Σε μαζικές επιστροφές φόρων και μάλιστα εντόκως, λόγω αστοχιών των φορολογικών ελέγχων υποχρεώνεται η ΑΑΔΕ, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της ίδιας της φορολογικής Αρχής.
Πρόκειται για φορολογούμενους οι οποίοι «καταδικάζονται» πρωτοδίκως από τους ελεγκτές της Εφορίας και στη συνέχεια αθωώνονται από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή τα φορολογικά δικαστήρια όπου λιμνάζουν περίπου 35.000 υποθέσεις.
Το ποσοστό όσων δικαιώνονται από τη ΔΕΔ κυμαίνεται από 25% έως και 30%, το οποίο είναι υψηλό, ενώ εάν συνυπολογιστεί και ο αριθμός των φορολογουμένων που δεν δικαιώνονται από τη ΔΕΔ, αλλά από τα φορολογικά δικαστήρια, το ποσοστό αυξάνεται αισθητά.
Κατά το πεντάμηνο Ιανουαρίου - Μαΐου 2024 εκδικάστηκαν από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών 3.319 υποθέσεις φορολογουμένων στους οποίους καταλογίστηκαν φόροι πρόστιμα, αλλά τα αμφισβήτησαν και υπέβαλαν ενδικοφανή προσφυγή. Σύμφωνα με την ετυμηγορία της ΔΕΔ:
- Οι 2.263 προσφυγές (68%) απορρίφθηκαν και επικυρώθηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα που επέβαλε αρχικά ο φορολογικός έλεγχος.
- Οι 944 (28,4%) προσφυγές έγιναν δεκτές εν μέρει ή εν όλω και διαγράφηκε το σύνολο ή μέρος των φόρων και των προστίμων που είχαν καταλογιστεί από τον έλεγχο.
- Οι 7 φορολογούμενοι που προσέφυγαν, στη συνέχεια παραιτήθηκαν από την εκδίκαση και επικυρώθηκε το αποτέλεσμα του ελέγχου.
Από το έτος 2013 που ξεκίνησε τη λειτουργία της η ΔΕΔ έχουν προσφύγει συνολικά 104.464 φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπέστησαν φορολογικό έλεγχο. Από τις υποθέσεις αυτές, η ΔΕΔ εκδίκασε 87.738 υποθέσεις από τις οποίες:
- Απέρριψε τις 47.430 (68%) προσφυγές και επικύρωσε τους φόρους και τα πρόστιμα που επέβαλε αρχικά ο φορολογικός έλεγχος.
- Δέχτηκε πως οι φορολογούμενοι είχαν δίκιο εν μέρει ή στο σύνολό τους σε 21.487 περιπτώσεις (16,04%) και διαγράφηκε το σύνολο ή μέρος των φόρων και των προστίμων που είχαν καταλογιστεί.
- Για 662 υποθέσεις οι φορολογούμενοι παραιτήθηκαν της εκδίκασης από τη ΔΕΔ και επικυρώθηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα.
Η επιστροφή των φόρων
Ο φορολογούμενος που ελέγχεται από τα ελεγκτικά κέντρα ή τη ΔΟΥ έχει δικαίωμα προσφυγής στη Διεύθυνση επίλυσης Διαφορών εντός 30 ημερών, από τη λήψη της Πράξης Διοικητικού Προσδιορισμού του Φόρου. Όμως, ταυτόχρονα, υποχρεούται να καταβάλει το 50% των φόρων και των προστίμων που του καταλόγισε ο έλεγχος και αν δικαιωθεί, το ποσό επιστρέφεται.
Έχει όμως τη δυνατότητα να ζητήσει από την ΑΑΔΕ, να ανασταλεί η πληρωμή της προκαταβολής του 50% του φόρου και των προστίμων, μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή του.
Οι φορολογικές αρχές είναι εξαιρετικά φειδωλές στην αποδοχή τέτοιων αιτημάτων, καθώς στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου υποβλήθηκαν 270 αιτήσεις αναστολής της πληρωμής του 50% των φόρων και των προστίμων και απορρίφθηκαν όλα.
Επίσης από το 2013 υποβλήθηκαν από ελεγχόμενους 13.080 αιτήματα αναστολής πληρωμής της προκαταβολής του φόρων και των προστίμων και έγιναν δεκτά μόλις 422!
Φράκαραν τα δικαστήρια
Από τους φορολογούμενους που δεν δικαιώνονται από τη ΔΕΔ ή από όσους δικαιώνονται εν μέρει, οι περισσότεροι εξ αυτών προσφεύγουν στα φορολογικά δικαστήρια. Από το 2013 μέχρι και τον Μάιο του 2024, οι φορολογούμενοι που ελέγχθηκαν από τα ελεγκτικά κέντρα της ΑΑΔΕ, προσέφυγαν στη ΔΕΔ, αλλά δεν δικαιώθηκαν και κατόπιν προσέφυγαν στα δικαστήρια ανέρχονται σε 35.201, ενώ μόνο στο πεντάμηνο του 2024 υποβλήθηκαν 1.155.
Πρόκειται τεράστιο αριθμό και με τον ρυθμό που υποβάλλονται οι προσφυγές στα δικαστήρια αλλά και το στοκ που έχει δημιουργηθεί, η εκδίκασή τους απαιτεί αρκετά χρόνια. Μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή τους, οι φορολογούμενοι είναι σε «ομηρία», καθώς παραμένει δεσμευμένο το 50% των φόρων και των προστίμων που έχουν καταβάλει ο ελεγχόμενος, αλλά όσο υπάρχει η εκκρεμότητα δεν καταβάλει και το υπόλοιπο 50% των φόρων και των προστίμων.
Εφόσον κερδίσουν την υπόθεση στα δικαστήρια, τους επιστρέφεται εντόκως η προκαταβολή του 50% που έχουν δώσει στην ΑΑΔΕ. Επίσης, εντόκως λαμβάνουν την επιστροφή της προκαταβολής και όσοι δικαιώνονται από τη ΔΕΔ, αφού το διάστημα εντός του οποίου εκδικάζονται οι προσφυγές είναι 120 ημέρες και από την 90η μέρα, που ξεκινά μα μετρά η υποχρέωση της εφορίας.
Η νομοθεσία προβλέπει πως «σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή), καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου του φορολογούμενου».
Στο πλαίσιο αυτό, μεγάλο μέρος των επιστροφών φόρου της ΑΑΔΕ σε φορολογούμενους, φυσικά και νομικά πρόσωπα, προέρχεται από λανθασμένους φορολογικούς ελέγχους.