσιονομικές πληροφορίες χωρίς τη συγκατάθεση αυτού του οργάνου.
Ο Ανδρέας Γεωργίου είχε προσφύγει κατά της απόφασης, όμως η προσφυγή του είχε απορριφθεί «χωρίς την παραμικρή δικαιολογία», σύμφωνα με τον ίδιο, υπενθυμίζει το ΕΔΔΑ. Προσέφυγε ενώπιον των ευρωπαίων δικαστών επικαλούμενος το άρθρο της ευρωπαϊκής σύμβασης για τα δικαιώματα του Ανθρώπου περί του δικαιώματος σε μια δίκαιη δίκη.
Στη σημερινή απόφασή του, το δικαστήριο του Στρασβούργου εκτιμά ότι «το άνοιγμα εκ νέου της διαδικασίας που διεξήχθη ενώπιον του ακυρωτικού δικαστηρίου θα αποτελούσε ένα αρμόζον μέσο για την αποκατάσταση των παραβιασθέντων δικαιωμάτων του ενάγοντος».
Στην ίδια υπόθεση, ο Ανδρέας Γεωργίου είχε κατηγορηθεί πως διόγκωσε εσκεμμένα τους αριθμούς του δημόσιου ελλείμματος το 2010 ώστε να αναγκάσει τη χώρα του να υιοθετήσει δραστικά δημοσιονομικά μέτρα. Η κατηγορία αυτή δεν απαγγέλθηκε τελικά σε βάρος του.
Στη διάρκεια της θητείας του Ανδρέα Γεωργίου στην ΕΛΣΤΑΤ από το 2010 ως το 2015, το δημόσιο έλλειμμα αναθεωρήθηκε προς τα επάνω, από το 13,6% του ΑΕΠ στο 15,4%, και το χρέος αυξήθηκε από το 115,1% στο 126,8%, ενώ στη διάρκεια των προηγούμενων ετών η Αθήνα έκρυβε συστηματικά την οικονομική κατάσταση της χώρας.
Την αθώωση του κ. Γεωργίου σχολίασε με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίο σημείωσε ότι « Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην υπόθεση Γεωργίου κατά Ελλάδας που δημοσιεύθηκε σήμερα με προσφεύγοντα τον πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου, που είναι εμβληματικό θύμα του τρόπου λειτουργίας του ελληνικού δικαστικού συστήματος, συνιστά κόλαφο και μάθημα στο όνομα του ευρωπαϊκού κράτους δικαίου.
Συνιστά κόλαφο και μάθημα κατά της ακατάβλητης αντιμνημονιακής συνωμοσιολογίας ως προς το ύψος του πρωτογενούς και του δημοσιονομικού ελλείμματος του 2009 και τους λόγους που οδήγησαν τη χώρα στη μακρά περιπέτεια των μνημονίων. Ο ισχυρισμός ότι δεν υπήρχε λόγος να προσφύγει η χώρα στα μνημόνια και ότι μαγειρεύτηκαν τα δημοσιονομικά δεδομένα του 2009, δεν υιοθετείται πλέον πολιτικά από κανέναν που διαθέτει στοιχειώδη σοβαρότητα. Εξακολουθεί όμως να βρίσκει υποστηρικτές στον χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Το Εφετείο Αθηνών καταδίκασε το 2017 τον Ανδρέα Γεωργίου για παράβαση καθήκοντος και ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτησή του για αναίρεση της καταδικαστικής απόφασης αρνούμενος να απευθύνει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) ως προς το νόημα της κρίσιμης διάταξης του Κανονισμού που διέπει την EUROSTAT και τις εθνικές στατιστικές αρχές.
Το αίτημα του κατηγορουμένου να απευθυνθεί προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ απορρίφθηκε χωρίς αιτιολογία.
Με τη σημερινή του απόφαση το ΕΔΔΑ διαπιστώνει ότι η Ελλάδα, με την παραπάνω απόφαση του Αρείου Πάγου, παραβίασε το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, δηλαδή το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη. Το ΕΔΔΑ επανέλαβε την πάγια νομολογία του σύμφωνα με την οποία η παράλειψη και μάλιστα η αναιτιολόγητη εθνικού δικαστηρίου κράτους μέλους της ΕΕ (που είναι προφανώς και κράτος μέρος της ΕΣΔΑ και του Συμβουλίου της Ευρώπης) να απευθύνει προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, παρότι έχει σχετική υποχρέωση κατά το άρθρο 267 ΣΛΕΕ (τέτοιο δικαστήριο είναι ο ΑΠ) και μάλιστα παρότι έχει υποβληθεί σχετικό αίτημα, συνιστά παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ, δηλαδή του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη. Ζήτημα ιδιαίτερα κρίσιμο για τη σχέση ΕΕ και ΕΣΔΑ.
Το ΕΣΔΑ δεν αφήνει μάλιστα κανένα περιθώριο παρερμηνείας της απόφασής του. Περιέλαβε στην απόφασή του ειδικό κεφάλαιο για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα οφείλει κατά το άρθρο 46 ΕΣΔΑ να συμμορφωθεί προς την απόφαση του Στρασβούργου. Αυτό πρέπει να γίνει με την επανάληψη της διαδικασίας (reopening) ενώπιον του ΑΠ, ο όποιος οφείλει να απευθύνει το κρίσιμο προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ. Θεωρητικά ο ΑΠ θα μπορούσε να αιτιολογήσει τη φορά αυτή την απόρριψη του αιτήματος να υποβληθεί προδικαστικό ερώτημα στο Λουξεμβούργο, ας ελπίσουμε όμως ότι μια άλλη σύνθεση του αρμόδιου σχηματισμού του ΑΠ θα διαφυλάξει, έστω στο όριο, την στοιχειώδη διεθνή αξιοπιστία της Ελληνικής Δικαιοσύνης».