Περίπου 15 τάνκερ, που εδώ κι ένα μήνα παραμένουν αγκυροβολημένα και αδρανή έξω από τις ακτές της Κίνας, κρατούν το κλειδί της παγκόσμιας ναυλαγοράς για τα δεξαμενόπλοια. Δεν πρόκειται για υπερβολή.
Οι ισορροπίες είναι τόσο λεπτές, που αρκεί η αφαίρεση των πλοίων αυτών από την αγορά, για να στηριχτεί η αγορά και να διατηρηθούν οι ναύλοι σε υψηλό επίπεδο. Πρόκειται για τα πλοία της Cosco, τα οποία έχουν υποστεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ ήδη από το τέλος Σεπτεμβρίου, επειδή μετέφεραν ιρανικό πετρέλαιο, παραβιάζοντας το σχετικό εμπάργκο που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση Τραμπ.
Μέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεση, ή να αρθούν οι απαγορεύσεις, πλοιοκτήτες, ναυλωτές και πιθανοί πελάτες τηρούν στάση αναμονής. Όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς, όσο τα εν λόγω πλοία παραμένουν εκεί, η ισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και την ζήτηση θα παραμείνει υπέρ των πλοιοκτητών.
Όταν ανακοινώθηκαν οι κυρώσεις πριν από δύο μήνες, οι ναύλοι των δεξαμενόπλοιων εκτινάχθηκαν κατά 130% αγγίζοντας το υψηλότερο σημείο των τελευταίων 11 ετών στις 14 Οκτωβρίου. Έκτοτε και παρότι υπήρξε αποκλιμάκωση, η ναυλαγορά παραμένει σε επίπεδο 48% υψηλότερο σε σχέση με το διάστημα ακριβώς πριν την επιβολή των κυρώσεων.
Ο λόγος είναι ότι, εν τέλει, υπολογίζεται ότι πάνω από 45 δεξαμενόπλοια επηρεάστηκαν από την απαγόρευση, καθώς πολλοί πελάτες (π.χ. διυλιστήρια, ή πετρελαϊκές εταιρείες) αποφεύγουν πλέον να χρησιμοποιήσουν πλοία της εταιρείας, λόγω της σύγχυσης που έχει δημιουργηθεί.
Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο κ. Χουάνγκ Σιαογουέν, αναπληρωτής αντιπρόεδρος της Cosco Shipping, ανέφερε τον συγκεκριμένο αριθμό, χωρίς όμως να δώσει περισσότερες διευκρινήσεις. Ο στόλος της εταιρείας υπολογίζεται σε 50 δεξαμενόπλοια τύπου VLCC, δηλαδή της μεγαλύτερης σε μέγεθος κλάσης πλοίων, με δυνατότητα μεταφοράς 300.000 τόνων αργού πετρελαίου έκαστο.
Κρίσιμη ημερομηνία η 20η Δεκεμβρίου
Κάποιου είδους ξεκαθάρισμα του τι μέλλει γενέσθαι, θα μπορούσε να υπάρξει στις 20 Δεκεμβρίου, που είναι η καταληκτική ημερομηνία που έχει δώσει η αμερικανική κυβέρνηση στους ναυλωτές και τους επιχειρηματικούς συνεργάτες των εμπλεκόμενων εταιρειών της Cosco, ώστε να διακόψουν κάθε σχέση μαζί τους.
Εν τω μεταξύ, όπως αναφέρει χθεσινό δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, οι δικηγόροι της Cosco βρίσκονται σε συζητήσεις με τις αμερικανικές αρχές, με αντικείμενο την πιθανή ελάφρυνση των κυρώσεων, ενώ και η κινεζική κυβέρνηση έχει ζητήσει από τον Λευκό Οίκο να άρει τις κυρώσεις, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών.
Πάντως, στελέχη της αγοράς δεν αναμένουν κάποια εξέλιξη ούτε μετά τις 20 Δεκεμβρίου, εκτιμώντας ότι κατά πάσα πιθανότητα, τόσο τα 15 αυτά δεξαμενόπλοια και πιθανώς κι άλλα ακόμα πλοία της εταιρείας, θα παραμείνουν εκτός της αγοράς, τουλάχιστον για μερικούς μήνες ακόμα.
Όπως επισημαίνει ο κ. Τζον Ντρίσκολ, επικεφαλής στρατηγικών αναλύσεων της JTD Energy Services, «είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς το αποτέλεσμα στην προκειμένη περίπτωση, ιδίως αν οι κυρώσεις προς την Cosco αποτελέσουν αντικείμενο των παρατεταμένων εντάσεων εμπορικής, γεωπολιτικής και διπλωματικής φύσης, ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα». Ως εκ τούτου, δεν αποκλείεται να επιχειρείται ήδη να βρεθεί κάποιο «παραθυράκι», ώστε να πλοία να μπορέσουν να επιστρέψουν στην αγορά, παρακάμπτοντας τους περιορισμούς.
Άλλωστε, δεν πρόκειται για κινητά τηλέφωνα (βλέπε Huawei), που μπορούν απλώς να προωθηθούν σε άλλες αγορές, αλλά για μηχανήματα εντάσεως κεφαλαίου. Κάθε ώρα που παραμένουν αδρανοποιημένα κοστίζουν στην Cosco, δηλαδή στην Κίνα, μερικές χιλιάδες δολάρια.