Η δήλωση του Βάλντις Ντομπρόφσκις, αντιπροέδρου της Κομισιόν, είναι χαρακτηριστική: «Η νομοθεσία μας για την καταπολέμηση βρώμικου χρήματος είναι η πιο αυστηρή στον κόσμο, θα πρέπει όμως και να την εφαρμόζουμε με απόλυτη συνέπεια». Πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ δεν τηρούν σχολαστικά τα προβλεπόμενα ή δεν ελέγχουν ύποπτες συναλλαγές με τη δέουσα αυστηρότητα. Γι αυτό η Κομισιόν προτείνει και επισήμως πλέον την ίδρυση μίας νέας, ευρωπαϊκής εποπτικής αρχής, η οποία θα ελέγχει τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Επιπλέον θα έχει την αρμοδιότητα να ελέγχει απευθείας τα νομικά πρόσωπα που πραγματοποιούν διασυνοριακές συναλλαγές, εφόσον παρατηρηθεί κάτι ύποπτο», όπως αναφέρει η Deutsche Welle.
Ωστόσο, όλα αυτά δεν γίνονται από τη μία μέρα στην άλλη. Το νέο θεσμικό όργανο θα ξεκινήσει το έργο του σε τρία χρόνια, ενώ εκτιμάται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον πέντε χρόνια μέχρι να αναπτύξει την πλήρη ισχύ του. Τα κράτη-μέλη έχουν ήδη εγκρίνει τη σύστασή του και θα έχει παραμφερή λειτουργία με την επιτροπή εποπτείας που έχει ήδη συσταθεί για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Ασφαλώς δεν λείπουν οι διαφωνίες και μία από αυτές αφορά την έδρα της νέας εποπτικής αρχής.
Τεράστιος «βρώμικος» τζίρος
«Το ξέπλυμα χρήματος είναι μία ξεκάθαρη απειλή για τους πολίτες, τους δημοκρατικούς θεσμούς και το δημοσιονομικό μας σύστημα», παραδέχεται η αρμόδια Επίτροπος Μέιριντ Μακγκίνες, παρουσιάζοντας τη νέα νομοθετική πρόταση της Κομισιόν. Εκτιμάται ότι ο τζίρος του βρώμικου χρήματος φτάνει τα 133 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό 1.5% του συνόλου της ευρωπαϊκής οικονομίας. «Δεν μπορούμε νε υποτιμούμε πλέον το μέγεθος του προβλήματος, θα πρέπει να σφραγίσουμε τις κρυψώνες που ακόμη χρησιμοποιούν οι εγκληματίες», προειδοποιεί η Επίτροπος. Για να γίνει αυτό η Επίτροπος επιχειρεί να ενοποιήσει τις διαφορετικές διατάξεις που ισχύουν σήμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Κύριο ζητούμενο είναι η διαφάνεια ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επιχειρήσεων και την αγορά ακινήτων. Σε λίγα χρόνια θα πρέπει να έχουν εξαφανιστεί οι εταιρίες που λειτουργούν χωρίς όνομα ή μόνο μέσω καταπιστευματούχων και «ανθρώπων-βιτρίνα». Απαραίτητη θεωρείται και η σύσταση ενιαίου μητρώου για όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς στην ΕΕ, καθώς και τους κατόχους των λογαριασμών αυτών.
Εμπειρογνώμωνες της Κομισιόν εκτιμούν ότι ο κατακερματισμός παράνομων περιουσιών σε όλο και μικρότερα ποσά, η σύσταση εταιριών που διασυνδέονται και αλληλοσυμπληρώνονται, καθώς και η διασπορά εσόδων σε περισσότερους τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό είναι μερικές από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν επιτήδειοι για να συγκαλύψουν τα ίχνη του χρήματος, όταν αυτό προέρχεται από εμπόριο ναρκωτικών, παράνομη πορνεία, παράνομα τυχερά παιχνίδια, εμπορία ανθρώπων και συναφή αδικήματα. Με μία νέα οδηγία για την καταπολέμηση του βρώμικου χρήματος- την έκτη κατά σειρά- η Κομισιόν θα επιχειρήσει να δυσχεράνει τη δραστηριότητα του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά και τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών δραστηριοτήτων. Στο στόχαστρο των αρμοδίων θα βρίκονται και τα κρυπτονομίσματα, που εκτιμάται ότι διευκολύνουν ανώνυμες συναλλαγές.
Όριο 10.000 ευρώ στα μετρητά;
Διαφωνίες εξακολουθούν να επικρατούν για την πρόταση Ντομπρόφσκις να απαγορευθούν όλες οι πληρωμές με μετρητά για ποσά άνω των 10.000 ευρώ. Ο ίδιος θεωρεί ότι η επιμονή στην «οικονομία των μετρητών» ανοίγει κερκόπορτες για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Παράδειγμα: Μία πιτσαρία μπορεί να «φουσκώσει» τον τζίρο της, διοχετεύοντας έτσι παράνομο χρήμα σε νόμιμες δραστηριότητες. Αλλά και στις αγοραπωλησίες ακινήτων οι συναλλαγές γίνονται πολλές φορές με βαλίτσες γεμάτες μετρητά, χωρίς να εξετάζεται η προέλευση του χρήματος.
Το 70% των συναλλαγών στην Ευρώπη γίνεται με μετρητά. Σε ορισμένα κράτη-μέλη προβλέπονται ήδη περιορισμοί.Στην Ελλάδα μάλιστα απαγορεύονται να χρησιμοποιηθούν μετρητά για συναλλαγές άνω των 500 ευρώ. Ωστόσο σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία και η Αυστρία, δεν προβλέπεται όριο. Ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών Γκέρνοτ Μπλούμελ λέει ότι στηρίζει τον αγώνα κατά του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά θεωρεί ουτοπική την εκτίμηση ότι οι εγκληματίες χρησιμοποιούν μόνο μετρητά. «Αυτό που παρατηρούμε εμείς είναι ότι οι ύποπτες δραστηριότητες μεταφέρονται στο διαδίκτυο» δήλωσε ο Μπλούμελ την περασμένη εβδομάδα στη Βιέννη. «Θεωρώ πιο σημαντικό να επικεντρώσουμε εκεί την προσοχή μας, αντί να επιβάλλουμε αυθαίρετα όρια, τα οποία θα ενίσχυαν την τάση για κατάργηση των μετρητών».
Πάντως ο Επίτροπος Ντομπρόφσκις ανησυχεί για το κύρος της ΕΕ ως έδρας για χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο FinCen-Files, ήταν σαφής η εμπλοκή μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών. Το 2018 είχε γίνει γνωστή ότι μία μεγάλη τράπεζα από τη Δανία είχε ξεπλύνει ποσό έως 200 δισεκατομμυρίων ευρώ μέσω υποκαταστήματός της στην Εσθονία. Το σκάνδαλο εκείνο της Danske Bank είχε δώσει αφορμή για τη νέα νομοθετική πρωτοβουλία της Κομισιόν, την οποία απομένει να εγκρίνουν τα 27 κράτη-μέλη, αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.