Tην ανάγκη να υπάρξει ένα εθνικό σχέδιο για την καταπολέμηση του προβλήματος του παράνομου εμπορίου καπνικών προϊόντων με έμφαση στην ανάπτυξη συμμαχιών και συνεργασιών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα, καθώς και διεθνών συμμαχιών, τόνισε ο Ιάκωβος Καργαρώτος, αντιπρόεδρος της Παπαστράτος, μιλώντας στο συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, με θέμα τις νέες τάσεις στο παράνομο εμπόριο και την παρουσίαση μελέτης για τα παράνομα εργοστάσια τσιγάρων στην ΕΕ.
Τόνισε, ότι δομή των παράνομων δικτύων καπνικών έχει εξαιρετική προσαρμοστικότητα και ταχύτητα προσαρμογής στα νέα δεδομένα ώστε να έχει αποτελεσματικότητα στο παράνομο εμπόριο που κάνει. Για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να υποτιμάται η δράση τους και οι δυνατότητες τους.
Το σχέδιο της κυβέρνησης
H κυβέρνηση επεξεργάζεται ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο ενεργειών και δράσεων για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνικών και σύντομα θα το ανακοινώσει, επισήμανε ο Απόστολος Βεσυρόπουλος, υφυπουργός Οικονομικών, Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας, σε παρέμβαση του στο συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, με θέμα τις νέες τάσεις στο παράνομο εμπόριο και την παρουσίαση μελέτης για τα παράνομα εργοστάσια τσιγάρων στην ΕΕ.
Ο κ. Βεσυρόπουλος έδωσε έμφαση στην ανάγκη ενημέρωσης και κατανόησης από μέρους των πολιτών, του ζητήματος του λαθρεμπορίου καπνικών που είναι επικίνδυνο και για τους ίδιους. Αναφέρθηκε σε κάποιες πρώτες δράσεις, όπως τοποθέτηση σκάνερ ανίχνευσης σε βασικές εισόδους της χώρα κλπ.
Στην Ε.Ε., 43,6 δισ. παράνομα τσιγάρα
Σύμφωνα με την μελέτη «Stella» της KPMG για την κατανάλωση παράνομων τσιγάρων στην ΕΕ, το 2018 καταναλώθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση 43,6 δισεκατομμύρια παράνομα τσιγάρα, ποσότητα ισοδύναμη σε μέγεθος με το σύνολο της νόμιμης αγοράς πωλήσεων τσιγάρων του Ηνωμένου Βασιλείου, της Αυστρίας και της Δανίας. Αυτή η πραγματικότητα κόστισε στις κυβερνήσεις 10 δισ. ευρώ χαμένα έσοδα. Σύμφωνα με τη μελέτη, η κατανάλωση παράνομων τσιγάρων το 2018 στην ΕΕ υπολογίζεται στο 8,6% της συνολικής κατανάλωσης και αντιστοιχεί σε 43,6 δισεκατομμύρια τσιγάρα.
Η μελέτη εντόπισε 33% αύξηση στα απομιμητικά τσιγάρα -το μεγαλύτερο ποσό που έχει καταγραφεί ιστορικά- με την κατανάλωση να φτάνει στα 5,5 δισεκατομμύρια απομιμητικά τσιγάρα το 2018.
Τα απομημιτικά τσιγάρα
Σε δεκαπέντε από τις χώρες οι οποίες περιλαμβάνονται στη μελέτη, παρατηρήθηκε αύξηση στην κατανάλωση απομιμητικών τσιγάρων, με τον μεγαλύτερο όγκο να καταγράφεται στην Ελλάδα (1,5 δισ. τσιγάρα) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (0,9 δισ. τσιγάρα).
Ειδικότερα, για την Ελλάδα η μελέτη αναφέρει ότι το 2018, 3,9 δισ. παράνομα τσιγάρα καταναλώθηκαν στην χώρα, εκ των οποίων το 1,5 δισεκατομμύριο ήταν απομιμητικά. Η αυξητική τάση που καταγράφεται οδηγεί σε σημαντικά χαμένα έσοδα για την κυβέρνηση, της τάξεως των 700 -κατά προσέγγιση- εκατομμυρίων το χρόνο.
Οι αυξημένες έφοδοι σε παράνομα εργοστάσια το 2018, δείχνουν την αλλαγή δράσης των εγκληματικών οργανώσεων, από την εισαγωγή παράνομων προϊόντων, σε εγχώρια, πλέον, παραγωγή, αναφέρεται στην μελέτη.
Ανασύνταξη δομής στις ελεγκτικές υπηρεσίες
Μιλώντας στην εκδήλωση, ο Γιώργος Πιτσιλής, διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ανακοίνωσε την ανασύνταξη της οργανωτικής δομής των ελεγκτικών υπηρεσιών, δημιουργώντας μια νέα υπηρεσία, την ΕΥΤΕ (Επιτελική Υπηρεσία Τελωνειακών Ελέγχων), η οποία θα λειτουργεί από τις αρχές του 2020 και θα περιλαμβάνει και θα συντονίζει όλες τις Κινητές Ομάδες Ελέγχου (ΚΟΕ), μέσω των δύο ΕΛΥΤ, Αττικής και Θεσσαλονίκης. «Δημιουργούμε έτσι την υποδομή για μια σύγχρονη και αποτελεσματική υπηρεσία πανελλαδικής εμβέλειας, η οποία θα έχει ως αποκλειστικό στόχο τη δίωξη του λαθρεμπορίου», τόνισε.
Ο κ. Πιτσιλής επισήμανε ότι ένας από τους παράγοντες που διευκολύνουν τα εγκληματικά δίκτυα είναι το έλλειμμα παιδείας και ενημέρωσης σε θέματα δημόσιας υγείας, ανακοινώνοντας στο πλαίσιο αυτό την ενημερωτική καμπάνια της ΑΑΔΕ, για να πληροφορηθούν οι πολίτες για τις αρνητικές επιπτώσεις της χρήσης παραποιημένων τσιγάρων. Τα παραποιημένα προϊόντα χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά επιβλαβή ποιοτικά χαρακτηριστικά. Τόσο οι χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες όσο και οι συνθήκες παρασκευής, συσκευασίας και μεταφοράς των προϊόντων είναι απόλυτα ακατάλληλες, είπε.