Η Άγκυρα απέρριψε τη «μονόπλευρη και κατά κανένα τρόπο αντικειμενική», όπως τη χαρακτήρισε, έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Τουρκία, την οποία το Ευρωκοινοβούλιο ενέκρινε χθες.
Η έγκριση ενός τέτοιου ψηφίσματος σε μια περίοδο κατά την οποία καταβάλλονται προσπάθειες για την αναζωογόνηση των σχέσεων Τουρκίας-ΕΕ βάσει της προοπτικής ένταξής της στην ΕΕ στο πλαίσιο μιας θετικής ατζέντας «είναι απαράδεκτο», ανέφερε η ανακοίνωση που εξέδωσε σήμερα το βράδυ το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών.
«Απορρίπτουμε αυτό το μεροληπτικό κείμενο που δεν περιλαμβάνει μόνο ψευδείς ισχυρισμούς σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τη δομή διακυβέρνησής μας και τα πολιτικά κόμματα ·και θεωρεί απειλή την αποτελεσματική, προσανατολισμένη στην εξεύρεση λύσεων, ανθρωπιστική και επιχειρηματική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, αλλά επίσης αντικατοπτρίζει τα εντελώς άδικα και μεροληπτικά ελληνικά και ελληνοκύπρια επιχειρήματα για τα ζητήματα στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο και στηρίζει τις μονόπλευρες και αντιφατικές αρμενικές αφηγήσεις σχετικά με τα γεγονότα του 1915», ανέφερε το τουρκικό ΥΠΕΞ.
Το υπουργείο τόνισε ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ αποτελεί στρατηγικό στόχο της Άγκυρας και θα ωφελήσει ολόκληρη την Ευρώπη και πέραν αυτής, προσθέτοντας ότι η Τουρκία θα συνεχίσει «αποφασιστικά» τις προσπάθειές της με βάση αυτόν τον στόχο.
Χθες τo Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε με 480 ψήφους υπέρ, 64 κατά και 150 αποχές το ψήφισμα για την Τουρκία.
Η παράγραφος 6 του κειμένου η οποία αφορά στην πρόταση για αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων είχε περάσει νωρίτερα με 520 ψήφους υπέρ, 72 κατά και 97 αποχές.
Ειδικότερα, στη συγκεκριμένη παράγραφο επισημαίνεται ότι « μετά την τελευταία έκθεση του Κοινοβουλίου, η κατάσταση όχι μόνο δεν βελτιώθηκε, αλλά επιδεινώθηκε περαιτέρω όσον αφορά την εσωτερική, τη θεσμική και την εξωτερική πολιτική. Τονίζει, συνεπώς, με έμφαση ότι, εάν δεν αντιστραφεί επειγόντως και με συνέπεια η υφιστάμενη αρνητική τάση, η Επιτροπή θα πρέπει να προτείνει, σύμφωνα με το διαπραγματευτικό πλαίσιο από τον Οκτώβριο του 2005, την επίσημη αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, ώστε και οι δύο πλευρές να επανεξετάσουν με ρεαλισμό και μέσω ενός δομημένου και ολοκληρωμένου διαλόγου υψηλού επιπέδου, την καταλληλότητα του υφιστάμενου πλαισίου και την ικανότητά του να λειτουργεί ή, αν είναι αναγκαίο, να διερευνήσουν ενδεχόμενα νέα μοντέλα για τις μελλοντικές σχέσεις.
Επισημαίνει ότι, σε κάθε περίπτωση, οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να διεξάγονται καλόπιστα και δεν θα πρέπει να εκτροχιάζονται ή να ανατρέπονται με βάση απλώς πολιτιστικά ή θρησκευτικά κίνητρα».