Πώς μπορεί η χώρα μας να αποκτήσει ένα σύγχρονο, διασυνδεδεμένο, λειτουργικό και βιώσιμο σύστημα καινοτομίας; Στο ερώτημα αυτό επιχειρεί να απαντήσει η πρόσφατη μελέτη που εκπόνησε το Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ) του ΕΜΠ, για λογαριασμό του μη κερδοσκοπικού ερευνητικού οργανισμού «διαΝΕΟσις», σχετικά με την έρευνα και καινοτομία στην Ελλάδα το 2021. Η μελέτη καταλήγει στην ανάγκη να διαμορφωθεί μια ενοποιημένη Συστημική Στρατηγική με Επίκεντρο την Καινοτομία και τη Γνώση και ταυτόχρονα προτείνει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την Υλοποίησή της.
Η μελέτη ακολουθεί μια συστημική προσέγγιση του φαινομένου της καινοτομίας. Πιο συγκεκριμένα, αναδεικνύεται ένα εννοιολογικό μοντέλο που περιλαμβάνει το «τετράγωνο της ανάπτυξης της οικονομίας της γνώσης», το οποίο στηρίζεται σε τέσσερεις πυλώνες:
- Έρευνα & Τεχνολογική Ανάπτυξη,
- Ανάπτυξη, Διάχυση και Απορρόφηση Καινοτομιών,
- Επιχειρηματικότητα Εντάσεως Γνώσης,
- Οικοδόμηση Ικανοτήτων και Δεξιοτήτων (Competence Building]
Η μελέτη αξιολογεί τα δυνατά και αδύναμα στοιχεία αυτών των πυλώνων για τη χώρα μας, με τεκμηριωμένο και νηφάλιο, θεωρούμε, τρόπο. Υποστηρίζει ότι η ανάδειξη της καινοτομίας σε κεντρική προτεραιότητα της οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής είναι, ακόμα και σήμερα εν μέσω μιας πανδημικής κρίσης, το βασικό εργαλείο πολιτικής για μια ανθεκτικότερη και ποιοτικότερη ανάκαμψη.
Η ανάδειξη της αξίας της επιστημονικής έρευνας και η αξιοποίηση της γνώσης που δημιουργείται από αυτήν, στην εποχή της πανδημίας, σε συνδυασμό με τη γνώση που παράγεται από την επαγγελματική, επιχειρηματική και ευρύτερα την οργανωσιακή πρακτική διευκολύνει μια τέτοια εξέλιξη.
Η έρευνα και η καινοτομία δεν πρέπει να θεωρούνται ως πολυτελείς δραστηριότητες, οι οποίες δεν μπορούν να είναι προτεραιότητες αυτής της περιόδου, με δεδομένη την ανάγκη αντιμετώπισης πιο επειγόντων προβλημάτων που προκύπτουν από την υγειονομική και οικονομική κρίση.
Αντιθέτως, θεωρούμε ότι είναι απολύτως επιβεβλημένες δραστηριότητες, οι οποίες μάλιστα οφείλουν να είναι οργανικά συνδεδεμένες με τη διαδικασία εξόδου και από αυτή την κρίση, ώστε να δρομολογηθεί μια ανθεκτική, διατηρήσιμη και πιο ποιοτική ανάκαμψη της εγχώριας οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε να προχωρήσουμε στην περαιτέρω πύκνωση των τάσεων και διεργασιών που επιταχύνθηκαν, από τη δυναμική των πραγμάτων στη διάρκεια της πανδημίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «βίαιη», αλλά αποτελεσματική ψηφιοποίηση διάφορων διαστάσεων της οικονομίας μας, από την παραγωγή, τη δημόσια διοίκηση, την εκπαίδευση – με την εισαγωγή ενός μεικτού μοντέλου μάθησης (blended learning), την έρευνα, τις υπηρεσίες υγείας κ.α.). Αλλά περιλαμβάνει και άλλα μαθήματα της πανδημίας όπως ο ανασχεδιασμός των αλυσίδων αξίας προς πιο ευέλικτες και ανθεκτικές εφοδιαστικές αλυσίδες, οι πρόσθετες παραγωγικές διαδικασίες δικτύωσης της διανομής προϊόντων και υπηρεσιών και βεβαίως η συνολική αναπροσαρμογή του τρόπου με τον οποίο οι διάφοροι φορείς συνεργάζονται επί καθημερινής βάσης και πρακτικής
Είναι ευκαιρία αυτά τα μαθήματα να ενταχθούν σε μια συνολική στρατηγική υπέρβασης σταδίων τεχνολογικής ανάπτυξης, το γνωστό leapfrogging, που θα επιτρέψει την ταχύτερη βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας (και όχι αποκλειστικά του μοναδιαίου κόστους εργασίας), την αναβάθμιση της θέσης της ελληνικής παραγωγής και του επιχειρηματικού τομέα στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, τη δημιουργία νέων ποιοτικότερων θέσεων εργασίας με καλύτερες αμοιβές, και την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες, τις επιχειρήσεις, τους δημόσιους οργανισμούς και τους κοινωνικούς φορείς.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση πρέπει να συνδέει ένα σύνολο παρεμβάσεων σε μάκρο, μέσο και μικρο-οικονομικό επίπεδο, να συνδυάζει τη θεσμοθέτηση κινήτρων με την οικοδόμηση ικανοτήτων, τον συντονισμό με την αποκεντρωμένη υλοποίηση. Ειδικότερα για τη διαμόρφωση και τη λειτουργία του ενοποιημένου και διασυνδεδεμένου οικοσυστήματος προς την οικονομία της γνώσης πρέπει να σχεδιασθεί και να υλοποιηθεί ένα σύστημα δημόσιων πολιτικών που θα υπερβεί τα συνήθη προβλήματα κατακερματισμού της κυβερνητικής δράσης και των αποσπασματικών και πολλές φορές αντικρουόμενων και αντιφατικών παρεμβάσεων που οδηγούν σε αρνητικές συνέπειες.
Στη μελέτη προτείνεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο προτάσεων και για τους τέσσερις πυλώνες. Εν κατακλείδι, η πρόκληση είναι: Πώς μπορεί να δρομολογηθεί με επίκεντρο τη γνώση και την καινοτομία μια ποιοτικότερη και ανθεκτικότερη αναπτυξιακή τροχιά που θα επιτρέψει στην ελληνική παραγωγή/οικονομία να σταθεί στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και στον διεθνή καταμερισμό εργασίας στην επόμενη δεκαετία;
Το πλήρες κείμενο της μελέτης είναι διαθέσιμο εδώ:
https://www.dianeosis.org/2021/02/erevna-kai-kainotomia-stin-ellada/
* Ο Γιάννης Καλογήρου είναι Ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ. Ο Άγγελος Τσακανίκας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ και Διευθυντής του ΕΒΕΟ / ΕΜΠ.