Ο υπουργός Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ θεωρεί δεδομένο ότι θα χρειαστεί και τέταρτη δόση εμβολίου κατά της Covid-19, εκτιμά δε ότι το νέο κύμα της πανδημίας, λόγω της παραλλαγής «Όμικρον», είναι πλέον αναπόφευκτο.
«Προετοιμαζόμαστε για αυτό εντατικά», τόνισε ο κ. Λάουτερμπαχ κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου και σημείωσε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει ήδη παραγγείλει 80 εκατομμύρια εμβόλια BioNTech/Pfizer προσαρμοσμένα στην «Όμικρον», τα οποία θα παραληφθούν τον Απρίλιο ή τον Μάιο. Επιπροσθέτως, θα είναι διαθέσιμα και εμβόλια της Moderna, προκειμένου να μπορεί κανείς να επιλέξει, ανέφερε. «Προσωπικά και ως επιστήμων εκτιμώ ότι θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι ένας τέταρτος εμβολιασμός θα είναι απαραίτητος για την αντιμετώπιση του ιού», δήλωσε. Νωρίτερα, ο Πρόεδρος των Οικογενειακών Ιατρών Ούλριχ Βάιγκελτ είχε αντίστοιχα δηλώσει ότι το καλοκαίρι, το αργότερο το φθινόπωρο, θα χρειαστεί και δ' δόση εμβολίου.
Αναφερόμενος στην αποτελεσματικότητα του ενισχυτικού εμβολιασμού έναντι της μόλυνσης από την «Όμικρον», ο γερμανός υπουργός Υγείας εξήγησε ότι η γ' δόση προστατεύει κατά 70-80% από ενδεχόμενη λοίμωξη, ενώ η προστασία από σοβαρή εξέλιξη της νόσου «υπερβαίνει κατά πολύ το 90%». Επιφυλάχθηκε ωστόσο να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με τη διάρκεια αυτής της προστασίας, καθώς, όπως είπε, δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή στοιχεία.
Σε ό,τι αφορά τον στόχο των 30 εκατομμυρίων ενισχυτικών εμβολιασμών έως το τέλος του χρόνου, ο Καρλ Λάουτερμπαχ δήλωσε ότι τον θεωρεί ακόμη εφικτό και ανακοίνωσε ότι μέχρι σήμερα έχουν εμβολιαστεί 28.100.000 άτομα. «Χρειαζόμαστε μια ιδιαίτερα επιθετική εμβολιαστική εκστρατεία. Είναι το σημαντικότερο που μπορούμε να κάνουμε προκειμένου να μην αρρωστήσουν βαριά πολλοί συνάνθρωποί μας», τόνισε και προειδοποίησε ότι μπορεί αυτή τη στιγμή τα κρούσματα να μειώνονται, αλλά η κατάσταση αναμένεται σύντομα να επιδεινωθεί σημαντικά.
Τόσο ο κ. Λάουτερμπαχ όσο και ο επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» Λόταρ Βίλερ, ο οποίος συμμετείχε στην ίδια συνέντευξη Τύπου, απηύθυναν έκκληση στους πολίτες να περιορίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις επαφές τους κατά τη διάρκεια των εορτών. «Ας μη γίνουν τα Χριστούγεννα η σπίθα που θα ανάψει τη φωτιά», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βίλερ, ζητώντας μεγάλη προσοχή ήδη πιο νωρίς από τις 28 Δεκεμβρίου, ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής των περιορισμών που αποφασίστηκαν χθες από την ομοσπονδία και τα κρατίδια.
Η δημοσιοποίηση χθες προτάσεων του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» οι οποίες ήταν πολύ πιο περιοριστικές από τις θέσεις της κυβέρνησης, προκάλεσαν ένταση τόσο στο εσωτερικό του συνασπισμού όσο και μεταξύ των Πρωθυπουργών των κρατιδίων, ενώ τα σχόλια των ΜΜΕ έκαναν λόγο για «χάος» και για «περιφρόνηση» της κυβέρνησης προς τους επιστήμονες. Ο υπουργός Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ δεν απέκλεισε μάλιστα και το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στο Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ, το οποίο εποπτεύεται από το υπουργείο Υγείας.
«Ο Σολτς και ο Λάουτερμπαχ ήταν πραγματικά έξαλλοι με τον Βίλερ», ανέφερε σχετικά ο ιδιωτικός ειδησεογραφικός σταθμός n-tv. Η σημερινή λοιπόν κοινή τους εμφάνιση ενώπιον των δημοσιογράφων αναμενόταν, αν μη τι άλλο, με μεγάλο ενδιαφέρον. «Αν στέκομαι ακόμη στο πλευρό του κ. Βίλερ;», ρώτησε ο υπουργός Υγείας, απαντώντας σε σχετική ερώτηση. «Αυτό είναι εύκολο να απαντηθεί. Διαφορετικά δεν θα καθόταν σήμερα εδώ», δήλωσε με νόημα και τόνισε ότι στο υπουργείο του «δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει λογοκρισία» και ότι το Ινστιτούτο «Ρόμπερτ Κοχ» εξακολουθεί να διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην πανδημία. «Το Ινστιτούτο εκδίδει συνεχώς συστάσεις, αυτή είναι η δουλειά μας», δήλωσε από την πλευρά του ο κ. Βίλερ, με τον κ. Λάουτερμπαχ να δίνει τέλος στη συζήτηση, λέγοντας ότι δεν βρίσκει το θέμα «ιδιαίτερα ενδιαφέρον».