Την κάλυψη της Optima bank ξεκινά η Pantelakis Securities, με τιμή – στόχο στα 10 ευρώ και σύσταση «overweight», εκτιμώντας ότι διαθέτει πιθανή συνολική απόδοση στο 40%.
Από την επανεμφάνιση/επανεκκίνηση στα τέλη του 2019, η Optima διατήρησε σαφή εστίαση στην εξυπηρέτηση μεσαίου (2,5-50 εκατ. ευρώ πωλήσεις ετησίως) και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων, ενώ παράλληλα προσέλκυσε μια βάση εύπορων πελατών (ρευστά διαθέσιμα > 50 χιλ. ευρώ), με την προσφορά της να επικεντρώνεται στην εξυπηρέτηση, την εκσυγχρονισμένη διαδικασία και τη σωστή τιμολόγηση.
Η Optima είναι σε θέση να στοχεύσει σε τμήματα της αγοράς που είτε παραβλέπονται συνολικά είτε εξυπηρετούνται ανεπαρκώς από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες (που μαζί αντιπροσωπεύουν το 93%/92% των δανείων/καταθέσεων), ενώ αυτές ήταν σε μεγάλο βαθμό απασχολημένες με τον εξορθολογισμό των λειτουργιών τους και την απομείωση του κινδύνου στους ισολογισμούς τους.
Ως εκ τούτου, από το μηδέν σχεδόν, η Optima αύξησε το χαρτοφυλάκιο δανείων της σε 1,7 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2022 (μερίδιο αγοράς 1,5%) και την καταθετική της βάση σε 2,2 δισ. ευρώ (μερίδιο 1%). Ταυτόχρονα, κατάφερε να επιτύχει break-even το α' τρίμηνο του 2021, μόλις 18 μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας, με το RoTE να σκαρφαλώνει στο 26% (18% χωρίς τα κέρδη από τις συναλλαγές) το 2022.
Προβλέπεται ότι η Optima θα διπλασιάσει το δανειακό της χαρτοφυλάκιο και θα επιτύχει μερίδιο αγοράς 2,6% στις χορηγήσεις μέχρι το 2025, επιτυγχάνοντας 42% 2022-25 CAGR καθαρών κερδών και διατηρώντας το RoTE σε υψηλά επίπεδα: 29% το 2023 που θα πέσει σε ένα πιο βιώσιμο 20% μέχρι το 2025 καθώς τα επιτόκια ομαλοποιούνται και η αξία του χαρτοφυλακίου συσσωρεύεται, παρά τα υποτιθέμενα μερίσματα στο 30-35% payout. Η πρόσφατη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και η οργανική κερδοφορία θα είναι αρκετές όχι μόνο για να διευκολύνουν μια τόσο ισχυρή αύξηση των χορηγήσεων αλλά και για να αφήσουν το συνολικό κεφάλαιο κατά 4% πάνω από τις κανονιστικές απαιτήσεις.
Έχοντας αρχικά εξαγοραστεί από την Ireon Investments, μια πλήρως ελεγχόμενη θυγατρική της εγχώριας ενεργειακής εταιρείας Motor Oil Hellas, η οποία με τη σειρά της ελέγχεται από την οικογένεια Βαρδινογιάννη (μεταξύ των πλουσιότερων της Ελλάδας και με μακρύ ιστορικό τραπεζικών επενδύσεων), η τράπεζα απολάμβανε πάντα μια σταθερή μετοχική βάση (επενδύοντας επιπλέον 140 εκατ. ευρώ το 2021-22), καθώς και μια ισχυρή διοικητική ομάδα, με επιτυχημένο ιστορικό στην οικοδόμηση λειτουργικών τραπεζών στην Ελλάδα και την Αν. Μεσόγειο από τη δεκαετία του '90.
Επιπλέον, πρόσφατα ολοκλήρωσε δημόσια εγγραφή 151 εκατ. ευρώ στο Χρηματιστήριο Αθηνών, με τιμή στο ανώτατο όριο (7,20 ευρώ) του αντίστοιχου εύρους τιμών και υπερκαλύφθηκε 3,7 φορές, ή 5,1 φορές χωρίς τους επενδυτές-κλειδιά (Reggeborgh, Fiera Capital) και τον βασικό μέτοχο (Ireon) να έχουν εγγράψει μαζί 51 εκατ. ευρώ.