Πέντε εμβληματικές βιομηχανικές επιχειρήσεις, που ενσωματώνουν μεγάλο μέρος της τοπικής οικονομικής ιστορίας και χτυπημένες στη διάρκεια της «μεγάλης ύφεσης» καταποντίστηκαν, πέρασαν –εν όλω ή εν μέρει- στην ιδιοκτησία της Τράπεζας Χανίων, ανασυγκροτήθηκαν και τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει μια νέα πορεία, αυτή τη φορά κερδοφόρα.
Πρόκειται για μία πρωτοβουλία –σε μία εξαιρετικά δύσκολη στιγμή– της διοίκησης και ιδιαίτερα του προέδρου της Συνεταιριστικής Τράπεζας Χανίων κ. Μιχάλη Μαρακάκη, ο οποίος θεώρησε, όπως λέει ο ίδιος μιλώντας προς το BD, ως υποχρέωση της τράπεζας προς την τοπική κοινωνία τη σωτηρία τους, αλλά και ως ευκαιρία επιχειρηματική την εξυγίανση τους.
Και με βάση τα ως τώρα δεδομένα φαίνεται ότι επιβεβαιώθηκε. Το επόμενο βήμα είναι η τοποθέτηση των προϊόντων τους στη «μεγάλη αγορά». Να υπερβούν δηλαδή την τοπική τους δραστηριότητα και να «ανοιχτούν» στην αγορά της Αττικής. Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της Τράπεζας Χανίων, «αυτός είναι ο σχεδιασμός μας στο επόμενο διάστημα».
Η καθεμιά από αυτές τις επιχειρήσεις είναι μία ξεχωριστή περίπτωση και σηματοδοτεί μία ιδιαίτερη στιγμή στην οικονομική ιστορία των Χανίων. Προεξάρχουσα όλων είναι η ΑΒΕΑ, που η δημιουργία της χρονολογείται στο 1886 –πιθανόν να είναι η αρχαιότερη εν λειτουργία βιομηχανία του ελληνικού χώρου– την εποχή ακόμη της τουρκοκρατίας στο νησί. Ακολουθούν η Βιοχύμ ΑΕ, που δημιουργήθηκε από τα κεφάλαια του σχεδίου Μάρσαλ και εκχωρήθηκε στις συνεταιριστικές οργανώσεις, η ΕΤΑΝΑΠ, που συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου (Γαλανάκη) ως εταιρεία λαϊκής βάσης -μαζί με την ΑΝΕΚ– το 1965. Στη μεταπολιτευτική περίοδο βρίσκεται η δημιουργία της Χιωτάκης ΑΕ, ενώ νεότερη –απαλλαγμένη πλέον από οικονομικά βάρη και με ισχυρές προοπτικές- είναι η Βιομηχανία Επεξεργασίας Γάλακτος Κρήτης ΑΕ, που διαδέχθηκε την Κριαράς –ήταν θυγατρική των Μύλων Κρήτης ΑΕ– η οποία έκλεισε και μισθώνει τις εγκαταστάσεις της στο Ηράκλειο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με εξαίρεση την ΑΒΕΑ, της οποίας η τράπεζα κατέχει το 100% των μετοχών, στις υπόλοιπες κατέχει είτε πλειοψηφικό είτε μειοψηφικό ποσοστό. Ειδικότερα, κατέχει το 80% της Βιοχύμ ΑΕ, το 50% της Χιωτάκης ΑΕ, το 20% της εταιρείας εμφιάλωσης νερού ΕΤΑΝΑΠ -το 15% ανήκει στο ΣΥΝΚΑ και το 30% στην ΑΝΕΚ- ενώ στη Βιομηχανία Επεξεργασίας Γάλακτος Κρήτης ΑΕ, που δημιουργήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια, έχει το 25%, και το υπόλοιπο 75% μοιράζεται ισομερώς στους Μύλους Κρήτης ΑΕ, στο ΣΥΝΚΑ και στη Μηνάς Χαλκιαδάκης ΑΕ -οι πωλήσεις της το 2022 ανήλθαν στα 2 εκατ. ευρώ, ενώ η λειτουργία της είναι κερδοφόρα.
Η ΑΒΕΑ και η Βιοχύμ ΑΕ είναι δύο εταιρείες που από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 ανήκαν σε συνεταιριστικές οργανώσεις και ήταν σπάνια η κερδοφορία τους. Από τις πέντε εταιρείες, οι τρεις ήδη από το 2022 είχαν κέρδη –η ΑΒΕΑ, η γαλακτοβιομηχανία και η ΕΤΑΝΑΠ. Η Βιοχύμ ΑΕ φέτος θα έχει κερδοφόρα λειτουργία και η Χιωτάκης ΑΕ με νέο εργοστάσιο πλέον «θα έχει σε τρία χρόνια πολύ καλή κερδοφορία», όπως επισημαίνει ο κ. Μαρακάκης.
Η σημαντικότερη όλων, για την οποία ο κ. Μαρακάκης είναι ιδιαίτερα υπερήφανος, όπως λέει, είναι η ΑΒΕΑ, μία εταιρεία που ξεκίνησε την λειτουργία της στα τέλη του 19ου αιώνα –τεκμήριο πρόδρομης εμφάνισης του καπιταλισμού στο ελληνικό χώρο. Δημιουργήθηκε από μία ομάδα Γάλλων από τη Μασσαλία, ενώ στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου κι αφού οι Γάλλοι έφυγαν, με πρωτοβουλία του τότε πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου πέρασε σε μία ομάδα επιφανών προυχόντων των Χανίων, κι από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 σε συνεταιριστικές οργανώσεις.
Το 2013, στο διάστημα της κρίσης, η εταιρεία ήταν κατεστραμμένη οικονομικά και επρόκειτο να κλείσει. Στη διάρκεια του 2022 το 40% των πωλήσεων της προήλθε από εξαγωγές τυποποιημένου ελαιολάδου. Πέρυσι η εταιρεία είχε πωλήσεις ύψους 15,5 εκατ. ευρώ έναντι 10 εκατ. ευρώ το 2021 και τα κέρδη της ανήλθαν σε 1,5 εκατ. ευρώ. Διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνελαιουργείο της Κρήτης, επεξεργαζόμενη 150.000 τόνους πυρήνα και παράγοντας 3.000 – 4.000 τόνους πυρηνέλαιο και παράλληλα λειτουργεί το αρχαιότερο εργοστάσιο σαπωνοποιίας, εκσυγχρονισμένο φυσικά, παράγοντας πλήρη σειρά ειδών ατομικής υγιεινής και καλλυντικών, απασχολώντας 35 εργαζομένους. Όπως λέει ο κ. Μαρακάκης, «προσδοκούμε σημαντικά κέρδη για τους μετόχους μας στα επόμενα χρόνια». Η εταιρεία επίσης ασχολείται με την εμπορία ελαιολάδου –όλα τα ελαιουργεία είναι πελάτες της ΑΒΕΑ– έχοντας σημαντικές εξαγωγές.
Επίσης, η Βιοχύμ ΑΕ με 3 εκατ. ευρώ πωλήσεις στη διάρκεια του 2023, θα παρουσιάσει κέρδη μετά από ... 60 χρόνια! Η εταιρεία πέρασε στον έλεγχο της Τράπεζας Χανίων, ανασυγκροτήθηκε και μεταφέρθηκε σε καινούργια παραγωγική μονάδα. Παρά το γεγονός ότι έχει περιοριστεί η καλλιέργεια εσπεριδοειδών στο νομό –και μεγάλο μέρος της αγροτικής παραγωγής αφορά στο αβοκάντο– ωστόσο όπως λέει ο πρόεδρος της τράπεζας υπάρχει ακόμη αρκετή παραγωγή για την λειτουργία της επιχείρησης.
Η βιομηχανία Χιωτάκης ΑΕ είναι μία οικογενειακή επιχείρηση 40 χρόνων, η οποία με πρωτοβουλία της τράπεζας διασώθηκε και πλέον διαθέτει το μεγαλύτερο εργοστάσιο στην Κρήτη στην παραγωγή προϊόντων ζύμης και γενικότερα κρητικής διατροφής. Όπως σημειώνει ο κ. Μαρακάκης, σε τρία χρόνια, σύμφωνα με το bussines plun, η εταιρεία θα είναι κερδοφόρα και σε μία πενταετία οι πωλήσεις της θα υπερβαίνουν τα 20 εκατ. ευρώ. Στη διάρκεια του 2022 οι πωλήσεις της Χιωτάκης ανήλθαν στα 4 εκατ. ευρώ ενώ εφέτος υπολογίζεται να πλησιάσουν τα 7 εκατ. ευρώ.
Οι πωλήσεις της ΕΤΑΝΑΠ -εμφιαλώνει το ομώνυμο μεταλλικό νερό και το νερό με την επωνυμία «Λευκά Όρη»– ανήλθαν πέρυσι στα 18 εκατ. ευρώ και τα κέρδη στο 1 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για εταιρεία με μεγάλη προοπτική, όπως τονίζει ο κ. Μαρακάκης, η οποία έχει προχωρήσει σε εκσυγχρονισμό και στην τοποθέτηση φωτοβολταϊκών για μείωση του ενεργειακού κόστους.