Νέες υψηλότερες τιμές – στόχους για τις ελληνικές τράπεζες από τη Eurobank Equities, η οποία διατηρεί τη θετική στάση της έναντι του κλάδου, σύσταση «αγορά» και βλέπει περιθώρια ανόδου που φθάνει άνω του 50%.
Πιο αναλυτικά οι νέα τις εκτιμήσεις είναι οι ακόλουθες:
- Για την Alpha Bank η τιμή – στόχος είναι 1,66 ευρώ (από 1,63 ευρώ πριν) με περιθώριο ανόδου, βάσει του κλεισίματος στις 28/5 να φθάνει στο 46%.
- Για την Εθνική Τράπεζα είναι στα 5,90 ευρώ (από 5,01 ευρώ) κα περιθώριο ανόδου 24%.
- Για την Τρ. Πειραιώς η τιμή – στόχος είναι 3,24 ευρώ (από 2,47 ευρώ) και περιθώριο ανόδου 51%.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση η πρόσφατη διεθνή τραπεζική κρίση των αρχών Μαρτίου τέσταρε και τις αντοχές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, όχι τόσο σε επίπεδο θεμελιωδών δεδομένων όσο σε επίπεδο επενδυτικής ψυχολογίας. Αποτέλεσμα ήταν την αύξηση των premia κινδύνου και να υπάρξει sell off άνω του 20% για τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές κατά τον συγκεκριμένο μήνα. Με τις αγορές χρηματοδότησης να έχουν πλέον ηρεμήσει και την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα της ΕΕ να έχει σταδιακά αποκατασταθεί, εκτιμάται ότι οι προοπτικές των κερδών έχει βελτιωθεί και πάλι και αυτό έχει εκδηλωθεί με την ανάκαμψη του δείκτη των ελληνικών τραπεζών κατά περίπου 8% από το χαμηλό του Μαρτίου 2023.
Με τις ελληνικές τράπεζες να απολαμβάνουν έναν συνδυασμό ισχυρής ρευστότητας (LCR στο περίπου 200%, από τα υψηλότερα στην ΕΕ), υγιή κεφαλαιακά αποθέματα (CET 1 στο 14,9%) και ένα χαρτοφυλάκιο εμπορικών ακινήτων CRE που συνεπάγεται μικρότερο κίνδυνο από ό,τι σε άλλες αγορές (δεδομένων των επαρκών προβλέψεων και της κατάστασης της εγχώριας αγοράς ΑΠΕ), θεωρείται ότι οι προοπτικές παραμένουν άθικτες.
Οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν ένα εντυπωσιακό 4ο τρίμηνο, κυρίως χάρη στην εντυπωσιακή αύξηση των εσόδων από τόκους (ΝΙΙ) κατά 23% σε τριμηνιαία βάση, που ξεπέρασε τις προσδοκίες της αγοράς. Τα οργανικά προ προβλέψεων κέρδη PPI σημείωσαν επίσης αύξηση 26% σε τριμηνιαία βάση, καθώς τα υψηλότερα οργανικά έσοδα αντισταθμίστηκαν μόνο εν μέρει από τα διογκωμένα και εποχικά υψηλότερα λειτουργικά έξοδα.. Οι τάσεις για την ποιότητα του ενεργητικού ήταν υποστηρικτικές (μέσος δείκτης NPE στο 6,1%, πτώση 80 μονάδων βάσης σε τριμηνιαία βάση), ενώ τα εποπτικά κεφάλαια σε πλήρως φορτισμένη βάση (FL) επίσης βελτιώθηκαν χάρη στη θετική τελική γραμμή και τις συναλλαγές (μέσος δείκτης CET 1 στο 13,7%, +40bps σε τριμηνιαία βάση).
Η παραπάνω πορεία οδηγεί τους αναλυτές της χρηματιστηριακής να προχωρήσουν σε αναβάθμιση των εκτιμήσεων για τα προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη κατά 12% το 2023 και κατά 6% το 2024 ενσωματώνοντας στις εκτιμήσεις τους και το υψηλότερο επιτόκιο της ΕΚΤ (300 μ.β, αφήνοντας περιθώρια για υψηλότερα επίπεδα, δεδομένων και των υψηλότερων εκτιμήσεων της αγοράς).
Αναβαθμίζουν και τις συνολικές προσβλέψεις για τα ΝΙΙ κατά 9% φέτος και κατά 4% το 2024 προβλέποντας συνολική αύξηση των NII κατά περίπου 21% σε ετήσια βάση φέτος, υποστηριζόμενη από την αύξηση των δανείων κατά περίπου 5% σε συνδυασμό με την επέκταση του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου (NIM) κατά περίπου 43 μονάδες βάσης. Οι εκτιμήσεις αντανακλούν επίσης σταδιακά υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης λόγω της αλλαγής του μείγματος καταθέσεων (καταθέσεις προθεσμίας σε περίπου 28% το 2023), υψηλότερα beta καταθέσεων (0,1-0,6x για καταθέσεις όψεως και προθεσμίας αντίστοιχα), χαμηλότερα spreads δανείων, κόστος κινδύνου περίπου 100 μονάδες βάσης (έναντι 60 μον. βάσης για τις τράπεζες της ΕΕ κατά τη διάρκεια του κύκλου COVID) και υψηλότερο κόστος MREL.
Μετά από αρκετές ανατροπές, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται 24% υψηλότερα από την αρχή του έτους έχοντας ξεπεράσει τις αντίστοιχες της περιφέρειας της ΕΕ (14% την ίδια περίοδο). Ωστόσο, η αποτίμηση παραμένει συγκρατημένη σε <0,6x P/TBV συνολικά, δηλαδή ένα discount >20% έναντι των ομολόγων τους στην περιφέρεια της ΕΕ (ενσωματώνοντας ουσιαστικά ένα κόστος ιδίων κεφαλαίων της τάξης του 16%).
Συνεπώς, η στρέβλωση κινδύνου-απόδοσης φαίνεται θετική, δεδομένων των ακόμη συμπιεσμένων αποτιμήσεων, ιδίως ενόψει της συνεχιζόμενης βελτίωσης των θεμελιωδών θέσεων των ελληνικών τραπεζών (και της κεφαλαιακής ενίσχυσης), της επικείμενης εκποίησης των συμμετοχών του Δημοσίου και της πιθανής επιστροφής της Ελλάδας σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας στα τέλη του 2023 ή στο α’ εξάμηνο του 2024.
Με τους επενδυτές να μετατοπίζουν σταδιακά την προσοχή τους στις αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων (RoTEs) εκτιμάται ότι όλες οι τράπεζες θα κινηθούν υψηλότερα στο φάσμα των αποτιμήσεων, δεδομένου ότι βρίσκονται σε τροχιά για διψήφια RoTEs το 2023 (υψηλό μονοψήφιο ποσοστό για την Alpha).