Τα πάνω κάτω φέρνει η τεχνολογία και στο διαχρονικό κλάδο της υψηλής ωρολογοποιϊας, καθώς τα επονομαζόμενα «έξυπνα» ρολόγια (smartwatches) κατακτούν μερίδια κι εκτοπίζουν από την αγορά αναγνωρίσιμες φίρμες με πολυετή ιστορία.
Πριν λίγες ημέρες ανακοινώθηκε ότι οι πωλήσεις του Apple smartwatch ξεπέρασαν το σύνολο της παραγωγής ελβετικών ρολογιών το 2019, στοιχείο ιδιαίτερα εντυπωσιακό, δεδομένου ότι ο κολοσσός της Silicon Valley εισήλθε στην αγορά των ρολογιών μόλις το 2014, εισάγοντας στην καθημερινότητα των καταναλωτών παγκοσμίως την κατηγορία των «φορέσιμων» αξεσουάρ (wearables). Έκτοτε, η εταιρεία κατάφερε να γίνει σχεδόν ταυτόσημη με την έννοια του smartwatch.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών Strategy Analysis, η Apple πούλησε πέρσι 30,7 εκατομμύρια έξυπνα ρολόγια σε όλο τον κόσμο, τη στιγμή που το σύνολο των Ελβετών κατασκευαστών πώλησε μόλις 21,1 εκατομμύρια ρολόγια. Τα στοιχεία αυτά μεταφράζονται σε ετήσια αύξηση πωλήσεων κατά 36% για την Apple και μείωση κατά 13% για τς ελβετικές εταιρείες.
Η είδηση φέρει ιδιαίτερη βαρύτητα σε ό,τι αφορά την ελκυστικότητα των ακριβών ρολογιών κυρίως στη νεότερη γενιά, καθώς καθίσταται εμφανής η απήχηση που έχει η τεχνολογία σε μία ανερχόμενη μερίδα καταναλωτών, που δείχνει να στρέφεται στα αξεσουάρ που ενσωματώνουν την υψηλή τεχνολογία. Σύμφωνα με τους αναλυτές της Strategy Analytics, τα νέα πρέπει να θορυβήσουν κυρίως κατασκευαστές όπως η Swatch, η Tissot και η Tag Heuer, οι οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες με άνισο ανταγωνισμό εκ μέρους εταιρειών τεχνολογίας, όπως η Apple, η Samsung και η Fitbit.
Αντέχουν τα ακριβά ρολόγια
Από την άλλη πλευρά, τα νέα είναι λίγο πιο ενθαρρυντικά για τους κατασκευαστές πολυτελών ρολογιών, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της NPD Group, η κατηγορία ρολογιών μέσης τιμής μεταξύ 10.000 έως 25.000 δολαρίων παραμένει η πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την αμερικανική αγορά, όπου κατέγραψε αύξηση της τάξεως του 23% το 2019 έναντι του 2018. Επιπλέον, αναλυτές εκτιμούν ότι τα περιθώρια κέρδους είναι σαφώς μικρότερα στην κατηγορία των wearables, σε σχέση με εκείνα των Ελβετών κατασκευαστών πολυτελών ρολογιών.
Παρά ταύτα, με όρους αξίας τα smartwatches ήδη αποτελούν το 50% της συνολικής αξίας της αμερικανικής αγοράς ρολογιών, παρακινώντας κάποιες ιστορικές εταιρείες να λανσάρουν τα δικά τους έξυπνα ρολόγια. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εταιρείας Tag Heuer (η οποία ανήκει στον όμιλο LVMH), η οποία έχει κατά καιρούς λανσάρει διαφορετικά «έξυπνα» μοντέλα, μεταξύ των οποίων κι ένα με αξία 180.000 δολαρίων, παντρεύοντας την πολυτέλεια με την τεχνολογία αιχμής.
Η ζήτηση πάντως για ακριβά ρολόγια δείχνει να διαφοροποιείται σαφώς ανά χώρα, αφήνοντας παράθυρο αισιοδοξίας για όλους, όπως μαρτυρεί και η εικόνα των ελβετικών εξαγωγών. Ειδικότερα, οι εξαγωγές ελβετικών ρολογιών προς την αμερικανική αγορά αυξήθηκαν κατά 8,6% το 2019, αγγίζοντας σε αξία τα 2,41 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα, την ίδια στιγμή που οι εξαγωγές προς το Χονγκ Κονγκ υποχώρησαν κατά 11,4%, διαμορφούμενες σε 2,66 δισ. φράγκα. Στον αντίποδα, οι εξαγωγές προς την Κίνα ενισχύθηκαν κατά 16,1% σε ετήσια βάση, αγγίζοντας τα 1,99 δισ φράγκα, ενώ μόνο τον Δεκέμβριο εκτινάχθηκαν κατά 49,4%, πιστοποιώντας την γενικευμένη αύξηση της ζήτησης για είδη πολυτελείας στην κινεζική αγορά.
Πάντως, την γενικότερη κατεύθυνση του κλάδου φαίνεται να δίνουν τα στοιχεία της Ομοσπονδίας Ελβετών Κατασκευαστών (Federation of the Swiss Watch Industry), σύμφωνα με τα οποία, η κατηγορία των ρολογιών αξίας άνω των 3.000 δολαρίων αναπτύσσεται με μέσο ρυθμό 12,9% ετησίως, σε αντιδιαστολή με την κατηγορία ρολογιών αξίας μικρότερης των 3.000 δολαρίων, οι πωλήσεις των οποίων υποχωρούν κατά 5,2% σε ετήσια βάση.