ΓΔ: 1380.26 0.99% Τζίρος: 40.21 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 13:34:30 DATA
DBRS
Φωτο: Shutterstock

DBRS: Πιστωτικά θετική η απόφαση για ταχύτερη μείωση των DTCs

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να «αποσβέσουν» την αναμενόμενη μείωση των εσόδων από τόκους. Ισχυροποίηση κεφαλαίων και καταβολή μερισμάτων τα θετικά στοιχεία.

Ως «θετική» από πλευράς πιστοληπτικής αξιολόγησης θεωρεί την απόφαση των ελληνικών τραπεζών να προχωρήσουν σε ταχύτερη του αναμενόμενου μείωση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC), ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar σε νέο report του. 

Ο οίκος αναφέρει ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν υπολογίσει σημαντικές αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις (DTC) στις κεφαλαιακές τους δομές λόγω της κρίσης δημόσιου χρέους. 

Τα DTCs αντιπροσωπεύουν μια ασθενέστερη μορφή κεφαλαίου και αυτό ενσωματώνεται στις εκτιμήσεις για την πιστοληπτική αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών. Οι συστημικά σημαντικές τράπεζες (Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Πειραιώς) είναι πρόθυμες να επιταχύνουν την απόσβεση των DTC, αναμένοντας να τα αφαιρέσουν πλήρως από τα εποπτικά κεφάλαια πριν από τον προηγουμένως προγραμματισμένο στόχο του 2041. 

Θεωρείται ότι η αναμενόμενη επιτάχυνση της απόσβεσης των DTCs είναι πιστωτικά θετική, καθώς αυτό θα επιτρέψει τη βελτίωση της ποιότητας των κεφαλαίων των τραπεζών, καθώς και την αύξηση των στρατηγικών επιλογών τους για την αξιοποίηση κεφαλαίων. Οι τράπεζες θα πρέπει να είναι σε θέση να απορροφήσουν τον αντίκτυπο από την επιτάχυνση της απόσβεσης υπό την προϋπόθεση ότι η κερδοφορία τους και η οργανική παραγωγή κεφαλαίων θα παραμείνουν επαρκείς μεσοπρόθεσμα, κάτι που αναμένουμε σε αυτό το στάδιο.

Η πορεία των DTCs

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν συσσωρεύσει DTCs λόγω των ζημιών που προέκυψαν από την ελληνική κρίση δημόσιου χρέους το 2009. Τα DTCs για τις συστημικές τράπεζες ανέρχονταν σε περίπου 12,2 δισ. ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024, από 15,4 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, τα DTCs λαμβάνονται υπόψη στις κεφαλαιακές δομές των τραπεζών και αντιπροσώπευαν κατά μέσο όρο περίπου το 48% του κεφαλαίου CET1 στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024. 

 

Τα DTCs έχουν ακολουθήσει μέχρι σήμερα ένα γραμμικό σχέδιο απόσβεσης, ανεξάρτητα από την εξέλιξη της κερδοφορίας. Αυτό έχει οδηγήσει σε ετήσια μείωση των DTCs που κυμαίνεται από 4% έως 6% από το 2019. Ωστόσο, στο πλαίσιο της παρουσίασης των κερδών τους στο 9μηνο 2024, οι συστημικές τράπεζες ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να επιταχύνουν την απόσβεση των DTC από το 2025. 

Οι τράπεζες στοχεύουν στην πλήρη απόσβεση των DTC το αργότερο έως το 2034, δηλαδή πολύ νωρίτερα από το 2041 που είχε προβλεφθεί προηγουμένως. Η προσαύξηση της γραμμικής απόσβεσης θα είναι συνάρτηση της αναμενόμενης κερδοφορίας των τραπεζών και των δεικτών πληρωμών. Οι τράπεζες επανέλαβαν πρόσφατα τη διανομή μερισμάτων για πρώτη φορά μετά από δεκαπέντε χρόνια. Ενώ οι δείκτες διανομής παραμένουν προς το παρόν μετριοπαθείς, οι τράπεζες αναμένουν να αυξήσουν τις αμοιβές των μετόχων προκειμένου οι δείκτες διανομής να συγκλίνουν με τις βέλτιστες πρακτικές στην Ευρώπη.

Οι τράπεζες θα πρέπει να είναι σε θέση να απορροφήσουν τον αντίκτυπο από την επιτάχυνση των αποσβέσεων υπό την προϋπόθεση ότι η κερδοφορία τους και η οργανική παραγωγή κεφαλαίων θα παραμείνουν επαρκείς μεσοπρόθεσμα. 

Η εικόνα των μεγεθών και τα ΝΙΙ

Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες παρουσίασαν συνολικά καθαρά κέρδη ύψους 3,5 δισ. ευρώ στο 9μηνο 2024, αυξημένα κατά 23% σε ετήσια βάση. Τα υψηλότερα βασικά έσοδα (καθαρά έσοδα από τόκους (NII) και καθαρές αμοιβές), ο έλεγχος του κόστους και οι χαμηλότερες προβλέψεις για ζημίες από δάνεια (LLPs) στήριξαν τα υψηλότερα κέρδη στο 9μηνο 2024. Η μέση ετησιοποιημένη απόδοση ιδίων κεφαλαίων ήταν περίπου 14% στο 9μηνο 2024, από 13% την αντίστοιχη περίοδο του 2023.

Αναμένεται ότι μέρος της πρόσφατης βελτίωσης θα αντισταθμιστεί πιθανότατα από τη συμπίεση των NII καθώς μειώνονται τα επιτόκια, καθώς και από τα υψηλότερα λειτουργικά έξοδα λόγω του διαρθρωτικά υψηλότερου κόστους προσωπικού και των υψηλότερων επενδύσεων για την ψηφιοποίηση, και ενδεχομένως από υψηλότερες LLPs σε περίπτωση που υλοποιηθούν νέοι κίνδυνοι για την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων στο σημερινό ακόμη περιβάλλον υψηλών επιτοκίων. 

 

Κάποια βελτίωση από τη συμπίεση των NII μπορεί να προέλθει από τα οφέλη που συνδέονται με τις στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου που εφάρμοσαν οι τράπεζες στο πρόσφατο παρελθόν. Επιπλέον, η αύξηση των δανείων, η οποία φαίνεται να είναι ισχυρότερη στην Ελλάδα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, βοηθούμενη επίσης από τα δάνεια για τα έργα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), μπορεί να συμβάλει στην άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων από τη μείωση των επιτοκίων. 

Οι πρωτοβουλίες για τη διαφοροποίηση του μείγματος εσόδων προς υψηλότερα έσοδα από αμοιβές, σε συνδυασμό με τη συνεχή πειθαρχία στο κόστος, θα παραμείνουν το κλειδί για τη στήριξη της κερδοφορίας σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων.

 

Η κεφαλαιοποίηση των ελληνικών συστημικών τραπεζών έχει ενισχυθεί στο 9μηνο 2024, παρά τις επαναλαμβανόμενες και προβλεπόμενες πιο γενναιόδωρες διανομές μερισμάτων, καθώς και τις σημαντικές εκταμιεύσεις νέων δανείων. Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024, ο μέσος δείκτης CET1 με πλήρη φόρτιση ήταν 16,7%, ενώ ο μέσος δείκτης συνολικών κεφαλαίων με πλήρη φόρτιση ήταν 20,8%, από 15,6% και 19%, αντίστοιχα, στο τέλος του 2023 (Διάγραμμα 3). Αυτό μεταφράζεται σε μέσα αποθέματα ασφαλείας πάνω από τις ελάχιστες απαιτήσεις της τάξης των 670 μ.β. και 610 μ.β. για το CET1 και το Συνολικό Κεφάλαιο, αντίστοιχα.

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΓΟΡΕΣ

DBRS: Γιατί ξεχωρίζουν οι ελληνικές τράπεζες, οι προοπτικές για το 2024

Τα υψηλότερα επιτοκιακά περιθώρια εμφανίζουν οι τράπεζες σε Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, όπως σημειώνει ο οίκος αξιολόγησης, εκτιμώντας ότι η κερδοφορία θα συνεχίσει να είναι ισχυρή.