Εκατό μαθητές από το καθολικό σχολείο Saint Mary στη δυτική Νιγηρία, οι οποίοι είχαν απαχθεί στις 21 Νοεμβρίου από άγνωστους ενόπλους, αφέθηκαν ελεύθεροι, σύμφωνα με πηγές του ΟΗΕ και τη νιγηριανή προεδρία. Οι συνθήκες της απελευθέρωσης παραμένουν αδιευκρίνιστες.
Τα παιδιά αναμένεται να παραδοθούν σε τοπικούς αξιωματούχους, όπως έγινε γνωστό από πηγή στα Ηνωμένα Έθνη, ενώ ήδη βρίσκονται στην Αμπούτζα. Την απελευθέρωση επιβεβαίωσε και ο εκπρόσωπος της προεδρίας της Νιγηρίας.
Συνολικά, 303 μαθητές και 12 μέλη του διδακτικού προσωπικού είχαν απαχθεί από το οικοτροφείο Saint Mary, σε μια από τις μεγαλύτερες μαζικές απαγωγές που έχουν σημειωθεί στη Νιγηρία. Περίπου πενήντα κατάφεραν να διαφύγουν λίγες ώρες μετά την απαγωγή, ενώ η τύχη περίπου 165 ατόμων παραμένει άγνωστη.
Ο Ντάνιελ Ατόρι, εκπρόσωπος του επισκόπου της επισκοπής Κονταγκόρα, δήλωσε πως «προσευχόμασταν και περιμέναμε την επιστροφή τους, αν είναι αλήθεια είναι ανακουφιστική είδηση», προσθέτοντας ότι δεν έχει υπάρξει επίσημη ενημέρωση από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Οι μαζικές απαγωγές έχουν μετατραπεί σε μάστιγα για τη Νιγηρία, με τις περισσότερες να αποδίδονται σε συμμορίες που δρουν για λύτρα. Η πρώτη μαζική απαγωγή που προκάλεσε διεθνή κατακραυγή σημειώθηκε το 2014, όταν τζιχαντιστές της Μπόκο Χαράμ απήγαγαν περίπου 300 μαθήτριες από το Τσιμπόκ. Μέχρι σήμερα, περίπου 90 από τα κορίτσια αυτά παραμένουν αγνοούμενα.
Κλιμάκωση του φαινομένου και οικονομικές διαστάσεις
Σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων SBM Intelligence, οι απαγωγές για λύτρα έχουν εξελιχθεί σε οργανωμένη βιομηχανία, με εκτιμώμενο κύκλο εργασιών 1,66 εκατ. δολάρια για την περίοδο Ιουλίου 2024 – Ιουνίου 2025. Το Νοέμβριο καταγράφηκε νέο κύμα απαγωγών, με περισσότερα από 400 θύματα σε διάστημα 15 ημερών.
Η Νιγηρία, με πληθυσμό περίπου 230 εκατομμυρίων, αντιμετωπίζει εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες διαρκώς επιδεινούμενη κρίση ασφαλείας. Εκτός από την τζιχαντιστική εξέγερση, έχουν πολλαπλασιαστεί οι επιθέσεις από ένοπλες συμμορίες με κυρίως οικονομικά κίνητρα.
Το κύμα απαγωγών συνοδεύτηκε από διεθνείς δηλώσεις, όπως εκείνες του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε αναφερθεί σε «στοχευμένο διωγμό χριστιανών», ισχυρισμό που διαψεύδουν τόσο η κυβέρνηση της Νιγηρίας όσο και ανεξάρτητοι αναλυτές. Οι επιθέσεις στη χώρα πλήττουν τόσο χριστιανούς όσο και μουσουλμάνους, χωρίς διακρίσεις.
Η ένταση της κατάστασης οδήγησε τις ΗΠΑ να συμπεριλάβουν τη Νιγηρία στη λίστα των «ιδιαίτερα ανησυχητικών χωρών» όσον αφορά τις θρησκευτικές ελευθερίες, επικαλούμενες «υπαρξιακή απειλή» για τους χριστιανούς της περιοχής.