Την έντονη αντίδραση του ομίλου Rosneft προκάλεσε η απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης για την υπαγωγή σε κρατικό έλεγχο της Rosneft Deutschland, θυγατρικής του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού. Ο όμιλος κατήγγειλε μια «παράνομη απόφαση» που συνιστά «παραβίαση όλων των θεμελιωδών αρχών μιας οικονομίας της αγοράς». Σε δελτίο Τύπου, ο ρωσικός όμιλος αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο προσφυγής στη δικαιοσύνη. Ωστόσο, εμφανίζεται έτοιμος να συζητήσει νέο συμβόλαιο της Rosneft Deutchland με τον διαχειριστή, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξουν εγγυήσεις όσον αφορά τις πληρωμές για την προμήθεια πετρελαίου, μεταδίδει το πρακτορείο Reuters. Νωρίτερα, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς υπογράμμισε πως πρόκειται για μια «αναπόφευκτη και μεγάλη απόφαση ενεργειακής πολιτικής για την προστασία» της Γερμανίας.
Η κυβέρνηση, τόνισε, «διασφαλίζει ότι η Γερμανία θα εφοδιάζεται με πετρέλαιο μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα (…) Η Ρωσία δεν είναι πλέον αξιόπιστος προμηθευτής ενέργειας». H Rosneft Deutschland αντιπροσωπεύει περίπου το 12% της συνολικής ικανότητας επεξεργασίας πετρελαίου στη Γερμανία και το διυλιστήριο του Σβεντ εξυπηρετεί σχεδόν εξ ολοκλήρου τις ανάγκες του Βερολίνου, των βορειονατολικών κρατιδίων της Γερμανίας και τμήματος της δυτικής Πολωνίας και από το 1963 προμηθευόταν πετρέλαιο αποκλειστικά από τον αγωγό «Ντρούζμπα» («Φιλία»). Από τον Αύγουστο τουλάχιστον το 20% του πετρελαίου στο Σβεντ προέρχεται από τις ΗΠΑ, ενώ καταβάλλονται προσπάθειες για την εξασφάλιση περισσότερων εναλλακτικών. Μαζί με το PCK, η Ομοσπονδιακή Ρυθμιστική Αρχή αναλαμβάνει τον έλεγχο και των μετοχών της εταιρίας στα διυλιστήρια MiRo της Καρλσρούης και Bayernoil στο Φόμπουργκ.
Σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Οικονομίας, η απόφαση ελήφθη όταν διαπιστώθηκε ότι η συνέχιση της επιχειρηματικής λειτουργίας της εταιρίας κινδύνευε λόγω της μητρικής ρωσικής εταιρίας. Κεντρικοί πάροχοι κρίσιμων υπηρεσιών, προμηθευτές, μεταφορείς, ασφαλιστικές εταιρίες, εταιρίες πληροφορικής, τράπεζες και πελάτες δεν ήταν πλέον πρόθυμοι να συνεργαστούν με τη Rosneft - ούτε με τα διυλιστήρια στα οποία κατείχε μετοχές. Το νομικό πλαίσιο για την απόφαση της κυβέρνησης είναι το άρθρο 17 του Νόμου για την Ενεργειακή Ασφάλεια, σύμφωνα με το οποίο μια εταιρία η οποία λειτουργεί υποδομές ζωτικής σημασίας στον ενεργειακό τομέα μπορεί να τεθεί υπό κηδεμονία, εάν θεωρηθεί ότι υπάρχει συγκεκριμένος κίνδυνος ότι χωρίς αυτό δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, με τον κίνδυνο υποβάθμισης της ασφάλειας εφοδιασμού. Ο διαχειριστής της εταιρίας από σήμερα και σε πρώτη φάση για έξι μήνες είναι πλέον η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικτύων, όπως δημοσιεύεται στην Ομοσπονδιακή Εφημερίδα.